Το blog, για τους λόγους που βιώνουμε προσωπικά, οικογενειακά και κοινωνικά, αλλάζει την κύρια κατεύθυνσή του και επικεντρώνεται πλέον στην Κρίση.
Βασική του αρχή θα είναι η καταπολέμηση του υφεσιακού Μνημονίου και όποιων το στηρίζουν.
Τα σχόλια του Κρούγκμαν είναι χαρακτηριστικά:
...Άρα βασιζόμαστε τώρα σε ένα σενάριο σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα είναι αναγκασμένη να «πεθάνει στη λιτότητα» προκειμένου να πληρώσει τους ξένους πιστωτές της, χωρίς πραγματικό φως στο τούνελ.Και αυτό απλώς δεν πρόκειται να λειτουργήσει....[-/-]....οι πολιτικές λιτότητας οδηγούν την οικονομία σε τόσο μεγάλη ύφεση που εξανεμίζονται τα όποια δημοσιονομικά οφέλη, υποχωρούν τα έσοδα και το ΑΕΠ και ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ γίνεται χειρότερος.

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2008

ΟΙ ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ (ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ), μέρος II

συνέχεια από το 1ο μέρος

Ως «ομοφύλους» θα έπρεπε ακόμη να θεωρούσαν οι εκπρόσωποι των άλλων ελληνικών φύλων στη Δελφική Αμφικτυονία τους διοριζόμενους από τον Φίλιππο (μετά το 346) ιερομνήμονες. Στις δελφικές επιγραφές που μας έχουν σωθεί, οι ιερομνήμονες αυτοί παρουσιάζονται ως διοριζόμε­νοι από τον Φίλιππο (αυτό τουλάχιστον δηλώνει η αναγραφόμενη φρά­ση παρά Φιλίππου) [24] ή αργότερα από τον Αλέξανδρο (παρ' Άλεξάνδρου) [25]. . Αλλά αυτό δεν μπορεί να έχει καμία σχέση με το πρόβλημα της διακρίσεως των Μακεδόνων από τους νότιους Έλληνες ή τη δήθεν μη ελληνικότητα του φύλου των Μακεδόνων, όπως υποστηρίζουν οι Β. Keil και Ε. Bikermann [26]. Και δεν μπορεί να έχει διότι, εφόσον ο χαρακτη- ρισμός παρά Φιλίππου προέρχεται από τον ίδιο τον Φίλιππο, ο τελευταίος ήταν αδύνατο να θέλει να δηλώσει μ' αυτόν τον τρόπο τη διάκριση του λαού του από τους άλλους Έλληνες και μάλιστα στα πλαίσια της Αμφικτυονίας. Το νόημα της φράσης είναι ότι ο Φίλιππος ήθελε να εμφανίσει τους Μακεδόνες ιερομνήμονες ως εκπροσώπους του πρώτον επειδή ήθελε να ενισχύσει το κύρος του στην Αμφικτυονία κυρίως όμως διότι ο θεσμός, που αποτελούσε σταθερό σημείο αναφοράς στη χώρα των Μακεδόνων, ήταν η μοναρχία. Σε κάθε περίπτωση, τα ονόματα των Μακεδόνων ιερομνημόνων που μας έχουν σωθεί (Εύρύλοχος, Κλέανδρος, Καλλικλής, Νικάνωρ, Θεόδωρος) δείχνουν ότι οι προερχόμενοι από τη Ν. Ελλάδα Αμφικτύονες ήταν ανθρωπίνως αδύνατο να τους θεωρούν ξένους.

Το ίδιο ισχύει και για τους ναοποιούς Φίλιππο και Τιμανορίδά Κορδυπίωνος και αργότερα -επί Αλεξάνδρου- τον Λέωνα, γιο του Ηγησάν-δρου, που αναγράφονται με το εθνικό τους (Μακεδόνες) [27] , όπως ακριβώς και οι συνάδελφοι τους από τις υπόλοιπες περιοχές του ελληνικού κόσμου [28]. Ενώ δηλ. οι ιερομνήμονες -πλήν των Μακεδόνων- εκπροσωπού­σαν τις πόλεις τους, οι ναοποιοί εκπροσωπούσαν την Αμφικτυονία. Οι απεσταλμένοι των Μακεδόνων βασιλέων συμμετέχουν στο συμβούλιο των Αμφικτυόνων, συνεργάζονται και συναποφασίζουν με τους αντιπρο­σώπους των ελληνικών πόλεων ως το τρίτο τέταρτο του 3ου αι. π.Χ., οπότε και η επικυριαρχία των Αιτωλών στο μαντείο (279 π.Χ.) καθιστά την παρουσία τους εκεί αδύνατη [29] .

