Ο Goce επιδόθηκε σε μια συστηματική στρατολόγηση των Σλαβόφωνων για να αυξήσει τη δύναμη του Τάγματος που αρχικά είχε 400 άτομα. Ταυτόχρονα, στρατιωτικοί σύνδεσμοι από τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, κυρίως ο Petre Bogdanov (ψευδώνυμο Kocko), προπαγάνδιζαν πάλι το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και συνένωσης του «μακεδόνικου λαού», απαιτώντας την ίδρυση Γενικού Στρατηγείου. Ο πολιτικός επίτροπος της IX. Μεραρχίας Ρένος Μιχαλέας, έχοντας μια ασαφή λενινιστική αντίληψη για το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, ήταν ανεκτικός απέναντι στις κινήσεις αυτές ερχόμενος συχνά σε σύγκρουση με το Μακεδόνικο Γραφείο του ΚΚΕ, το οποίο αργότερα τον καθαίρεσε από τη θέση του.
Σε επιστολή του προς τον Λεωνίδα Στρίγκο τον Αύγουστο του 1944 μεταξύ άλλων έγραφε:
«...Δεν δόσαμε φαρδιά, ελεύθερα αναλυμένο το σύνθημα της εθνικής ισοτιμίας. Δεν δόσαμε το χάρτη του Ατλαντικού χτήμα και κατάχτηση του λαϊκού αγώνα, αναλυμένο. Η Μακεδονία του Τίτο αντί να σταθεί πατρίδα του, τρόμος, διάλυση στην κεφαλαιοκρατία-φασισμό στάθηκε αγκάθι για μας. Ο Κύπριος χαιρετά την Ελεύθερη Ελλάδα και το χάρτη του Ατλαντικού και ο Μακεδόνας τον Τίτο και το χάρτη του Ατλαντικού. Έτσι και φαρδύτερα ή μάλλον βαθύτερα απ' την 6η Ολομέλεια θα του δείξουμε το σφιχταγκάλιασμα του 21 και Ίλιντεν και τότε στα μάτια του φωτίζεται το σύνθημα μας σήμερα εθνική ισοτιμία...».
Λόγω της επικίνδυνης αυτής εξέλιξης το τάγμα Goce με απόφαση του 28ου Συντάγματος της 10.9.1944 ενσωματώθηκε στο «Απόσπασμα Βίτσι». Διοικητής ορίστηκε ο Κοσμάς Σπανός-Αμύντας, Αρβανίτης από το Λέχοβο, και ο Goce υποβιβάστηκε σε καπετάνιο22. Στην ουσία όμως αυτός ήλεγχε και στο μέλλον το Τάγμα. Ταυτόχρονα, το Μακεδόνικο Γραφείο του ΚΚΕ αποφάσισε να παύσει τη στρατολόγηση των Σλαβόφωνων.
Στις 12 Σεπτεμβρίου ο Στρίγκος έγραφε προς τον Σιάντο:
«...Δεν μπορούμε να σας αποκρύψουμε τις σοβαρές ανησυχίες που έχουμε όσον αφορά τη στάση των Σερβομακεδόνων. Φυσικά η στάση των Σλαυομακεδόνων εδώ στην Ελλάδα είναι πολύ καλή τώρα τελευταία. Συνεργασία με το ελληνικό στοιχείο και κοινή πάλη που όλο και δυναμώνει. Στην περιοχή Πέιου, δηλαδή στα Κορέστια έχουμε κάνει σοβαρή δουλειά και ο κόσμος ακολουθεί την πολιτική μας. Αλλά οι Σερβομακεδόνες εξακολουθούν να αποτελούν την πέτρα του σκανδάλου, πρώτα έχουμε το γράμμα-τελεσίγραφο εκ μέρους του Μακεδόνικου Στρατηγείου που σας στείλαμε (πρόκειται για την εγκύκλιο της 17.6.1944). Έπειτα είναι η προσπάθεια τους να εξοπλίσουν τους Σλαυομακεδόνες χωρίς να μας δίνουν εμάς όπλα. Η δεύτερη αντιπροσωπεία μας που πήγε στην Πρέσπα για να πάρει οπλισμό (η άλλη είναι στο Καϊμακτσαλάν) μας καταγγέλει ένα σωρό πράγματα. Μέσα σε όλους τους σχηματισμούς των σλαυομακεδόνων ο Πέγιος έχει ηρωοποιηθεί, γίνονται πλατιά συζητήσεις ότι η Φλώρινα, η Καστοριά και η Θεσσαλονίκη ανήκουν στη Μακεδονία... Από τη δική μας πλευρά νομίζουμε ότι χωρίς να φαίνεται πρέπει να σταματήσουμε κάθε στρατολογία από Σλαυομακεδόνες και να συνεχίσουμε την πολιτική μας της μεγαλύτερης προσέγγισης Σλαυομακεδόνων - Ελλήνων. Επίσης όμως κατά τη γνώμη μας [είναι] απαραίτητο να ενεργήσετε γρήγορα στον Τίτο γιατί η στάση ορισμένων στελεχών αγγίζει τα όρια της προβοκάτσιας...»".
