Με την ίδρυση των νέων ανεξαρτήτων πολιτειών χαρακτήριζε συνάμα το γεγονός ότι οι άποικοι, με την σωστή πολιτική πού ακολούθησαν προς τούς ντόπιους, απέφευγαν κατά κανόνα την φυλετική ανάμιξη με αυτούς και διατηρήσαν όσο μπορούσαν στην ξένη γη την ελληνικότητα τους. Επειδή δε ότι δημιουργούσαν εξυπηρετούσε τις ανάγκες της πόλεως τους αποφεύχθηκε το ενδεχόμενο να γίνουν «πολιτιστικό λίπασμα» για άλλους λαούς. Η επαφή με τόσους πολλούς και διαφορετικούς συνάμα ξένους λαούς είχε έξ άλλου ένα πολύ σημαντικό θετικό αποτέλεσμα : υπερνικώντας την διάσπαση σε διάφορα φύλα οι αρχαίοι Έλληνες συνειδητοποίησαν εκείνο πού είχαν όλοι κοινό σε αντίθεση προς τούς διαφορετικής προελεύσεως ξένους : την Ελληνικότητα τους, όπως εκφραζόταν στην ποίηση και στην θρησκεία, στα ήθη και στις αντιλήψεις τους. Έτσι ό αποικισμός αυτός συνέβαλε πολύ στην πρώιμη εκδήλωση του εθνικού ελληνικού αισθήματος, που παρουσιάζεται στον 7ο π.Χ., κατά χαρακτηριστικό τρόπο πρώτα στους ποιητές, με την λέξη «Πανέλληνες». Κατόπιν έλεγαν συνήθως «Έλληνες». Ήδη πριν χαρακτήριζαν τούς άλλους λαούς πού δεν μιλούσαν ελληνικά, αλλά «ψέλλιζαν ακατανόητα», κατά ονοματοποίια μέ την λέξη «βάρβαροι». Ό χαρακτηρισμός αυτός βασιζόταν λοιπόν στην διαπίστωση τής γλωσσικής και όχι τής φυλετικής διαφοράς.[2]
Οι αρχαίοι Έλληνες χαρακτήριζαν τον πέρα από τα σύνορα τους κόσμο «βάρβαρο», λέξη που καταρχήν δήλωνε μόνο το ακατανόητο της ομιλίας του. Κατά τον 5ο όμως αιώνα η λέξη προσέλαβε την αρνητική σημασία που έχει και σήμερα, δηλαδή, εκτός από «αλλοδαπός», σήμαινε επίσης «καθυστερημένος» και «κτηνώδης». Αν ρωτούσαν έναν Έλληνα τι ξεχωρίζει το δικό του έθνος από τα υπόλοιπα, πιθανή απάντηση θα ήταν ότι οι Έλληνες είναι ελεύθεροι, ενώ οι βάρβαροι είναι δούλοι. αυτή η αίσθηση υπεροχής ήταν πιθανό να εξογκωθεί σε σοβινισμό και να χρησιμοποιηθεί ως δικαιολογία για την υποδούλωση φυλών που τις θεωρούσαν κατώτερες. Οι Έλληνες του 4ου αιώνα είχαν σαφέστερα τη συνείδηση ότι ανήκουν σ' έναν πολιτισμό με ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Ισοκράτης, επαινώντας σε λόγο του τα διανοητικά επιτεύγματα της Αθήνας, να διακηρύσσει ότι ο όρος «Έλληνες» δεν αναφέρεται πια στη φυλή, αλλά στην οποιαδήποτε εξοικείωση με την αθηναϊκή παιδεία.[3]
Η ετυμολογική ερμηνεία που δίνουν τα λεξικά για την λέξη «βάρβαρος» είναι ότι είναι μία ονοματοποιημένη λέξη που χαρακτηρίζεται από αναδιπλασιασμό της συλλαβής βαρ- ,Ταυτίζεται με το αρχ. ινδ. barbara = ψελλίζω, τραυλίζω και συνδέεται με σουμερ. barbar «ξένος», σημιτ.-βαβυλ. barbaru «ξένος». Το λατ. barbarus, από το οποίο προήλθαν οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί τύποι (αγγλ. barbarian, γαλλ. barbare, γερμ. Barbar), είναι δάνειο από την Ελληνική.[4]
Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΒΑΡΒΑΡΟΥ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΗΓΕΣ
Ο Απόστολος Παύλος το θεωρούσε υποχρέωσή του να κηρύξει σε όλους τους λαούς το Ευαγγέλιο, «Έλληνες και βαρβάρους, σοφούς και ανόητους» [«Προς Ρωμαίους επιστολή», 1, 14 ].
