του Ιωάννη Κολιόπουλου**
Η μελέτη του ιστορικού παρελθόντος βοηθάει τους ανθρώπους να κατανοήσουν ότι αποτελούν μέρος ενός κόσμου ενιαίου και ότι οι, κοινωνίες και τα έθνη δεν αποτελούν απομονωμένες ανθρώπινες κοινότητες ούτε οι πολιτισμοί στεγανές ενότητες αξιών που διατηρούν την αυτονομία τους στον χρόνο, αλλά ενότητες ιδεών και πρακτικών λύσεων που διαρκώς ανασυγκροτούνται υπό την πίεση των νέων συνθηκών και με τη δημιουργική παρέμβαση των ανθρωπίνων ομάδων να κατανοήσουν τους ίδιους και τους «άλλους», διακρίνοντας τις διαφορές και τις ομοιότητες μεταξύ των, στο παρελθόν και το παρόν να αμφισβητούν την αξία των στερεοτύπων για άλλους λαούς, αλλά και για τους ίδιους· να σέβονται την ιδιαιτερότητα και να μην φοβούνται την ετεροδοξία, να δυσπιστούν δε προς τη μισαλλοδοξία· να διακρίνουν τα γεγονότα από τις εικασίες και την ιστορική πραγματικότητα από την πλασματική εικόνα· να κατανοούν την πολυπλοκότητα των αιτίων και να δυσπιστούν προς τις απλουστευτικές απαντήσεις και τις εύκολες εξηγήσεις· να αναγνωρίζουν την πλαστή αναλογία και την κατάχρηση των «διδαγμάτων» της ιστορίας, να εκτιμούν δε τις συνέπειες τέτοιας καταχρήσεως· να θεωρούν ότι η άγνοια του ιστορικού παρελθόντος μπορεί να τους καταστήσει θύματα εκείνων που γνωρίζουν αυτό το παρελθόν, χωρίς να λησμονούν ότι η ιστορία δεν παίζει τον ρόλο δικαστηρίου και ότι οι ιστοριογράφοι δεν είναι εισαγγελείς που αναζητούν ενόχους· να αναγνωρίζουν ότι ορισμένα προβλήματα δεν επιδέχονται λύσεων που χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν· να είναι προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν στη ζωή πράξεις και στάσεις παράλογες και ανέλπιστες· να μην παραιτούνται από την αναζήτηση της αντικειμενικής αλήθειας ούτε να επιτρέπουν να κλονίζεται η πεποίθηση τους ότι υπάρχει τέτοια αλήθεια.
Η αναζήτηση της αλήθειας, της αντικειμενικής αλήθειας ή όπως αλλιώς λέγεται, της ιστορικής πραγματικότητας υπήρξε εντολή προς τους διακόνους της Ιστορίας ενός από τους πρώτους μεγάλους θεράποντες της Κλειούς, του Λουκιανού, ο οποίος απεφάνθη ως ακολούθως για τους ιστορικούς:
«Τοιούτος οννμοι δ συγγραφεύς, εστω άφοβος, αδέκαστος, ελεύθερος, παρρησίας και αληθείας φίλος, ώς δ κωμικός φησίν, τα σύκα σύκα, την σκάφην δε σκάφην όνομάσων, ον μίσει ουδέ φιλία νέμων ουδέ φειδόμενος ή ελεών ή αισχυνόμενος ή δυσωπούμενος, Ισος δικαστής, εύνους απασιν άχρι τού μη θατέρω τι άπονείμαι πλεΐον τού δέοντος, ξένος εν τοίς βιβλίοις και άπολις, αυτόνομος, άβασίλευτος, ον τι τώδε δόξει λογιζόμενος, άλλα τι πέπρακται λέγων».
«"Άφοβος», λοιπόν, ο ιστορικός, «αδέκαστος, ελεύθερος, παρρησίας και αληθείας φίλος», «ίσος δικαστής, άπολις, αυτόνομος, άβασίλευτος», κατά τον Λουκιανό· στον οποίο, καθώς και στον μεγάλο Θουκυδίδη, θεμελιώθηκε η ιστοριογραφία του Δυτικού Κόσμου και πολιτισμού. Έρεισμα αυτής της ιστοριογραφίας υπήρξε η βαθιά πεποίθηση ότι η πιστή αναπαράσταση της ιστορικής πραγματικότητας είναι απαραίτητη στη διαπαιδαγώγηση των πολιτών μιας ευνομούμενης πολιτείας.
Την ιστορία, χωρίς άλλους επιθετικούς προσδιορισμούς, έχουμε οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι εντολή και καθήκον να διακονούμε στα πανεπιστήμια της χώρας μας, αυτήν την ιστορία διδάσκουμε ή, πρέπει να διδάσκουμε στους μαθητές μας, νέους πολίτες της ευνομούμενης πολιτείας μας. Οι ιστορικοί, βέβαια δεν είμαστε «απόλιδες» ή «αβασίλευτοι», όπως θα μας ήθελε ο Λουκιανός. Ούτε ο ίδιος άλλωστε, ούτε ο Θουκυδίδης, μπορούσαν να καυχηθούν ότι ήσαν «απόλιδες» ή «αβασίλευτοι». Με την επίκληση αυτού του ιδανικού, δηλ. της απόλυτα πιστής αναπαραστάσεως της ιστορικής πραγματικότητας, ήθελε να προστατεύσει ο Λουκιανός τον ιστοριογράφο από τη σαγήνη που ασκεί η εκάστοτε εξουσία επ' αυτού και να τον στηρίξει στην απέραντη μοναξιά του, όταν επιδιώκει να ανακαλύψει, στα τεκμήρια του ιστορικού παρελθόντος, την αντικειμενική αλήθεια και να τον πείσει να μην κλονισθεί ούτε στιγμή η πεποίθησή του ότι υπάρχει, πράγματι, αντικειμενική αλήθεια, όπως υπάρχει, το καλό και το δίκαιο, ως απόλυτη αξία.