Η είσοδος των Μακεδόνων ναοποιών στους καταλόγους στα 346 π.Χ. σίγουρα δεν είναι άσχετη με τη μακεδόνικη επιρροή στο μαντείο [30] . Δεν τη δικαιολογεί όμως μόνο αυτό το πολιτικό γεγονός. Όπως υποστήριξε ο G. Roux, ίσως η παρουσία των δύο Μακεδόνων ναοποιών να ήταν απα­ραίτητη, προκειμένου να διασφαλιστεί η αγορά και ασφαλής μεταφορά της μακεδόνικης ξυλείας ως τους Δελφούς [31] . Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι η μακεδόνικη ξυλεία ήταν περιζήτητη. Το πλεονέκτημα αυτό, είχε χρη­σιμοποιηθεί στο παρελθόν από τους βασιλείς της Μακεδονίας ως διπλω­ματικό μέσο -βλ. π.χ. τις περιπτώσεις του Αθηναίου (σ. 78, σημ. 166), του βασιλιά Αρχέλαου (βλ. ό.π., σημ. 234) ο οποίος τιμήθηκε ως πρόξενος από τους Αθηναίους, καθώς και την βοήθεια του Αλεξάνδρου Α' προς την ίδια πόλη [32] .

Ως «ομοφύλους» θα θεωρούσαν οι πολίτες των Δελφών αλλά και των άλλων ελληνικών πόλεων που επισκέπτονταν το μαντείο και τους Μακε­δόνες τιμώμενους με τον τίτλο του προξένου. Το φαινόμενο απόδοσης τι­μών σε Μακεδόνες είναι συχνό κατά τον 4ο π.Χ. αι. Υπάρχουν ψηφίσμα­τα στα οποία αναγράφονται και άλλοι αξιωματούχοι του Αλεξάνδρου, οι οποίοι τιμώνται από το μαντείο των Δελφών ως πρόξενοι καί ευεργέται, εκτός από τον Αρχωνα Κλείνου (βλ. σημ. 236), όπως π.χ. ο -ίος Κλεί[τον Μακεδών εξ Όρεστήδος [33] , για τον οποίο θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως είναι ο γνωστός γιος του Δρωπίδα [34] , καθώς και ο Εύαίνετος, Μακε­δόνας από την Αμφίπολη και γιος του Αρίστωνος, που αναφέρεται στην επιγραφή FD ΙΙΙ.4, 391, 2-3 είναι ίσως ο γιος του αξιωματικού του Αλε­ξάνδρου που αναφέρει ο Αρριανός [35] . Αν εξαιρέσουμε όμως τις επιγραφές αυτές, στις οποίες αποδίδεται ο τίτλος του προξένου σε αξιωματικούς του Αλεξάνδρου, οι υπόλοιπες αφορούν άγνωστους από αλλού Μακεδόνες, η προφανώς συχνή παρουσία των οποίων στο μαντείο ήταν συμφέρουσα γι αυτό δεδομένου ότι οι τιμές που τους απονέμονται υπαινίσσονται αντί­στοιχες υπηρεσίες [36] .

===============================================================
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[24]- FD 111.5, 14 a, 23: τωμ παρά Φιλίππου Εϋρυλόχου, Κλεάνδρου.22, 16-17: τωμ παρά Φ[ιλίππου \ Κ]αλλικλέος, "Επηράτου
47Α, 31-32: παρά Φ[ι]λί[ππου \ Νικ]άνορος, [Θε]ο[δώρου?]
47Β, 8: [παρά Φιλίππου].