Η διάκριση ανάμεσα σε Έλληνες και βαρβάρους διήρκεσε μέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ. Ο Ευριπίδης θεωρούσε λογικό να κυριαρχήσουν οι Έλληνες στους βαρβάρους, γιατί οι πρώτοι προορίζονταν για ελευθερία, ενώ οι δεύτεροι για σκλαβιά [«Ιφιγένεια εν Αυλίδι», 1400 ].
Ο Αριστοτέλης κατέληξε στο συμπέρασμα πως « η φύση ενός βαρβάρου κι ενός δούλου είναι ένα και το αυτό» [Πολιτεία, I, 5 ]. Η φυλετική διαφοροποίηση άρχισε να ξεθωριάζει με τη διδασκαλία των Στωικών, που δίδασκαν πως όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι απέναντι στο Θεό κι έτσι από τη φύση τους δεν μπορεί να υπάρχει ανισότητα μεταξύ τους. Με τον καιρό, η ονομασία Έλληνας έγινε σημάδι διανόησης κι όχι καταγωγής, όπως είπε κι ο Ισοκράτης.
Οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου έφεραν την ελληνική επιρροή στην Ανατολή, εξάγοντας τον ελληνικό πολιτισμό και μεταβάλλοντας την εκπαίδευση και τις κοινωνικές δομές των περιοχών αυτών. Ο Ισοκράτης ανέφερε στον Πανηγυρικό του: "οι ταύτης μαθηταί των άλλων διδάσκαλοι γεγόνασι, και το των Ελλήνων όνομα πεποίηκε μηκέτι του γένους αλλά της διανοίας δοκείν είναι" [Ισοκράτης, Πανηγυρικός, 50 ]. Όταν ο Ισοκράτης μιλούσε για παιδεία εννοούσε την Παιδεία της εποχής του, Παιδεία Ελληνική, παιδεία ήθους, χαρακτήρος και αρετών, παιδεία που προετοίμαζε τους αυριανούς πολίτες της να πάρουν στα χέρια τους τις τύχες της πόλεως και να την δοξάσουν
ΜΑΚΕΔΟΝΕΣ «ΒΑΡΒΑΡΟΙ»
Οι θεσμοί του κράτους, η θρησκεία και τα ήθη των Μακεδόνων δείχνουν καθαρότερα από τα πράγματι πολύ λίγα γλωσσικά τους κατάλοιπα ότι δεν ήταν ιλλυρικής ή θρακικής ή άλλης καταγωγής «βάρβαροι», αλλά ότι αποτελούσαν ένα Ελληνικό φύλλο. [5] Αποκομμένοι στις βόρειες περιοχές όπου ζούσαν από την μεγάλη ανάπτυξη των άλλων ελληνικών φύλων πού κατοικούσαν νοτιώτερα είχαν τήν δική τους εντελώς διαφορετική εξέλιξη: διατηρήσαν επί αιώνες τους παλαιούς, αρχικά κοινούς σε όλους τούς "Έλληνες, θεσμούς αλλά παρέλαβαν βέβαια και μερικά στοιχεία από τούς Ιλλυριούς και τούς Θράκες γείτονες τους, στις περιοχές των οποίων σιγά-σιγά επεκτείνονταν έτσι όταν αργότερα, κατά τον 5ο π.Χ., πήραν ενεργό μέρος στην ιστορία των άλλων Ελλήνων έδιναν σ' αυτούς την εντύπωση — όπως συνέβη άλλωστε και με τους Αιτωλούς και τους Μολοσσούς— ότι ήταν «βάρβαροι». [6] Στους Μακεδόνες π.χ. διατηρήθηκε η παλαιά πατριαρχική βασιλεία τής ομηρικής εποχής, ως τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο· έλειπε ή πόλη - κράτος πού αποτελούσε στοιχείο πολιτικής διασπάσεως). Στον Μακεδόνα μονάρχη πού αντλούσε την εξουσία από τον λαό και ήταν συγχρόνως αρχηγός του στρατού, δικαστής και ιερέας, ήταν υποχρεωμένοι να προσφέρουν ως ιππείς τις στρατιωτικές υπηρεσίες τους οι μεγαλογαιοκτήμονες ευγενείς, αυτοί αποτελούσαν την ακολουθία του και χαρακτηρίζονταν, ακόμη και στην εποχή τοΰ Μ. Αλεξάνδρου, με την παλαιά ομηρική ονομασία «εταίροι» —όπως οι Μυρμιδόνες του Αχιλλέα.