Αυτή η αναπαράσταση της ιστορικής πραγματικότητας ως απόλυτης αξίας είναι απαραίτητη στη διαμόρφωση των πολιτών μιας ευνομούμενης πολιτείας, ώστε να μην ολισθαίνουν οι πολίτες στον σχετικισμό των αξιών και των αρχών που καλλιεργούν όλοι οι δημεγέρτες, αλλά να εκτιμούν δια της μελέτης των πράξεων και των αποφάσεων των ανθρώπων στο παρελθόν την αξία και τη σημασία του ηρωισμού και της αυτοθυσίας, αλλά και της δειλίας και της ιδιοτέλειας, της προσφοράς αλλά και της πλεονεξίας, του δικαίου αλλά και του αδίκου, της ανοχής και του σεβασμού προς την ετεροδοξία, αλλά και της μισαλλοδοξίας. Ο σχετικισμός, αυτή η μάστιγα της ευνομούμενης πολιτείας, που ορθώνει το ανάστημά της και σαγηνεύει τους θιασώτες της ήσσονος προσπάθειας, τους νωθρούς και τους δειλούς, τους απαίδευτους, καλλιεργεί τη θέση ότι δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια, ούτε ιστορική πραγματικότητα, και ότι η άποψη του απαίδευτου έχει την ίδια αξία με αυτήν του πεπαιδευμένου, ότι όλες οι απόψεις για το ιστορικό παρελθόν, όλες οι «προσεγγίσεις», είναι αποδεκτές και σεβαστές, ότι δεν υπάρχουν αυθεντίες.
Οι αρχές και αξίες που αντλούνται και καλλιεργούνται δια της μελέτης των ανθρωπίνων πράξεων είναι, βέβαια, προϊόντα του Δυτικού κόσμου και πολιτισμού, αλλά έχουν επηρεάσει και επηρεάζουν και άλλους πολιτισμούς και κόσμους, αναγνωρίζονται δε πλέον ως αρχές και αξίες με γενικότερη εφαρμογή, ωστόσο, προβάλλονται και καλλιεργούνται στο πλαίσιο της πολιτείας που αναπτύχθηκε από κοινού με το εθνικό κράτος των νεότερων χρόνων. Ελλείψει μιας παγκόσμιας πολιτείας, η πολιτεία που έχει στη διάθεσή του το εθνικό κράτος είναι η μόνη ενότητα που προβάλλει και καλλιεργεί τις αρχές και αξίες αυτές. Αναπόφευκτα, λοιπόν, και ώσπου να αντικατασταθεί το εθνικό κράτος από κάποιο άλλο πολιτικό μόρφωμα, δεν είναι δυνατό να υπονομευθεί η αποδεδειγμένα επιτυχημένη στέγη της πολιτείας που ευνόησε την καλλιέργεια και την παραγωγή των αρχών και των αξιών της ευνομούμενης πολιτείας, το εθνικό κράτος.
Προϊόν αλλά και συντελεστής της αναπτύξεως του εθνικού κράτους υπήρξε και η εθνική ιστορία, η οποία εσχάτως δέχεται πυρά από διάφορους διεθνιστικούς κύκλους. Η εθνική ιστορία, αναπτύχθηκε κυρίως μετά τη Γαλλική επανάσταση και την άνοδο του εθνικισμού, διαφέρει δε από την ιστορία χωρίς άλλο επιθετικό προσδιορισμό, όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, στο εξής: αποσκοπεί στη διαμόρφωση της απαραίτητης σε μια εθνική πολιτεία εθνικής ταυτότητας. Η εθνική ιστορία που διδάσκεται στα σχολεία είναι συνήθως προϊόν συνθέσεως ποικίλων στοιχείων, επιλεγμένων με τρόπο ώστε να προβάλλονται οι αρετές ενός έθνους. Την εποχή του Ρομαντισμού, μάλιστα, όταν τέθηκαν οι προδιαγραφές της εθνικής ιστορίας των διαφόρων λαών, παρεισέφρυσαν πολλά στοιχεία, ξένα προς την ιστορική πραγματικότητα, αλλά που κρίθηκαν πως εξυπηρετούν την ανάπτυξη της εθνικής ταυτότητας. Προϊόντα επιλογής ιστορικών στοιχείων ήσαν και τα έργα ιστοριογράφων της εποχής πριν από τη ρομαντική ιστοριογραφία του 19ου αιώνος, αποσκοπούσαν δε στην ανάπτυξη της«αρετής» (virtu) σε εκείνους τους ολίγους που προορίζονταν να ασκήσουν ανώτερα δημόσια αξιώματα. Η διδασκαλία των βίων των μεγάλων ανδρών της Ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας για την προετοιμασία των αυριανών ηγετών της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και η διδασκαλία της κατάλληλα διασκευασμένης εθνικής ιστορίας ανάλογους στόχους εξυπηρετούσαν.