Για τον Ευρύλοχο βλ. Berve, Alexanderreich, II, ό.π., σ. 159, αρ. 323 και J. Kirchner, RE VI. I (1907), s.v. «Eurylochos», 1332-1333, αρ. 6, Tataki, Macedonians, ό.π., σ. 315, Ε 54 και για τον Θεόδωρο, Berve, Alexanderreich, II, ό.π., σ. 176, αρ. 362, Tataki, Macedonians, ό.π., α. 325, θ 8. Ο Νικάνωρ ταυτίζεται πιθανότατα με τον ιερομνήμονα του Αλεξάν­δρου, βλ. πρκ., σημ. 249, Tataki, ό.π., 380, Ν 21. Μετά το τέλος του Γ' Ιερού πολέμου (356-346) σε επιγραφές των Δελφών έχουμε συχνές αναφορές των Μακεδόνων ιερομνημόνων. Αξιοσημείωτη είναι η πληροφορία του Διόδωρου για τη σύγκληση πανηγυρικής συνε­δρίασης του ιερού συμβουλίου των Αμφικτυόνων, το οποίο και παρεχώρησε το δικαίωμα ψήφου των ηττημένων Φωκέων όχι στους Μακεδόνες αλλά στον Φίλιππο και τους απο­γόνους του (Διόδ. Σικ. 16.59.4-60.1): b δε βασιλεύς (sc. Φίλιππος) άνευ μάχης άνελπίστως καταλύσας τόν ιερόν πόλεμον συνήδρευε μετά Βοιωτών και Θετταλών. έκρινεν ούν συναγαγείν τό τών Αμφικτυόνων συνέδρων και τούτφ τήν περί τών όλων διάγνωσιν έπι-τρέψοα. έδοξεν ούν τοις συνέδροις μεταδοϋναι τφ Φιλίππω και τοις άπογόνοις αυτού της Άμφικτυονίας και δύο ψήφους έχειν, ας πρότερον οί καταπολεμηθέντες Φωκείς είχον. Πρβλ. G. Roux, L'Amphictionie, Delphes et le temple d'Apollon au IVe siecle, Lyon-Παρίσι 1979, σ. 14 σημ. 2. Την πληροφορία του Διόδωρου επιβεβαιώνουν τα επιγραφικά δεδομένα. Στις επιγραφές, οι δύο Μακεδόνες ιερομνήμονες αναγράφονται πάντα ως προ­σωπικοί απεσταλμένοι του βασιλέως {παρά Φιλίππου) και ποτέ με το εθνικό Μακεδών, ενώ αντίθετα, οι συνάδελφοι τους ως εκπρόσωποι «εθνών» της Αμφικτυονίας (Θεσσαλοί, Ίωνες, Βοιωτοί κ.λπ.). Ο Καλλέρης, ό.π., II.1, σ. 583 σημ. 1, υποστηρίζει πως η έκφραση παρά Φιλίππου είναι μία διπλωματική έκφραση, η οποία υποδηλώνει πως ο Φίλιππος συμμετέχει στην Αμφικτυονία ως συνταγματικός εκπρόσωπος του έθνους του. Με την ιδιότητα αυτή ήταν ο μόνος που μπορούσε να ορίζει τους εκπροσώπους του. Επισημαί­νει επίσης και την αντίθεση που υπάρχει στις πηγές: ορισμένοι συγγραφείς υποστηρί­ζουν πως το δικαίωμα ψήφου δόθηκε στον Φίλιππο (Διόδ. Σικ. 16.60), ενώ άλλοι ότι απο­δόθηκε στους Μακεδόνες (Παυσ. 10.3.3: άφηρέθησαν δέ οί Φωκείς και μετα'ναι σφίσιν ιερού τοϋ έν Δελφοίς και συνόδου τής ές τό Έλληνικόν, και τάς ψήφους αυτών Μακεδόσιν έδωσαν οι ΑΜφικτύονες.