Ο Goce αρνήθηκε να εκτελέσει την εντολή του Μακεδόνικου Γραφείου για παύση της στρατολογίας και δεχόταν στο τάγμα του χωρίς έλεγχο ταυτότητας άτομα τόσο από τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία όσο και από τη Βουλγαρία,κυρίως Βουλγαρομακεδόνες που στη διάρκεια του Μεσοπολέμου είχαν μεταναστεύσει στη Βουλγαρία από την ελληνική Μακεδονία24. Θεώρησε αναγκαίο να στείλει στο Γενικό Στρατηγείο της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας τον Πέγιο και το Θανάση Κοροβέση (Atanas Korovesov) για τη λήψη οδηγιών, ώστε να συντονίσει την περαιτέρω δράση του. Τέλη Σεπτεμβρίου 1944 οι Πέγιος και Κοροβέσης μετέφεραν στο Τάγμα τις «ντιρεκτίβες», όπως τις χαρακτήριζαν, του Γενικού Στρατηγείου. Σύμφωνα μ' αυτές, το Τάγμα Goce όφειλε να συνεχίσει τη στρατολόγηση και να απαιτεί από το ΚΚΕ τη συγκρότηση ιδιαίτερου μακεδόνικου στρατού και επιτελείου. Σε περίπτωση που το ΚΚΕ αρνούνταν να προβεί σ' αυτές τις παραχωρήσεις, ο Goce θα έπρεπε να προχωρήσει στην επιστράτευση όσο το δυνατόν περισσότερων Σλαυομακεδόνων και να οδηγήσει το Τάγμα του στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Εκεί οι νεοεπιστρατευθέντες θα εξοπλίζονταν και το Τάγμα Goce ενισχυμένο με δυνάμεις από τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία θα κατερχόταν στην ελληνική Μακεδονία για την απελευθέρωση της Φλώρινας, Καστοριάς, 'Εδεσσας και άλλων περιοχών όπου υπήρχαν ακόμη Γερμανοί.
Η αναγγελία το)ν οδηγιών του Γενικού Στρατηγείου έγινε δεκτή με σκεπτικισμό από ορισμένα ηγετικά μέλη του Τάγματος, τα οποία γνώριζαν καλά ότι το ΚΚΕ δεν θα ικανοποιούσε τα αιτήματα τους και έτσι θεωρούσαν πολύ πιθανή μια σύγκρουση του Τάγματος με τον ΕΛΑΣ. Ο αρμόδιος για πολιτικά θέματα στο επιτελείο του Τάγματος, Ναούμ Σουπούρκας (Naum Sopurkov), συμβούλεψε στις 3.10.1944 τον πολιτικό επίτροπο του Τάγματος, Χρήστο Κόκκινο (Hristo Kolencev), να ενημερώσει προληπτικά την κομματική οργάνωση. Αν πράγματι ο τελευταίος πληροφόρησε το ΚΚΕ για τα συγκεκριμένα αυτά σχέδια του Goce δεν είναι εξακριβωμένο, αλλά το ταξίδι του Κοροβέση στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία και οι επαφές του Γενικού Στρατηγείου της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας με το Τάγμα Goce ήταν ήδη γνωστά στην κομματική οργάνωση Καστοριάς. Με επιστολή του προς το Μακεδόνικο Γραφείο (1.10.1944) ο γραμματέας της οργάνωσης Καστοριάς του ΚΚΕ Α. Αντωνόπουλος επισήμανε τον κίνδυνο από τη δράση των «Σερβομακεδόνων» και ενημέρωνε το Μακεδόνικο Γραφείο για ληφθείσα απόφαση σχετικά με την εκκαθάριση του Τάγματος από πρώην αυτονομιστικά στελέχη της Οχράνας και από ξενόφερτα στοιχεία.