Υπήρχε όμως Ελληνικότητα στους «βαρβάρους Μακεδόνες» όπως αμφισβητούν αρκετοί συγγραφείς και ειδικά τους Αμερικανικού κατεστημένου ;
Γιατί αυτοί οι συγγραφείς επιμένουν στις αποσπασματικές πηγές που αναφέρουν τους Μακεδόνες ως μη «Έλληνες» προσπαθούν να καθορίσουν την «εθνικότητα», τείνουν να θεσπίσουν με κριτήρια του 20ού αιώνα και τα οποία δεν νομιμοποιούνται για χρήση σε σχέση με την αρχαιότητα ;
Ο Jonathan Hall στο μνημειώδες συλλογικό έργο «Ancient Perceptions of Greek Ethnicity» αμφισβητεί την άποψη αυτών [7] ότι η Μακεδονία ήταν περιθωριακή ή περιφερειακή σε σχέση με ένα ελληνικό κέντρο ή πυρήνα, για τον απλούστατο λόγο ότι τέτοιος ελληνικός σκληρός πυρήνας δεν υπήρξε ποτέ, καθώς «η Ελληνικότητα συγκροτείται από το σύνολο των πολυεστιακών, καταστασιακά περιορισμένων και ενσυνείδητων διαπραγματεύσεων της ταυτότητας, όχι μόνον μεταξύ πόλεων και εθνών, αλλά και στο εσωτερικό αυτών», και επειδή μια τέτοια άποψη «προϋποθέτει έναν διιστορικά στατικό ορισμό της ελληνικότητας» [8].
Όπως ισχυρίζεται αναλυτικότερα στο Hellenicity o Jonathan Hall στον 5ο π.Χ. αιώνα, κυρίως ως συνέπεια των Περσικών Πολέμων, ο ορισμός της ελληνικής ταυτότητας εξελίχθηκε από μια «αθροιστική» αποκλειστική επινόηση βασισμένη στην πλασματική καταγωγή από τον επώνυμο Έλληνα και σε κατασκευασμένες γενεαλογίες οι οποίες μπορεί να μην περιλαμβάνουν όχι μόνον τους Μακεδόνες και τους Μάγνητες, αλλά και άλλες ομάδες όπως τους Αρκάδες ή τους Αιτωλούς σε μια «αντιθετική» επινόηση, στραμμένη κατά των εξωτερικών ομάδων, υποβιβάζοντας με τον τρόπο αυτό την πλασματική κοινότητα αίματος στο ίδιο επίπεδο —εάν όχι σε κατώτερο— με το γλωσσολογικό, το θρησκευτικό και το πολιτισμικό κριτήριο. Ο καθηγητής Μιλτιάδης Χατζόπουλος θεωρεί ότι από την άποψη αυτή, δεν έχει νόημα να αντιπαραθέτουμε μια υποτιθέμενη συμπαγή, ομοιογενή και αμετάβλητη «ελληνικότητα» στις αμφισβητούμενες ταυτότητες ομάδων όπως οι Αιτωλοί, οι Λοκροί, οι Ακαρνάνες, οι Θεσπρωτοί, οι Μολοσσοί, οι Χάονες, οι Ατιντάνες, οι Παραυαίοι, οι Ορέστες, οι Μακεδόνες. [9]
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Η ύπαρξη του όρου βάρβαρος, ο οποίος σαφώς οφείλει τη γένεσή του σε κάποιου είδους αντιπαράθεση μεταξύ των Ελλήνων και των «άλλων», σχετίζεται άμεσα με αυτή τη διαδικασία εξάπλωσης της Ελληνικότητας. Ο όρος, ωστόσο, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής, ιδιαίτερα στη φάση της μετάβασης από την αρχαϊκή στην κλασική περίοδο. Ο Hall προβαίνει σε μια διεισδυτική ανάλυση των μεταβαλλόμενων ορισμών της Ελληνικότητας στον Ηρόδοτο, τον Θουκυδίδη και τον Ισοκράτη, τις κύριες πηγές που διαθέτουμε όσον αφορά την εξέλιξη της έννοιας στην κλασική περίοδο. Για τον Θουκυδίδη [4.124.1 και 4.125.1], ειδικότερα, γράφει ότι, σε αντίθεση με τον