Η επιστήμη της ιστορίας, της εθνικής ιστορίας συμπεριλαμβανομένης, είχε από τους κλασικούς ελληνικούς χρόνους, διδακτικό χαρακτήρα. Η αυτοτέλεια της ιστορικής έρευνας απέναντι στον εξωτερικό καταναγκασμό ή εις κάθε είδους πνευματικές δεσμεύσεις και επιδράσεις, οι εντολές του μεγάλου διακόνου της Κλειούς, του Λουκιανού, δεν καθόριζαν την έρευνα αυτήν και το προϊόν της ως αυτοσκοπό αποσπασμένο από κάθε ηθική ή παιδαγωγική σκέψη. Η αναζήτηση της αλήθειας ή της ιστορικής πραγματικότητας είχε πάντοτε για τους Έλληνες ένα βαθύτερο ηθικό σκοπό να υπηρετήσει, να βελτιώσει τον άνθρωπο, με την εμμονή στη μοναδική αλήθεια.
Στις λογικές υποθέσεις που υπάρχουν συνυφασμένες με την ιστορική πραγματικότητα, στους «μύθους» που ανακαλύπτουν στην εθνική ιστορία με ιερή αγανάκτηση οι σημερινοί πολέμιοι του έθνους, διακρίνουν οι προσεχτικοί παρατηρητές τα στοιχεία εκείνα με τα οποία ήθελε να εφοδιάσει η πολιτεία του εθνικού κράτους των Ελλήνων τους πολίτες της. Αυτά τα στοιχεία κρίνονταν στο παρελθόν ότι εξυπηρετούσαν τον επιδιωκόμενο στόχο, τη βελτίωση του ανθρώπου. Αν τώρα κρίνονται ακατάλληλα, θα πρέπει οι πολέμιοί τους να προτείνουν άλλα στοιχεία που καλλιεργούν και προάγουν την αρετή, άλλους «μύθους», εξίσου παιδαγωγικούς με τους υπό διωγμόν. Οι αρχαίοι Έλληνες, ας μην λησμονούν οι πολέμιοι των μύθων της εθνικής ιστορίας, με μύθους είχαν επενδύσει ορισμένα από τα μεγαλύτερα διδάγματα που άφησαν ως κληρονομιά σε όλον τον κόσμο.
Δια του σχολικού βιβλίου, ιδίως δε του σχολικού βιβλίου της ιστορίας, οι αρμόδιες αρχές της πολιτείας προωθούν και καλλιεργούν την εθνική ταυτότητα των αυριανών πολιτών, την πεποίθηση των πολιτών ότι ανήκουν σε μια διακριτή κοινότητα ανθρώπων, σε μια διακριτή πολιτιστική κοινότητα, σε μια εθνική κοινότητα, καθώς και την αγάπη και την αφοσίωση προς αυτήν την κοινότητα, το έθνος, και κατ' επέκταση προς την εθνική πατρίδα. Δια του σχολικού βιβλίου ιστορίας προβάλλονται για να αποτυπωθούν στη συλλογική εθνική συνείδηση γεγονότα, όπως απελευθερωτικοί πόλεμοι, εθνικά έπη αλλά και τραγωδίες και δεινά του έθνους, που κρίνονται ότι στηρίζουν και προάγουν την ταύτιση με την εθνική κοινότητα και την αγάπη προς την πατρίδα. Αναπόφευκτα, η προαγωγή της ταυτίσεως με την οικεία εθνική κοινότητα, καλλιεργεί τη δυσπιστία απέναντι στους κατά καιρούς αντιπάλους της εθνικής κοινότητας, σε ορισμένες δε περιπτώσεις και τον φόβο ή και το μίσος απέναντι στους κατά καιρούς αντιπάλους και εχθρούς του έθνους και της πατρίδος.
Η δυσπιστία, ο φόβος και το μίσος απέναντι στους κατά καιρούς αντιπάλους και εχθρούς του έθνους και της πατρίδας κρίνονται πλέον στοιχεία ανεπιθύμητα, από διεθνιστικούς κύκλους κυρίως, στη διαπαιδαγώγηση των αυριανών πολιτών, έχουν δε επιβάλει οι ίδιοι κύκλοι ορισμένες πολιτικές ορθότητες που επηρεάζουν ολοένα και ευρύτερους πολιτικούς κύκλους αρνητικά απέναντι στα σχολικά βιβλία ιστορίας που προάγουν την εθνική ιστορία και την εθνική ταυτότητα. Κρίνεται, λοιπόν, ολοένα και από ευρύτερους πολιτικούς κύκλους, ότι τα σχολικά βιβλία ιστορίας δεν πρέπει να προάγουν τη δυσπιστία, τον φόβο και το μίσος απέναντι στους κατά καιρούς αντιπάλους και εχθρούς του έθνους και της πατρίδας, αλλά να προβάλλουν τα γεγονότα εκείνα του ιστορικού παρελθόντος που φανερώνουν τη συνεργασία και την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ του οικείου έθνους και των κατά καιρούς αντιπάλων και εχθρών του.