Διαβλέποντας τον κίνδυνο μιας νέας διασπαστικής κίνησης, το 28ο Σύνταγμα διέταξε το Τάγμα Goce να μετακινηθεί προς τη Σιάτιστα για να πάρει μέρος σε επιχειρήσεις κατά των Γερμανών. Ο Goce αρνήθηκε να εκτελέσει τη διαταγή, διότι έτσι θα απομακρυνόταν από τη συνοριακή γραμμή που του εξασφάλιζε κάλυψη. Στις 5 Οκτωβρίου 1944 στο χωριό Μελάς πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ εκπροσώπων της IX. Μεραρχίας του ΕΛΑΣ και εκπροσώπων του Τάγματος, χωρίς να επιφέρει κανένα αποτέλεσμα. Νεότερη διαταγή του 28ου Συντάγματος για κάλυψη από το Τάγμα περιοχών που είχε εγκαταλείψει αγνοήθηκε από τον Goce, ο οποίος με το σύνθημα «Ελεύθερη Μακεδονία» συνέχισε τη βίαιη στρατολόγηση και εφοδιαζόταν με όπλα και τρόφιμα από τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Το τάγμα του έφθασε τους 1.500 άνδρες. Ενόψει της δυσάρεστης αυτής τροπής των πραγμάτων, ο Διοικητής της IX. Μεραρχίας Καλαμπαλίκης, παρά την αντίθετη γνώμη του Α. Στρίγκου, ο οποίος προφανώς ήθελε να ενημερωθεί ο Tito για το ζήτημα Goce, εξασφάλισε την έγκριση του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ για επίθεση κατά του Τάγματος. Στις 10.10.1944 το Επιτελείο του 28ου Συντάγματος διέταξε τελεσιγραφικά τον Goce να αφοπλίσει το Τάγμα του. Όσοι είχαν επιστρατευθεί βίαια μπορούσαν να απολυθούν και οι υπόλοιποι να ενταχθούν σε νέο σύνταγμα.
Για να αποφύγει μια άμεση αντιπαράθεση με τον ΕΛΑΣ ο Goce, μετά από παρότρυνση του Kocko, διέταξε το Τάγμα του στις 12.10.1944 να καταφύγει στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, πράγμα που έγινε χωρίς να σημειωθεί ουσιαστική σύγκρουση με τον ΕΛΑΣ, παρά μονάχα μικρο-συμπλοκές οι οποίες είχαν ήδη αρχίσει από τις 5 Οκτωβρίου. Την ίδια οδό επέλεξε και το σλαβόφωνο Τάγμα Αριδαίας-'Εδεσσας, δυνάμεως 575 ανδρών, το οποίο δρούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό ως ανεξάρτητο. Τη νύχτα της 12.10.1944 το Τάγμα υπό την ηγεσία του επιτελικού μέλους Pavle Rakovski αυτομόλησε κρυφά στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Για να μη κινηθεί η υποψία του Διοικητού του Τάγματος Λ. Φουντουλάκη για την επικείμενη αυτομο-λία, ο πολιτικός επίτροπος του Τάγματος Georgi-Dzodzo Urdov παρέμεινε τη νύχτα εκείνη στην Ελλάδα και λιποτάκτησε την επόμενη μέρα.
Μόλις έγινε γνωστή η λιποταξία του Τάγματος Goce, αντιπροσωπεία της IX. Μεραρχίας, αποτελούμενη από τους Ρένο Μιχαλέα, το σλαβόφωνο Μιχάλη Κεραμιτζή (Mihailo Keramidziev), εκπρόσωπο της ΠΕΕΑ στην Καστοριά, και Λάμπρο Τσολάκη μετέβη στην έδρα του Γενικού Στρατηγείου της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας για να αναφέρει τη διάσπαση και να διευθετήσει τα νέα ζητήματα που ανέκυψαν. Η συνάντηση με τους Tempo, Radosavljevic και Kolisevski δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα καθώς όλοι κατηγόρησαν το ΚΚΕ για εσφαλμένη πολιτική στο Μακεδόνικο και ενέκριναν τη συμπεριφορά του Goce. Το Μακεδόνικο Γραφείο του ΚΚΕ έστειλε επίσης τον Τάκη Παπαδόπουλο (ψευδώνυμο Νίκος) που συναντήθηκε με τον Tempo και ζήτησε την καταδίκη της στάσης των ταγμάτων, την επιδοκιμασία της γραμμής του ΚΚΕ, τη διακοπή κάθε επαφής με τα τάγματα και την επιστροφή τους στην Ελλάδα.