Ενισχυτική της άποψης του Καλλέρη είναι και η επιγραφή FD 11.1, 100, χρονολο­γημένη στο 325 π.Χ., όπου αναγράφεται η εισφορά πέντε ταλάντων από δύο Μακεδόνες, τους Αρχέπολι και Άγιππο (10-11: [Μ]ακεδόνες Αρχέπολις, ~Αγιπ[πος], \ [σ]τατηραςμύ­ριους πεντακοό[ίους]), οι οποίοι στη διπλανή στήλη αναγράφονται ως οι παρ' Αλεξάν­δρου ιερομνήμονες (βλ. σημ. 249). Με αφορμή αυτήν την επιγραφή, ο Hammond υποστη­ρίζει ότι ο όρος Μακεδόνες ήταν ο επίσημος για τους Μακεδόνες στους Δελφούς -βλ. Ν. G. L. Hammond, «Some Passages in Arrian concerning Alexander*, CQ 30 (1980) 462-463. Για τους ιερομνήμονες, βλ. Η. Hepding, /?£VI1I.2 (1913), s.v. «Hieromnemon», 1490-1494
[25]- FD III.5, 49 II, 26-27: [πα]ρ' ~Α[λεξάνδρου]
50 I, 17-18: παρ' Αλεξ[ά]νδρου\ [Ε]ύ[θυ]κράτεος, Φιλόξενου
51, 7: [πα]ρ' Αλε[ξάνδρου Εύθυκράτους, Νικάνορος]
52, 18-19: [παρ' Αλεξάνδρου] \ Εύθυκράτους, Νικάνορος 54 I, 3-4: π[α]ρ' [ Αλ]εξά[νδρου Εύθυκρά\τεος, Αρχε]πόλιος 55,4: [παρ' Αλεξάνδρου Εύθυ]κρά[τ]εος, Αρχεπό[λιος] 56,7-8: [παρ' Αλεξάνδρου Αρχε]πόλι[ος, Εύθυκρά\τεος]
57 Α, 2-3: [παρ' Αλεξάνδρου \ [ Αρχεπόλιος] 58, 57: πα[ρ'] Αλεξάνδρου Αρχεπόλιος
60 Β, 13-14: [παρ' Αλεξάνδρου Αρχεπόλιος], Αγίππου
61 I, 2: [π]αρ' Αλ[εξάνδρου......".......
FD II. 1, 100 I, 2: [παρ' Αλεξάν]δρο{υ Αρχεπόλιος. Αγίππου].
Για προσωπογραφική ταύτιση βλ. Berve, Alexanderreich, II, ό.π., σ. 155, αρ. 314 (Ευ-θυκράτης), σ. 8, αρ. 14 ('Αγιππος), σ. 86, αρ. 160 (Αρχέπολις), σ. 391, αρ. 796 και REXX.1 (1941), s.v. «Philoxenos», 190, αρ. 3 (Φιλόξενος), 275, αρ. 555 και REXVII.1 (1936), s.v. «Nikanor», 268-269, αρ. 5 (Νικάνωρ). Ειδικότερα για τον Φιλόξενο, ο Berve, τον ταυτίζει με τον αναγραφόμενο σε επιγραφή του 3ου αι. από την Ερέτρια (βλ. IG ΧΙΙ.9, 222, 4-6: έδοξεν τα βούλα \καϊ τόι δήμοι Φιλόξενον Μα[κε]\δόνα πρόξενον αναι καί εύ\εργέτην Έρετριέων και σ. 154 σημ. 412). Tataki, Macedonians, ό.π., σ. 270, Α 307 (Αρχέπολις), σ. 219, Α 13 ('Αγιππος), σ. 312, Ε 39 (Ευθυκράτης), σ. 453, Φ 59 (Φιλόξενος).