Η ογκούμενη, καθώς φαίνεται, αντίδραση εναντίον του εθνικού σχολικού βιβλίου ιστορίας ως προξένου ξενοφοβίας και μίσους αποτελεί πλέον μια πολιτική ορθότητα, η οποία σπανίως αμφισβητείται. Έχει, ωστόσο η πολιτική αυτή ορθότητα, ορισμένες αδυναμίες, τις οποίες θα παρουσιάσω εν συντομία. Μια τέτοια αδυναμία είναι το εφήμερο πολλών πολιτικών ορθοτήτων. Ανάλογες αμφισβητήσεις του εθνικού κράτους και της εθνικής ταυτότητας που καλλιεργείται στο πλαίσιό του, στο παρελθόν, από διεθνιστικούς ή άλλους υπερεθνικούς κύκλους, αχρηστεύθηκαν με την πάροδο των χρόνων και λησμονήθηκαν. Το εθνικό κράτος όχι μόνον άντεξε στις επιθέσεις από τους κατά καιρούς αμφισβητίες του αλλά υπερίσχυσε και εξήλθε από τις συγκρούσεις ενισχυμένο.
Άλλη συναφής αδυναμία της αμφισβητήσεως της χρησιμότητας της εθνικής ταυτότητας και του εθνικού κράτους που τη στηρίζει έχει σχέση με την καθόλα καλοπροαίρετη αλλά αφελή πεποίθηση ότι όλοι οι λαοί ομοφώνως θα σπεύσουν να καταργήσουν τις εθνικές ταυτότητες και τα εθνικά κράτη, πεποίθηση που εδράζεται στη διεθνιστική πίστη ότι οι λαοί και οι ηγέτες τους δεν είναι δυνατόν να στηρίζουν πολιτικά μορφώματα που αναπαράγουν τις προστριβές και τις συγκρούσεις. Ανάλογη διεθνιστική-ειρη-νιστική κίνηση του Μεσοπολέμου είχε ως αποτέλεσμα να υπονομευθούν τα εξοπλιστικά προγράμματα των Δυτικών Δημοκρατιών και αντιθέτως να αποθρασυνθούν όλες εκείνες οι δυνάμεις που ευνοούσαν τον πόλεμο ή τον εκβιασμό για να αναθεωρήσουν το εδαφικό καθεστώς, που είχε προκύψει από τις συνθήκες του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.
Η σοβαρότερη όμως αδυναμία εκείνων που αμφισβητούν τη χρησιμότητα της εθνικής ταυτότητας στη διαπαιδαγώγηση των πολιτών είναι η απουσία προτάσεως εναλλακτικής ταυτότητας που να είναι σε θέση να συνέχει την κοινωνία της ευνομούμενης πολιτείας όπως την συνέχει η εθνική ταυτότητα. Δεν διευκρινίζεται εν προκειμένω ποια ταυτότητα θα καλλιεργεί η ιστορία δια του διεθνιστικού σχολικού βιβλίου που φαίνεται να προωθούν διάφοροι ιστορικοί που ανήκουν στη συνομοταξία των λεγομένων «αποδομητών» της εθνικής ταυτότητας και του εθνικού κράτους.
Η αμφισβήτηση όμως της εθνικής ιστορίας και η επιχείρηση να κατεδαφισθεί η εθνική ταυτότητα των Ελλήνων συνιστούν σοβαρό πολιτικό ζήτημα. Σε αντίθεση προς την ιστορία που καλλιεργείται και διδάσκεται στα πανεπιστήμια και που υπόκειται σε διορθωτικές αλλαγές με την ευθύνη των ιστορικών που διακονούν την Κλειώ στα πανεπιστήμια και σε άλλα ερευνητικά ιδρύματα, η Εθνική Ιστορία που διδάσκεται στα σχολεία ανήκει στην ευθύνη της πολιτείας και των θεσμικών οργάνων της. Η εθνική ιστορία διδάσκεται προκειμένου να καλλιεργηθεί η εθνική ταυτότητα στους αυριανούς πολίτες, των οποίων η εθνική συνείδηση και θρησκευτική πίστη προστατεύονται από το Σύνταγμα της χώρας. Το περιεχόμενο λοιπόν της εθνικής ιστορίας και η δι' αυτού του περιεχομένου καλλιέργεια και προαγωγή της εθνικής ταυτότητας δεν είναι αντικείμενο συζητήσεως και αποφάσεως των Ιστορικών, αλλά πολιτικό ζήτημα, για το οποίο αποφασίζουν τα αρμόδια θεσμικά όργανα της πολιτείας. Οι Ιστορικοί μπορεί να είναι σύμβουλοι της πολιτείας, όταν συγγράφουν όμως βιβλία Ιστορίας για το Ελληνικό σχολείο, υποτάσσονται στις επιταγές του Συντάγματος, δεν έχουν το δικαίωμα της λαθραίας εισαγωγής περιεχομένου και ερμηνειών του ιστορικού παρελθόντος που αντιβαίνουν στα ρητά προστατευόμενα από το Σύνταγμα αγαθά, στην εθνική συνείδηση και τη θρησκευτική πίστη του κυρίαρχου λαού (άρθρο 16, παρ. 2).