Η γιουγκοσλαβική πλευρά αντέδρασε και απαίτησε την πλήρη ελευθερία στρατολόγησης των «Μακεδόνων», την πολιτική τους οργάνωση σε ένα εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο, το σχηματισμό λαϊκής δημοκρατικής κυβέρνησης στα πλαίσια του ελληνικού κράτους, την παραχώρηση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης και τη συγκρότηση μιας μικτής επιτροπής για τη διευθέτηση των ζητημάτων.
Με τηλεγράφημα του στο Στρατηγείο του Tito, στις 29.10.1944, ο Tempo ζήτησε να δοθεί φανερά από την επίσημη γιουγκοσλαβική πλευρά πλήρης υποστήριξη στο μακεδόνικο εθνικο-απελευθερωτικό κίνημα στην Ελλάδα, διότι οι Έλληνες «εκμεταλλεύονται πλήρως τη σιωπή μας και φανερά τονίζουν ότι ο Tito καταδικάζει το μακεδόνικο εθνικό κίνημα στην Ελλάδα και δε θα αναμιχθεί στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας. Επίσης κρίνουμε ότι θα πρέπει να μας στείλετε όσο γίνεται γρηγορότερα όσο το δυνατόν περισσότερο εξοπλισμό για να μπορέσουμε να εξοπλίσουμε, εκτός από το στρατό μας, και τις μακεδόνικες ταξιαρχίες από την Ελλάδα που σταθερά αυξάνουν σε δύναμη και μπορούν να φθάσουν μέχρι και 10.000 μαχητές -εθελοντές- σε σύντομο χρόνο...».
Ανδρες του Τάγματος του Goce διείσδυαν μετά τη διάσπαση στην ελληνική Μακεδονία διανέμοντας προκηρύξεις με περιεχόμενο για «Ελεύθερη και Ανεξάρτητη Μακεδονία» και επιδιώκοντας νέα στρατολόγηση".
Έτσι, τέθηκε επί τάπητος το ζήτημα της ασφάλειας των ελληνο-γιουγκοσλαβικών συνόρων. Τμήματα του 27ου Συντάγματος φρουρούσαν ήδη το τμήμα της Μεθορίου Πρεσπών και τμήματα του «Αποσπάσματος Βίτσι» το τμήμα από Ακρίτα μέχρι Αγία Παρασκευή, ενώ το Μακεδόνικο Γραφείο του ΚΚΕ θεώρησε αναγκαίο να αποφασίσει τον Οκτώβριο του 1944 το κλείσιμο των συνόρων. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, ο Διοικητής της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας Ευριπίδης Μπακιρτζής διέταξε στις 3.11.1944 τη Χ. και IX. Μεραρχία να συγκροτήσουν συνοριακούς τομείς για τη διαφύλαξη των συνόρων και τον έλεγχο των κυριοτέρων διαβάσεων. Η διαταγή κατέληγε τονίζοντας την ανάγκη «η σύνθεσις των τμημάτων των τομέων να είναι τοιαύτη ώστε να μην υπάρχει περίπτωσις ενασκήσεως προπαγάνδας υπό των αυτονομιστών Μακεδονίας». Για ευνόητους λόγους από την επάνδρωση των συνοριακών τομέων αποκλείονταν Σλαβόφωνοι που δεν είχαν την εμπιστοσύνη του ΕΑΜ42. Για να εξουδετερώσει το ΚΚΕ τη γιουγκοσλαβομακεδονική προπαγάνδα αποφάσισε να θέσει σε εφαρμογή τις διακηρύξεις περί ισοτιμίας των μειονοτήτων. Έτσι άρχισαν ενόψει της απελευθέρωσης να ιδρύονται σλαβομακεδονικά σχολεία και να αναπτύσσεται ο θεσμός της τοπικής αυτοδιοίκησης με την τοποθέτηση στελεχών που προέρχονταν από τους Σλαβόφωνους.