[26]- Ο Β. Keil, «Zur Verwertung der delphischen Rechnungsurkunden», Hermes 32 (1897) 413, σημειώνει: Denn dies (sc. η φράση παρά Φιλίππου) war die diplomatische Formel, mit der man griechischerseits bei der Zulassung Philipps zur Amphiktionie das Gewissen gegeniiber der heiligen Tradition zur Ruhe liigen mochte, und mit der Philipp den makedonischen Interessen, sowed sie die Amphiktionie beriihrten, vollauf geniige tun konn-te. Makedonen waren fur Griechen nicht Griechen; ihnen konnte nicht Sitz und Stimme im griechischen Amphiktionenrate eingeraumt werden, aber Philippos war Heraklide, helleni-sches Blutfloss in seinen Adern; (sic!). Ο Ε. Bikermann [του ίδιου - J. Sykutris, «Speusipps' Brief an Konig Philipp*, Berichte iiber die Verhandlungen der Sachsischen Akademie der Wissenschaften zu Leipzig, Phil.-Hist. Klasse, 80 (1928) 22], επαναλαμβάνοντας την άπο­ψη του Β. Keil, υποστηρίζει πως αυτή η διάκριση είχε σχέση με τον μύθο της καταγωγής του Φιλίππου από τους Ηρακλείδες, ενώ κάτι τέτοιο δεν ίσχυε για το φύλο των Μακε­δόνων. Όπως σημειώνει aus Riicksicht auf die Hellenen erhielt also nicht das barbarische Volk der Makedonen, sondern Philipp personlich als Heraklide, Aufnahme in die Amphi-ktyonie, in der er ubrigens absichtlich nur einen bescheidenen Platz belegte. To πώς αυτοί οι Αμφικτύονες, με τα καθαρά ελληνικά ονόματα, θεωρούνταν από τους άλλους Έλλη­νες «βάρβαροι» ή αν οι ίδιοι οι Μακεδόνες θεωρούσαν τους εαυτούς τους ξένους, δεν θί­γεται καν τόσο από τον Β. Keil όσο και από τον Ε. Bikermann.
[27]- FD ΙΙ1.5, 19, 74: Φίλιππος Μακεδών, Τιμανορίδας Μακεδών.
20, 31: Τιμαν[ο]ρ[ί]δ[α]ς Μακεδώ[ν].
48 I, 10-11: Τιμηνορίδα[ι \ Μακεδό]νι.
49 II, 42: Τ[ιμανορίδαι Λ4]ακεδόνι.
50 II, 34: Τι[μαν]ορ[ίδαι Κ]ο[ρδυπί]ω[νος Μακ]εδόνι.
58, 29-30: Τιμανορίδαι Κορδυπίωνος Μ[α]κεδόν[ι, \ Α]έωνι Ήγησάνδρου Μακεδόνι. 60, 1: [Τιμανορίδαι Κορδυπίωνος] Μακεδ[όνι-].
Ως γνωστόν, οι ναοποιοί είχαν ως καθήκον τους την ανοικοδόμηση του ναού του Απόλλωνος. Αναφορικά με την ταυτότητα αυτού του Φιλίππου, ο P. Cloche, «Les naopes des Delphes et la politique hellenique de 356 a 327 av. J.-C.», BCH 40 (1916) 83, υποστη­ρίζει [επαναλαμβάνοντας την άποψη του Ε. Bourguet, «Inscriptions de Delphes», BCH 20 (1896) 233 και του Η. Pomtow, «Eine delphische Stasis im Jahre 363 v.Chr.», Klio 6 (1906) 103], πως αυτός πιθανότατα είναι ο ίδιος ο βασιλιάς της Μακεδονίας. Ο P. de la Coste-Messeliere, «Les Naopes a Delphes au IVe siecle», Melanges Daux, Παρίσι 1974, σ. 206, επισημαίνει πως η απουσία Μακεδόνων ναοποιών στα 337 π.Χ., δικαιολογείται ίσως από την ανάγκη για αναδιοργάνωση της υλοτομίας και της αποστολής ξυλείας από τη Μα­κεδονία στο μαντείο. Ίσως γι' αυτόν τον λόγο ο Μακεδόνας ναοποιός δεν αναγράφεται στους καταλόγους, καθώς βρισκόταν στη χώρα του φροντίζοντας για τα παραπάνω. Ta­taki, Macedonians, ό.π., α. 440, Τ 12, σ. 355, Λ 26, σ. 446, Φ 20.