Τείνει ωστόσο να επικρατήσει η άποψη ότι, προκειμένου να εξυπηρετηθεί η ειρήνη μεταξύ των διαφόρων λαών και χωρών, ιδίως μεταξύ των γειτονικών, είναι απαραίτητο να προβληθεί δια των σχολικών βιβλίων της Ιστορίας το παρελθόν των χωρών και των λαών απαλλαγμένο από διάφορα αρνητικά στερεότυπα και χαρακτηρισμούς μειωτικούς για τους γείτονες, καθώς και από στοιχεία που θεωρούνται πως αναπαράγουν την καχυποψία και το μίσος μεταξύ των διαφόρων λαών, όπως αίτια προστριβών και συγκρούσεων και διάφορα δεινά. Πληθαίνουν οι διακρατικές επιτροπές για τον έλεγχο των βιβλίων, πληθαίνουν και τα σχολικά βιβλία με στόχο την καλλιέργεια της αγάπης προς την ειρήνη και την αποστροφή προς τον πόλεμο. Για να εκτιμηθεί η δυνατότητα ή η σκοπιμότητα της χρήσεως της Ιστορίας για την προαγωγή φιλικών σχέσεων μεταξύ των γειτονικών λαών που μοιράσθηκαν στο παρελθόν τόπους και κοινές τύχες και εμπειρίες, χρειάζεται να υπομνησθεί ότι των φιλικών σχολικών βιβλίων Ιστορίας προς τους γείτονες συνήθως προηγούνται μακροχρόνιες και αδιατάρακτες φιλικές σχέσεις μεταξύ τους σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Τα φιλικά προς τους γείτονες σχολικά βιβλία Ιστορίας ασφαλώς ενισχύουν τις φιλικές σχέσεις σε πολιτικό επίπεδο, αλλά δεν τις υποκαθιστούν, ούτε είναι δυνατόν να τις υποκαταστήσουν. Τέτοιες προσδοκίες θα ήταν επικίνδυνες για την ασφάλεια των χωρών, αλλά και για την υπόθεση της ειρήνης σε μια περιοχή, όπου είναι ακόμη διακριτά κάποια βαθιά ρήγματα που σχηματίσθηκαν στο παρελθόν.
Εκτός όμως από τις επικίνδυνες αυτές προσδοκίες που μπορεί να εκθρέψει η άποψη που φαίνεται να διαμορφώνεται για τον ρόλο των σχολικών βιβλίων της Ιστορίας, είναι απαραίτητο να τεθεί το ζήτημα της χρήσεως της Ιστορίας γενικώς σε μια ευνομούμενη πολιτεία, προπαντός δε να διευκρινισθεί ότι η επιλογή θετικών στοιχείων από το ιστορικό παρελθόν προκειμένου να ικανοποιηθούν διάφορες πολιτικές ορθότητες δεν συνιστά Ιστορία, επειδή παρουσιάζει ορισμένες μόνο πλευρές της πολύπλευρης ιστορικής πραγματικότητας.
Πίσω από την τυραννία των πολιτικών ορθοτήτων ευρίσκονται, όπως ήδη αναφέρθηκε, οι κοινωνικοί επιστήμονες οι λεγόμενοι «μεταμοντερνιστές» ή «αποδομητές», οι οποίοι θεωρούν την Ιστορία, ιδίως δε την εθνική ιστορία, πρόξενο όλων των δεινών του κόσμου, αυτή δε η άποψη για την Ιστορία στηρίζεται στην καθόλα αφελή αλλά άρρητη άποψη ότι τους πολέμους προκαλούν και διεξάγουν ηγέτες και λαοί που δεν εκτιμούν την ειρήνη ούτε έχουν διαπαιδαγωγηθεί να εκτιμούν τα αγαθά της. Αυτοί λοιπόν οι κοινωνικοί επιστήμονες επιδιώκουν να «αποδομήσουν» το ιστορικό παρελθόν και να το καταστήσουν εργαλείο υπεύθυνο για την προαγωγή της ειρήνης στον κόσμο. Εχθρούς τους θεωρούν οι «αποδομητές» κοινωνικοί επιστήμονες τους παραδοσιακούς ιστορικούς που διακονούν την Κλειώ και επιδιώκουν να παρουσιάσουν το πολύπλευρο ιστορικό παρελθόν όσο πιο πιστά δύνανται, με την πεποίθηση ότι κατ' αυτόν τον τρόπο εξυπηρετούν την αυτογνωσία και την ταυτότητα της κοινωνίας της οποίας αποτελούν μέλη.