Από το Τάγμα Goce και το Τάγμα Αριδαίας-Έδεσσας συγκροτήθηκε στις 18 Νοεμβρίου στο Μοναστήρι η «Πρώτη Αιγαιακή Ταξιαρχία Κρούσης», σκοπός της οποίας ήταν η «απελευθέρωση της Μακεδονίας του Αιγαίου». Διοικητής ορίστηκε ο Ηλίας Δημάκης (Ilija Dimovski-Goce), υποδιοικητής ο Ναούμ Πέγιος (Naum Pejov), πολιτικός επίτροπος ο Μιχάλης Κεραμιτζής (Mihailo Keramidziev) και υποεπίτροπος ο Βαγγέλης Αγιάννης (Vangel Ajanovski-Oce). Επίσης στα στρατόπεδα του Stip και των Σκοπίων εισέρρεαν Βουλγαρομακεόόνες, μετανάστες στη Βουλγαρία από τη ελληνική Μακεδονία κατά το Μεσοπόλεμο, εμφανιζόμενοι ως Μακεδόνες εθνικιστές, πρόθυμοι ν' αγωνιστούν για την «απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης». Τα αλυτρωτικά αυτά σχέδια είχαν την υποστήριξη τόσο του Γενικού Στρατηγείου της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας (Apostolski, Uzunovski) όσο και του Προέδρου Metodija Andonov-Cento.
Ο Tito ήταν ωστόσο ιδιαίτερα επιφυλακτικός και κάλεσε τον Πασχάλη Μητρόπουλο το Νοέμβριο στο Βελιγράδι για να του αναγγείλει ότι ήταν πολύ πρόωρο να τεθεί στην παρούσα χρονική στιγμή το ζήτημα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης. Παρά τις οδηγίες του Tito ο Μητρόπουλος προχωρούσε στις 3 Δεκεμβρίου στη συγκρότηση της «Πολιτικής Επιτροπής της Μακεδονίας του Αιγαίου».
Ενώ στην Αθήνα είχε αρχίσει το Δεκεμβριανό κίνημα, στο Μοναστήρι συζητούνταν η κάθοδος της «Αιγαιακής Ταξιαρχίας Κρούσης» στην Ελλάδα. Είχε εκφράσει την επιθυμία να πολεμήσει ως «μακεδόνικος στρατός» μαζί με τον ΕΛΑΣ εναντίον του Ζέρβα στην Ήπειρο. Ο Ανδρέας Τζήμας, διαισθανόμενος ότι σε περίπτωση που η «Αιγαιακή Ταξιαρχία Κρούσης» κατερχόταν στην Ελλάδα ως «μακεδόνικος στρατός» θα κατελάμβανε μακεδόνικες πόλεις και στην ουσία θα στρεφόταν κατά του ΕΛΑΣ, μετέβη στις 14.12.1944 στο Μοναστήρι και δήλωσε ότι η Ταξιαρχία ή θα έπρεπε να παραδώσει τον οπλισμό της στον ΕΛΑΣ ή να διαλυθεί και να κατέλθει στην Ελλάδα μόνο ως τμήμα του ΕΛΑΣ για να πολεμήσει εναντίον του Ζέρβα.Οι κινήσεις της «Αιγαιακής Ταξιαρχίας Κρούσης» προκάλεσαν την ανησυχία του Maclean, αρχηγού της βρετανικής στρατιωτικής αποστολής στη Γιουγκοσλαβία, ο οποίος στα μέσα Δεκεμβρίου διαμαρτυρήθηκε στον Tito. Ο Tito έσπευσε να τον διαβεβαιώσει ότι καμιά στρατιωτική μονάδα δε θα περνούσε τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα. Με μια πολιτική ηγεσία στα Σκόπια που δεν ενδιαφερόταν τόσο για την ένταξη της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας στη γιουγκοσλαβική ομοσπονδία όσο για την απόσχιση και την ίδρυση μιας Ενιαίας και Ανεξάρτητης Μακεδονίας, στο βαθμό που η Γιουγκοσλαβία δεν είχε ακόμη απελευθερωθεί ολοκληρωτικά και προτεραιότητα για τη γιουγκοσλαβική πολιτική είχε το ζήτημα της Τεργέστης, ο Tito, εφαρμόζοντας την πολιτική των λεπτών ισορροπιών, δεν επιθυμούσε μια σύγκρουση με τους Αγγλους. Με επιστολή του στο Γενικό Στρατηγείο της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας απαγόρευε στην «Αιγαιακή Ταξιαρχία Κρούσης» να κατέλθει στην Ελλάδα.