[28]- Όσον αφορά στη Μακεδονία, επί σειρά ετών δεν έχουμε στους καταλόγους αναφορά περισσοτέρων από δύο ναοποιούς πιθανότατα επειδή η Μακεδονία δεν απέ­στειλε ποτέ, ως τον 4ο αι. π.Χ., μεγαλύτερο αριθμό ναοποιών. Βλ. σχετ. Roux, ό.π., σ. 103 κ.ε. Η επιλογή των ναοποιών δεν γινόταν απ' όλα τα κράτη που ανήκαν στην Αμφικτυ­ονία, αλλά από εκείνα που θεωρούνταν πιο χρήσιμα καθώς θα παρείχαν άτομα ικανά για να διοικήσουν και να επιβλέψουν την ανοικοδόμηση (Roux, ό.π., σ. 105).
[29]- Μ. Errington, Geschichte Makedoniens, ό.π., σ. 203. Για τις σχέσεις Μακεδονίας και Αιτωλίας κατά τον 4ο αι. π.Χ. βλ. R.H. Simpson, «Aetolian Policy in the late 4th cen­tury B.C.», AC27 (1958) .357-361 και A. B. Bosworth, «Early Relations between Aetolia and Macedon», AJAH 1 (1976) 164-181. Μόνο στην περίοδο βασιλείας του Περσέα (179-168 π.Χ.) εμφανίζονται και πάλι Μακεδόνες ιερομνήμονες στους Δελφούς (βλ. Syll3 636, 5 κ.ε.: παρά βασιλείας Περσέως 'Αρπάλω \ Πολεμαίου Βεροιαίφ. Σιμωνίδη 'Απολλωνίδου \ Βεροιαίω).
[30]- Cloche, ό.π., 84 κ.ε., υποστηρίζει πως η επιλογή των ναοποιών γινόταν με κρι­τήρια καθαρά πολιτικά.
[31]- Roux, ό.π., σ. 110. Για το μαντείο των Δελφών διαθέτουμε μία μαρτυρία μετα­φοράς μακεδόνικης ξυλείας στο μαντείο σε σωζόμενο κατάλογο ναοποιών. Αναφέρεται ότι ο Νικόδημος, ένας Αργείος, έλαβε ως αμοιβή για την υλοτόμηση μακεδόνικης ξυλεί­ας 120 δραχμάς (FD III.5, 41, 7-14: [Νικο]δάμωι ξύλων\ [Μ]ακεδον[ικων με]σοδμάν δι\α-πριώσ[ιος ποδω]νχιλίων έ\πτακατ[ίων ί'κατι] εννέα, τ\όν πόδα [έκαστον χαλ]κών πέ\\τε, σύμ[πας μισθός δρ]αχμαι]]εκατ[όν ί'κατι, χαλκοί] (πέ)ντ\ε). Δεν ευσταθεί, κατά τη γνώ­μη μου, η άποψη ότι τα οικονομικά συμφέροντα, που έπρεπε να υπερασπισθούν στους Δελφούς οι Μακεδόνες ναοποιοί, δεν ήταν σημαντικά (Cloche, ό.π., 83-84). Η άποψη αυ­τή στηρίζεται στο επιχείρημα ότι η Κεντρική και Νότια Ελλάδα ήταν όι περιοχές απ' όπου θα προέρχονταν κυρίως οι μεταφορείς της ξυλείας, καθώς και τα υλικά κατα­σκευής. Παραγνωρίζεται έτσι η σημασία της Μακεδονίας ως πηγής προμήθειας ξυλείας για τον ελληνικό κόσμο. Δύο στοιχεία όμως αποδυναμώνουν τον ισχυρισμό αυτόν. Το πρώτο είναι η σαφής αναφορά της μακεδόνικης ξυλείας στη δελφική επιγραφή FD ΙΙΙ.5, 41, 7-14. Το δεύτερο στοιχείο είναι μία άμεση αναφορά σχετική με τις εμπορικές σχέσεις
ανάμεσα στο ιερό της Ελευσίνας και τη Μακεδονία. Πρόκειται για έναν κατάλογο των εξόδων του 329/8 για τη συντήρηση του ναού και των υπολοίπων κτηρίων του ιερού της Δήμητρας και της Περσεφόνης, στον οποίο αναγράφεται πληροφορία για τη χρήση μα­κεδόνικης ξυλείας: IG ΙΙ/ΙΙΙ2 1672 Α, 66-67: Πρίσταις τοις πρίσασι των μακεδόνικων τρία μεν εις τα ΰποτόναια, δύ\[ο] δέ εις τα θνρώματα, μισθωτεϊ Καρίων[ι] και 304: ξύλα τε­τράγωνα των μακεδόνικων (Βλ. και Meiggs, ό.π., σ. 433). Οι ναοποιοί στις δελφικές επι­γραφές δεν αναφέρονται ως προσωπικοί απεσταλμένοι του Φιλίππου ή του Αλεξάνδρου (όπως οι ιερομνήμονες), αλλά ως «Μακεδόνες», πράγμα εύλογο από τη στιγμή που είναι οι εκπρόσωποι της Αμφικτυονίας και έχουν την ιδιότητα των συντηρητών του ναού (Roux, ό.π., σ. 110)
[32]- Γερολυμάτος, «The Proxenia of Alexandres I», ό.π., 76 και Hammond, Macedo­nia, II, ό.π., σ. 101 σημ. 4. Βλ. και σ. 53 σημ. 88 και σ. 57 σημ. 96.