Κατά βάθος, λοιπόν, η συζήτηση γίνεται, σε χώρες τουλάχιστον όπου οι πολιτικοί αφενός δεν ενδίδουν άκριτα και εύκολα σε εφήμερες πολιτικές ορθότητες, ούτε ανέχονται την τυραννία εκείνων που τις προωθούν, για την υπονόμευση ή όχι της Ιστορίας, ιδίως δε της εθνικής ιστορίας, ως οργάνου στη διάθεση της πολιτείας για τη διαμόρφωση πολιτών με την απαραίτητη αυτογνωσία και εθνική ταυτότητα, ώστε να αποτελούν διακριτή εθνική κοινότητα. Το ζήτημα, με άλλα λόγια, είναι κατά πόσον οι Έλληνες επιθυμούν να καλλιεργούν τη διακριτή εθνική τους ταυτότητα, την οποία καλλιεργούν τουλάχιστον τα τελευταία διακόσια χρόνια, ή θα ενδώσουν στον πειρασμό να ενστερνισθούν το όραμα του μεταμοντερνισμού για μια παγκόσμια κοινωνία χωρίς εθνικά κράτη και έθνη. Μπορεί εν τέλει οι Έλληνες να αποδεχθούν αυτές τις εισηγήσεις των «αποδομητών» του εθνικού κράτους των νεωτέρων χρόνων, αλλά αυτή η αποδοχή πρέπει να είναι προϊόν όχι λαθροχειρίας αλλά κατανοήσεως κατόπιν εις βάθος συζητήσεως όλων των δεδομένων, ιδίως δε των καλώς νοουμένων εθνικών συμφερόντων, της ειρήνης φυσικά, αλλά και της ασφάλειας της εθνικής επικράτειας, της εθνικής ταυτότητας και του πολιτισμού της χώρας. Αν αυτά δεν θεωρούνται πλέον καλώς νοούμενα εθνικά συμφέροντα, αλλά αντιθέτως προτιμηθεί η χωρίς εθνικά σύνορα Ελλάς, πολύγλωσση και πολύδοξη, ανοιχτή σε όλους τους γείτονες, πολυεθνική ή πολυπολιτισμική, όπως την οραματίζονται αρκετοί στη χώρα σήμερα, αυτή η μετάβαση θα πρέπει να συντελεσθεί εν γνώσει και με τη συναίνεση του λαού της, που εν τέλει θα πρέπει να έχει τον τελευταίο λόγο και να αποφασίσει για το μέλλον του.
Τα προϊόντα της αποδομητικής δράσεως, αυτά τα «εκλαϊκευτικά» βιβλία Ιστορίας, δεν είναι Ιστορία, με την καθιερωμένη έννοια, δεν απεικονίζουν το ιστορικό παρελθόν, εθνικό ή άλλο. Το ιστορικό παρελθόν είναι κατάστικτο από πολέμους, βαρβαρότητες, εθνικές και κοινωνικές προστριβές και συγκρούσεις, καταπιέσεις εθνοτήτων από άλλες εθνότητες, καθώς και από περιόδους ειρήνης και συνεργασίας. Αυτές οι πλευρές του ιστορικού παρελθόντος, σκοτεινές και ζοφερές πολλές, προϊόντα όλες των ανθρωπίνων αποφάσεων, διαμόρφωσαν τους σημερινούς λαούς, οι οποίοι διακρίνονται μεταξύ τους από τη γλώσσα ή τις γλώσσες που μιλούν, από το θρήσκευμα ή τα θρησκεύματα που πρεσβεύουν, από τις παραδόσεις και την ταυτότητά τους, από την εθνική τους ιστορία· ιστορία η οποία είναι ακόμη χρήσιμη στη διαμόρφωση των σύγχρονων πολιτειών.
Θα σπεύσουν ίσως οι στρατευμένοι στον αποδομισμό, ως άλλοι «χάσκακες» του Έθνους - όπως χαρακτήριζε ο Μανουήλ Γεδεών τους αρνητές της καθ' ημάς Ανατολής την εποχή των μεγάλων πολιτικών και κοινωνικών αναστατώσεων (1789-1815) - να καταγγείλουν τις παρατηρήσεις αυτές ως άλλη μια απόπειρα του συντηρητικού «νεοαναθεωρητισμού» που επιχειρείται, υποτίθεται. Ας μην ανησυχούν· η ηγεμονία της διεθνιστικής «cabale» που ορίζει και νέμεται τις εθνικές ευαισθησίες των Ελλήνων, τουλάχιστον από τη Μεταπολίτευση και εξής, είναι μάλλον ασφαλής και αδιαφιλονίκητη, προς το παρόν τουλάχιστον. Στην Ελλάδα, οι διάφορες πολιτικές ορθότητες φθίνουν και αποσύρονται με καθυστέρηση τουλάχιστον μιας δεκαετίας.
Θα ξενίσουν ίσως αυτές οι παρατηρήσεις και εκείνους που πιστεύουν πως η λεγόμενη πολυπολιτισμική κοινωνία είναι αναπόδραστη, επειδή αντιπροσωπεύει την πρόοδο, υποτίθεται, που αντιπαρατίθεται στις συντηρητικές επιλογές. Το εθνικό κράτος, ωστόσο, ούτε συντηρητική επιλογή αποτελεί ούτε φαίνεται τόσο ευάλωτο όσο πιστεύουν οι αντίπαλοί του. Ανέτρεψε εκ θεμελίων πολυπολιτισμικά πολιτικά μορφώματα στο παρελθόν και εξασφάλισε στους πολίτες του κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητη προαγωγή του εθνικού πολιτισμού, της ευημερίας και της αξιοπρέπειάς των, στο πλαίσιο του κράτους δικαίου μάλιστα.