Προς μεγάλη της δυσαρέσκεια η Ταξιαρχία έπαιρνε διαταγή λίγο αργότερα να πολεμήσει εναντίον αλβανικών εθνικιστικών ομάδων του Balli Kombetar στο Gostivar. Όσοι ήρθαν από τη Βουλγαρία αυτοεμφανιζόμενοι ως Μακεδόνες εθνικιστές διατάχθηκαν να πολεμήσουν εναντίον των Γερμανών στο μέτωτο του Srem. Οι αρνηθέντες καταδικάστηκαν από στρατοδικείο σε θάνατο και φυλάκιση από 1 μέχρι 8 ετών, τελικά όμως τους απονεμήθηκε χάρη50. Η «Αιγαιακή Ταξιαρχία Κρούσης» διαλύθηκε στις 6 Μαΐου 1945 και εντάχθηκε στο γιουγκοσλαβικό στρατό, ενώ ο Tito απέκτησε σταδιακά τον έλεγχο στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία.
Το αποσχιστικό κίνημα του Goce έχει γίνει αντικείμενο πολλών συζητήσεων. Η επίσημη ιστοριογραφία των Σκοπίων θεωρεί τις διασπαστικές κινήσεις των Σλαβομακεδόνων αποτέλεσμα της εσφαλμένης πολιτικής του ΚΚΕ στο Μακεδόνικο και των υποχωρήσεων του ΕΑΜ προς την ελληνική αντίδραση και την αγγλική πολιτική (Λίβανος, Καζέρτα), πράγμα που προκάλεσε στους Σλαβομακεδόνες το φόβο παλινόρθωσης του παλαιού αστικού σοβινιστικού καθεστώτος και ενέτεινε την ανάγκη διαφοροποίησης από το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ.
Η ερμηνεία αυτή είναι a posteriori και εσφαλμένη. Εντάσσεται στη γενικότερη άποψη της πρώην γιουγκοσλαβικής ιστοριογραφίας, η οποία θεωρούσε ως βασική αιτία της ήττας του ΕΑΜ τη μη συγκρότηση Βαλκανικού Στρατηγείου και την προσχώρηση του ΕΛΑΣ στο Στρατηγείο Μέσης Ανατολής, πράγμα που έφερε το αντιστασιακό κίνημα του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ σε άμεση εξάρτηση από την αγγλική πολιτική. Όταν εκδηλώθηκε η διάσπαση του Πέγιου, δεν είχε ακόμη υπογραφθεί η συμφωνία του Λιβάνου. Ο σχηματισμός προσωρινής κυβέρνησης εθνικής ενότητας ήταν ένα γενικό φαινόμενο στις χώρες που είχαν αντιστασιακά κινήματα. Και ο Tito είχε συνάψει στις 16 Ιουνίου 1944 συμφωνία με την εξόριστη κυβέρνηση Subasic. Αλλωστε και οι παρτιζάνοι του Tito ενισχύονταν από τους Αγγλους. Το ΚΚΕ δεν μπορούσε να εφαρμόσει την πολιτική του ΚΚΓ στο Μακεδόνικο, διότι οι συνθήκες στην ελληνική Μακεδονία ήταν πολύ διαφορετικές σε σχέση με τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Τα αυτονομιστικά κινήματα των Σλαβομακεδόνων της ελληνικής Μακεδονίας ήταν προ πάντων αποτέλεσμα της επεκτατικής πολιτικής των πολιτικών και στρατιωτικών φορέων της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας και υποδαυλίστηκαν από τους στρατιωτικούς συνδέσμους που δρούσαν στην ελληνική Μακεδονία".