[33]- Syll.3 268 Η, 2 κ.ε. Βλ. και Berve, Alexanderreich, II, ό.π., σσ. 206-208, αρ. 427 και W. Kroll, REXU (1921), s.v. «Kleitos», 666, αρ. 9. Tataki, Macedonians, ό.π., α. 207, αρ. 13.
[34]- Ο Berve, Alexanderreich, Η, ό.π., σ. 206, αρ. 427 σημ. 1, διατηρεί, ωστόσο, ορισμέ­νες επιφυλάξεις: Dittenb. Syll3 268 Hist, wenn die Ergdnzung Κλεί(του) zutrifft, noch nicht wit Sicherheit auf den Sohn des Dropidas zu beziehen.
[35]- Αρρ. Ανάβ. 3.11.8. Βλ. και Berve, Alexanderreich, II, ό.π., σ. 74, αρ. 137.
[36]- Βλ. τις επιγραφές Syll.3 267 Β: ...Μακε[δόσι εκ] Π[έλ]λης και 267 C: - Αρ]χίνου Μακεδόνι (346-300 π.Χ.). Στην επιγραφή Syll.3 267 Α, αναγράφονται ως πρόξενοι των Δελφών πέντε Φιλιππείς, ([Τιμο]κράτει, Σωσικράτει, [Σωσθ]ένει, Σωκράτει, Τιμοκ[λεί, Τήμάνδρου παιο\ί], Φιλι[ππεύσι]) στο β' μισό του 4ου αι. π.Χ. (347/6 π.Χ.). Ο P. Collart, Philippes. Ville de Macedoine, Παρίσι 1937, σ. 178 σημ. 1, δέχεται πως η χρονολόγηση της επιγραφής θα πρέπει να τοποθετηθεί στην περίοδο που η πόλη ήταν αυτόνομη (356-348 ή 344 π.Χ.). Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει και πάλι πως αυτή η συχνότητα απόδοσης ανάλογων τιμών σε Μακεδόνες οφείλεται στην επικυριαρχία των τελευταίων στο μα­ντείο. Οπως υποστηρίζει ο J. Pouilloux, «La reconstruction du temple au IVe siecle et les institutions delphiques», REA 64 (1962) 300 κ.ε., αν λάβουμε υπόψη μας την καταστροφή του ναού του Απόλλωνος των Αλκμεωνιδών, από τον σεισμό του 373 π.Χ., είναι δυνατή η ερμηνεία της στροφής των Δελφών προς την ξένη βοήθεια, με την οποία κατασκεύασαν, ως το 330 π.Χ., τον νέο ναό του Θεού. Ο Marek, Proxenie, ό.π., σ. 171, θεωρεί την κατα­στροφή του ναού ως τον κυριότερο λόγο απονομής του τίτλου του προξένου από το μα­ντείο των Δελφών.


ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ............

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια τα οποία θα περιέχουν Greekenglish, ύβρεις, μειωτικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς δεν θα αναρτώνται.