Η πολυπολιτισμική κοινωνία, την οποία στηρίζουν υποτίθεται οι τρέχουσες πολιτικές ορθότητες, δεν είναι ούτε «νέα» ούτε «προοδευτική». Υπήρξαν στο παρελθόν τέτοιες πολυπολιτισμικές κοινωνίες στο πλαίσιο πολυεθνικών αυτοκρατοριών, δεν τις ανακάλυψαν οι επίδοξοι αποδομητές της εθνικής ταυτότητας. Δεν είναι εξάλλου βέβαιο ότι η πολυπολιτισμική κοινωνία υπηρετεί πάντοτε την ειρήνη και τη συνεργασία μεταξύ των διαφόρων πολιτισμικών ενοτήτων αφού μπορεί να οδηγήσει στην περιχαράκωση διακριτών αλλά ανίσχυρων κοινοτήτων.
Πριν να δώσει τη θέση της σε κάποιας μορφής πολυπολιτισμική κοινωνία, η κοινωνία που σχηματίσθηκε στο πλαίσιο του Ελληνικού εθνικού κράτους με την ενσωμάτωση και την αφομοίωση ετερόγλωσσων κοινοτήτων σε μια ομοιογενή γλωσσική εθνική κοινότητα, ανεκτική στις διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις των πολιτών, θα πρέπει να στηριχθεί περαιτέρω με την ενίσχυση και την κατοχύρωση του σεβασμού προς τις διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις, στο πλαίσιο του κράτους δικαίου. Ο κατακερματισμός της κοινωνίας σε γλωσσικές κοινότητες δεν υπηρετεί την κοινωνική συνοχή που είναι απαραίτητη για την προαγωγή της ευημερίας όλων των μελών της κοινωνίας, αντιθέτως ευνοεί τον ανταγωνισμό, τις προστριβές και τις συγκρούσεις και εν τέλει, την υποταγή των ανίσχυρων γλωσσικών ή άλλων κοινοτήτων στην ισχυρότερη ή τις ισχυρότερες. Η κατακερματισμένη κοινωνία μπορεί να ευνοήσει και τον φασισμό.
Στην ελληνική «πραγματικότητα», η πολυπολιτισμική κοινωνία που επαγγέλλονται οι αποδομητές του ομοιογενούς εθνικού κράτους θα είχε ως πιθανές συνέπειες διάφορες αποσχιστικές κινήσεις. Οι καιροσκόποι δεν λείπουν, όπως επίσης δεν λείπουν και εκείνοι που έχουν συμφέρον να υποκινούν τους κατά καιρούς καιροσκόπους. Η ιστορία της Ελλάδος των τελευταίων εκατόν πενήντα χρόνων βρίθει τέτοιων καιροσκοπικών επιχειρήσεων, οι οποίες μόνον προβλήματα δημιουργούσαν στο σύνολο των Ελλήνων. Εν όψει της εξάρσεως του εθνικισμού στις όμορες χώρες, θα ήταν τραγικό για την ασφάλεια της ελληνικής εθνικής επικράτειας να παραδοθεί το ελληνικό εθνικό κράτος στις αφελείς, στην καλύτερη περίπτωση, επιδιώξεις μιας «cabale» ανιστόρητων και ανελλήνιστων νομέων της εθνικής ευαισθησίας, η οποία τείνει να επιβάλει καθεστώς ιδεολογικής τρομοκρατίας στην ελληνική πνευματική και πολιτική ηγεσία.
Το παρόν ομοιογενές εθνικό κράτος των Ελλήνων υπήρξε προϊόν εθνικής πολιτικής δύο και πλέον αιώνων, από την εποχή του Ρήγα Βελεστινλή και του Αδαμαντίου Κοραή, με κορυφαίο «αρχιτέκτονα» του σύγχρονου Ελληνικού έθνους τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο. Αν κριθεί από την πνευματική και πολιτική ηγεσία της χώρας ότι η ομοιογενής πολιτιστική κοινότητα και ταυτότητα του σύγχρονου Ελληνικού έθνους πρέπει να εγκαταλειφθεί και στη θέση της να ανεγερθεί ένα νέο εθνικό οικοδόμημα, πολυπολιτισμικό και χωρίς κυρίαρχη εθνική κοινότητα, όπως την όρισαν αυτοί οι πατέρες του έθνους, είναι ανάγκη επιτακτική η έγερση της νέας εθνικής κοινότητας να μην αφεθεί αβασάνιστα σε αφελείς μάλλον αρχιτέκτονες που φιλοδοξούν να στήσουν στη θέση του ένα οικοδόμημα άδηλης ακόμη μορφής, δομής ή λειτουργικότητας.
==================================================================
**Καθηγητής της Ιστορίας των Νεοτέρων Χρόνων στο Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Παρέθεσα το παραπάνω πολύ καλό και τίμιο απόσπασμα του κ.Κολιόπουλου (όπου διαχωρίζει έξοχα την σχολική ιστορία από την με απόλυτα επιστημονικούς όρους θεώρησή της) στην παρακάτω συζήτηση:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://pontosandaristera.wordpress.com/2009/11/25/3-11-2009/#comment-25696
doctor
Ο οποίος Κολιόπουλος είναι αντίθετος στην ιδεολογική αναθεωρητική γραμμή τύπου Ρεπούση, Δραγώνα, Ηρακλείδη κλπ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕλπίζω να συμφωνείς σε αυτό.