Την ίδια πολιτική ασκούσαν και σε σχέση με τη βουλγαρική Μακεδονία πριν ακόμη από την πολιτική μεταβολή της 9ης Σεπτεμβρίου. Η απήχηση ωστόσο δεν ήταν πολύ μεγάλη. Με βίαιη στρατολόγηση ο Goce επιστράτευσε περίπου 1.500 άτομα και ο Urdov 575, ενώ στις τάξεις του ΕΛΑΣ πολεμούσαν 5.000 Σλαβόφωνοι. Πολλοί από αυτούς που ακολούθησαν τον Goce σύντομα αντιλήφθηκαν την τυχοδιωκτική τους κίνηση και εξέφρασαν την επιθυμία επιστροφής. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Ναούμ Σουπούρκα, αρμόδιου για πολιτικά θέματα στο επιτελείο του Τάγματος Goce.
Ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ αναφέρονται επίσης στην αυτονομιστική προπαγάνδα των Γιουγκοσλάβων πρακτόρων στην ελληνική Μακεδονία. Εκφράζουν ωστόσο και την άποψη ότι οι Αγγλοι υποδαύλισαν τη διασπαστική κίνηση του Goce. Ο Λ. Στρίγκος γράφει στη μεταπολεμική του έκθεση προς την ΚΕ του ΚΚΕ: «Η διάσπαση του Γκώτσε στα τμήματα της 9ης Μεραρχίας καθοδηγούνταν -απ' όλα τα στοιχεία που υπήρχαν- άμεσα από την κλίκα Μη-τρόφσκυ. Η διάσπαση αυτή έγινε ακριβώς στις παραμονές της απελευθέρωσης της Ελλάδας και είχε σκοπό να εξυπηρετήσει τα σχέδια των Αγγλων, δηλ. να μας αδυνατίσει στις πιο αποφασιστικές στιγμές. Οι Αγγλοι από το ένα μέρος έκαναν ρίψεις στο τμήμα του Γκώτσε για να το ενισχύσουν και από το άλλο μέρος με τους πράκτορες τους ή τους ανθρώπους που επηρέαζαν (Καλαμπα-λίκης, Μπακιρτζής κ.λ.π.) προσπαθούσαν να μας παρασύρουν για να συγκεντρώσουμε τις δυνάμεις κατά του τμήματος του Γκώτσε. Ο Καλαμπαλίκης είχε ζητήσει προσανατολισμό των δυνάμεων προς τον Γκώτσε και αυτό ματαιώθηκε με την επέμβαση της οργάνωσης. Ο Μπακιρτζής επίσης ζητούσε τις παραμονές ακριβώς της συγκέντρωσης των δυνάμεων μας στη Θεσσαλονίκη να προσανατολίσουμε τις δυνάμεις μας προς τον Γκώτσε. Και αυτό επίσης ματαιώθηκε χάρη στην επέμβαση της κομματικής οργάνωσης».
Ακραίες απόψεις εκφράζει ο Μάρκος Βαφειάδης που μαζί με τον Μπακιρτζή διοικούσε την Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας. «...Οι Εγγλέζοι που κι έτσι υποδαύλιζαν σοβινιστές διαθέσεις μέσα στο σλαβομακεδονικό στοιχείο, τους ήρθε καλούπι η τέτοια ατμόσφαιρα [εννοεί την πολιτική ατμόσφαιρα μετά την υπογραφή της συμφωνίας του Λιβάνου] και δεν άργησαν να σπρώχνουν σε ανοιχτή σύγκρουση τα σλαβομακεδονικά τμήματα, ιδιαίτερα κείνο που 'ταν στο Βίτσι, με τ' άλλα τμήματα του ΕΛΑΣ "που είναι ξένα σε μακεδόνικο έδαφος". Αρχισε να μην εκτελεί διαταγές, σιωπηρά στην αρχή, με τη δήλωση της διοίκησης (Γκότσε) του τάγματος ότι "είναι τμήμα ανεξάρτητο". Ότι ο Γκότσε βλέπονταν με τον Αγγλο λοχαγό 'Εβανς είχε πια μαθευτεί και ύστερα από λίγο διαπιστώθηκε ότι ανάμεσα 'Εβανς-Γκότσε έγινε συμφωνία χρηματική, όπλα, πυρομαχικά, με ρίψεις ανεφοδιασμού του τάγματος, με σκοπό, μαζί με το άλλο τάγμα του Πάικου, να καταλάβει τη Σαλονίκη.. .».