Νομίζω το έχουμε ξανασυζητήσει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι άλλο πράγμα η μελέτη της ιστορίας που κάνουμε εμείς ως ενήλικες και άλλο η διδασκαλία της στους μαθητές του Δημοτικού.
Δεν είμαι αρμόδιος να αποφανθώ αν πρέπει η κόρη μου να διαβάζει για κομμένα κεφάλια, κρεμασμένους, γυναικόπαιδα να καίγονται άλλοτε σε εκκλησίες και άλλοτε σε τζαμιά. Δεν ξέρω πως αυτά επιδρούν στην ψυχοσύνθεση ενός μικρού παιδιού.
doctor
Υ.Γ. Όποτε ψάχνω κάτι στο διαδίκτυο μέσω του google, πέφτω πάνω σου. Έχεις μαζέψει πολύ υλικό και καταφεύγω συχνά σε αυτό, ως ...πολυσυλλεκτικός. Αλήθεια, έχεις διαβάσει κάποιο ...εθνομηδενιστικό βιβλίο; π.χ. "το παιχνίδι με το χρόνο" του Π.Λέκκα ή του Ροτζώκου για τα Ορλωφικά; Δεν νομίζω ότι είναι σωστό να ρίχνουμε τα πάντα στην πυρά, από όλα έχουμε να κερδίσουμε κάτι.
Εγώ προσωπικά διαβάζω και Βακαλόπουλο και Κωστόπουλο. Έχω νομίζω την δυνατότητα να απομονώσω την μονομέρεια και τις απλουστεύσεις τους και να βγάλω το επιθυμητό απόσταγμα!
Καλησπέρα.
doctor
Δημήτρη όλους τους διαβάζω. Και ο κορυφαίος αναθεωρητιστής από όλους είναι ο Λιάκος. Αυτή όμως που έχει δώσει πλέον την πιο σκληρή γραμμή είναι η Φραγκιαδάκη, η μέντορας της Δραγώνα. Ο Λέκκας μπροστά τους είναι πολύ πιο soft.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑς μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλο μας. Ο πατήρ Βακαλόπουλος για την εποχή του ήταν ο κορυφαίος. Ο γιός είναι πιο χαλαρός. Και να σου πω κάτι τα βιβλία τους κουράζουν τον σημερινό αναγνώστη. Για εμένα είναι παραμύθι του εθνομηδενισμού ότι ακολουθούμε εθνοκεντρική πολιτική στο θέμα της παιδείας. Αυτό το βλέπουμε σήμερα στους νέους που δεν δίνουν δεκάρα για τα εθνικά ζητήματα(εσωτερικά και εξωτερικά). Η Παιδεία ακολουθεί την ίδια πορεία με αυτής της διαφθοράς. Δηλαδή στον πάτο.
Η ιδεολογία του "πολιτικώς ορθού" είναι μια αρρωστημένη εφαρμογή ενός πολιτιστικού μαρξισμού. Και αυτήν εφαρμόζουν οι εθνομηδενιστές.Και ένας από τους τρόπους είναι η μονοσήμαντη ερμηνεία της Ιστορίας.
Για όλα φταίνε οι εθνικισμοί...υποστηρίζουν.
Μα υπάρχουν 10-15 είδη εθνικισμών. Αυτό το κρύβουν.
Ξέρεις πολύ καλά ότι η μεταγενέστερη αποκάλυψη της αλήθειας θα ξυπνήσει ακραία αντανακλαστικά και κοινωνικές συγκρούσεις. Και ήδη το βλέπουμε αυτό.
Εν πάση περιπτώση για εμένα ο εθνοκεντρισμός στην Ελλάδα από εποχής Σημίτη έχει θαφτεί.Και αυτό θα το πληρώσουμε.
Ο Λέκκας είναι πολύ σοβαρός πανεπιστημιακός και δεν έχει τις μέριμνες των άλλων που είναι ακραίοι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Κων/νος Βακαλόπουλος με τα βιβλία του και ο Πέτρος Γεωργαντζής με την ακούραστη καταγραφή και έκδοση των προξενικών αρχείων, έχουν κάνει για την Θράκη τόσα πολλά που πρέπει να τους κάνουν άγαλμα.
Μια ερώτηση: υπάρχουν αναθεωρητές στην ΠΓΔΜ ή τους στέλνει ο Γκρούεφσκι για ψάρεμα στις λίμνες;;;
doctor
Α, επ'ευκαιρίας. Αυτό τον καιρό κυκλοφόρησε ένα πολύ ωραίο βιβλίο για τους Γκαγκαβούζηδες (τουρκόφωνους Έλληνες) του βορείου Έβρου: http://gagavouzis.blogspot.com/2009/05/blog-post_8020.html
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτην ΠΓΔΜ είναι όλοι αναθεωρητές.....
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν θα βρεις κανέναν που να ακουλουθεί την main stream line ή ευρωκεντρική που λένε.
Για τους Γκαγκαβούζηδες ξέρω λίγα έως τίποτα. Θα το πάρω πάντως το βιβλίο κάποια στιγμή να το διαβάσω.