Ότι οι Αγγλοι τον Οκτώβριο του 1944 προσπαθούσαν να αποτρέψουν την είσοδο του ΕΛΑΣ στη Θεσσαλονίκη είναι γεγονός αναμφισβήτητο. Ότι Αγγλοι στρατιωτικοί έφθασαν στο σημείο, στα πλαίσια προσπαθειών για εξασθένιση του ΕΛΑΣ, να ενθαρρύνουν αλυτρωτικές βλέψεις των Σλαβομακεδόνων σε βάρος της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας, είναι μια αυθαίρετη υπόθεση που δεν εναρμονίζεται με την αγγλική πολιτική. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι απόψεις του Στρίγκου και του Βαφειάδη οφείλονται στις πολιτικές τους προκαταλήψεις για το ρόλο των Αγγλων. Ο Αγγλος λοχαγός P. Η. Evans, στρατιωτικός σύνδεσμος στη Δυτική Μακεδονία (Μάρτιος-Δεκέμβριος 1944), στην απόρρητη έκθεση απολογισμού των δραστηριοτήτων του (1.12.1944) δεν αναφέρει καμιά ιδιαίτερη συναλλαγή με τον Goce, παρά μονάχα ότι συναντήθηκε μία φορά μαζί του. Ο Evans, που παραδέχεται ότι δε γνωρίζει το Μακεδόνικο Ζήτημα, δεν αμφιβάλλει για την ύπαρξη ενός σλαβομακεδονικού πατριωτικού αισθήματος, το οποίο όμως μπορεί να χαρακτηριστεί περισσότερο ως τοπικιστικό αίσθημα. Εκείνο που προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση στο νεαρό αξιωματικό ήταν η ρευστότητα της εθνικής συνείδησης των Σλαβομακεδόνων που καθοριζόταν κυρίως από ωφελιμιστικά κίνητρα. Το τελικό συμπέρασμα του Evans είναι πως οι Σλαβομακεδόνες μπορούν άνετα να παραμείνουν στο ελληνικό κράτος, εφόσον τους εξασφαλιστούν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και τους επιτραπεί να μιλούν το τοπικό τους ιδίωμα και πως δεν υπάρχουν αντικειμενικές προϋποθέσεις για «Ελεύθερη Μακεδονία».
Αναμφισβήτητα το ΚΚΕ κατά την περίοδο της κατοχής, για να μη διασπαστεί η ενότητα του ΕΑΜ, έδειξε ευαισθησία στο Μακεδόνικο ζήτημα. Η αναγνώριση ωστόσο της ύπαρξης «μακεδόνικου έθνους», που αποτελεί το βασικό λάθος του ΚΚΕ και την αιτία της αντιφατικής του πολιτικής, η εμπλοκή του εθνικού πεδίου με το ιδεολογικό και προ πάντων η επενέργεια εξωγενών παραγόντων συνετέλεσαν ώστε στους Σλαβόφωνους της ελληνικής Μακεδονίας να γεννηθούν πολιτικές επιλογές, διαφορετικές από την επίσημη κομματική θέση. Αλλά η κατάσταση δεν ήταν ανεξέλεκτη και η πλειοψηφία των Σλαβόφωνων προτίμησε να πολεμήσει στις τάξεις του ΕΛΑΣ και όχι του ΣΝΟΦ και του τάγματος Goce. Η ανώμαλη πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα μετά τη Βάρκιζα και ο εμφύλιος πόλεμος έφεραν την ηγεσία του ΚΚΕ προ δύσκολων αποφάσεων και κατέστησαν το Μακεδόνικο την αχίλλειο πτέρνα του.
Το παραπάνω κείμενο -μαζί με τις πρωτογενείς πηγές του - έχει δημοσιευθεί στην αγγλική γλώσσα από το www.macedonian-heritage.gr με τίτλο Sfetas, Spyridon, “Autonomist Movements of the Slavophones in 1944: The Attitude of the Communist Party of Greece and the Protection of the Greek-Yugoslav Border”, Balkan Studies, 36/2 (1995), 297-317.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια τα οποία θα περιέχουν Greekenglish, ύβρεις, μειωτικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς δεν θα αναρτώνται.