Ηρόδοτο, δεν θεωρούσε τους Έλληνες και τους βαρβάρους «ως αμοιβαίως αποκλειόμενες κατηγορίες», αλλά ως «αντίθετους πόλους ενός ενιαίου, γραμμικού συνεχούς». Έτσι, οι κάτοικοι της βορειοδυτικής Ελλάδας (Μακεδόνες και Ηπειρώτες) «είναι «βάρβαροι» όχι υπό την έννοια ότι οι πολιτισμοί, τα έθιμα ή η συμπεριφορά τους βρίσκονται σε άμεση, διαμετρική αντίθεση προς τα ελληνικά πρότυπα, αλλά μάλλον υπό την έννοια ότι ο κατά τα φαινόμενα πιο πρωτόγονος τρόπος ζωής τους τους καθιστά Hellenes manques». [10]
Σημαντική παράμετρος εκτός από τις γραμματειακές πηγές είναι και οι επιγραφικές όπου από την σύγκριση αυτών προκύπτει ότι από ένα μεγάλο μέρος των πρώτων δεν συνάγεται το ίδιο συμπέρασμα και δεν δίνεται η αντίστοιχη εικόνα που προκύπτει αβίαστα από τις τελευταίες, ότι δηλαδή οι Μακεδόνες είναι ένα ελληνικό φύλο. [11]
Μεγαλύτερη σημασία όμως από όλες αυτές τις διαπιστώσεις ή παρατηρήσεις έχει το συμπέρασμα που προκύπτει σαφώς από εκείνες τις μαρτυρίες, όπου δηλώνεται από τους ίδιους τους Μακεδόνες η ελληνική τους ταυτότητα: Η επιστολή του Αλεξάνδρου στον Δαρείο, το κείμενο της συμφωνίας του Φιλίππου Ε' με τον Αννίβα και η αναθηματική επιγραφή του Δάμωνα, γιου του Νικάνορα, στην Ολυμπία, αποτελούν στοιχεία με τα οποία θα έπρεπε προ πολλού να είχε σταματήσει οποιαδήποτε εξωεπιστημονική συζήτηση για το θέμα των σχέσεων των Μακεδόνων με τους νότιους Έλληνες. [12]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]-Για πλήρη ανάλυση του όρου Ελληνικότητας στο καταπληκτικό βιβλίο του Jonathan Hall (Hellenicity, Chicago Press, 2002]
[2]- Urlich Wilcken, Αρχαία Ελληνική Ιστορία, σελ 120
[3[-«Αρχαία Ελληνική Κοινωνία» , ΜΙΕΤ, σελ. 363
[4]- Lidell & Scott, Αλ. Φραγκούλης, Δημητράκος, Oxford English Dictionary .
[5]- Urlich Wilcken, Αρχαία Ελληνική Ιστορία, σελ 213
[6]- Simon Hornblower στο Hellenism, σελ 55-58
[7]- E. N. Borza στα «In the Shadow of Olympus: The Emergence of Macedon» και «Before Alexander: Constructing Early Macedonia. Publications of the Associations of Ancient Historians» και ο E. Badian, «Greeks and Macedonians».
[8]-I. Malkin(επιμέλεια), Ancient Perceptions of Greek Ethnicity, σελ 166
[9]- Η αντίληψη του εαυτού και του άλλου: η περίπτωση της Μακεδονίας στο συλλογικό έργο Μακεδονικές Ταυτότητες, 2008
[10]- I. Malkin(επιμέλεια), Ancient Perceptions of Greek Ethnicity, σελ 169-172
[11]- Μιλτιάδης Χατζόπουλος στο «Macedonian institutions under the kings,1996» και Γιάννη Ξυδόπουλος στο «Κοινωνικές και πολιτιστικές σχέσεις των Μακεδόνων και των άλλων Ελλήνων, 2006»
[12]- Γιάννη Ξυδόπουλος, Κοινωνικές και πολιτιστικές σχέσεις των Μακεδόνων και των άλλων Ελλήνων, 2006
Συγχατητήρια και πάλι Ακρίτα για το άρθρο σου. Θα ήθελα να κάνω και μια παρατήρηση - κοιτάζοντας τα αμιγώς ιστορικά άρθρα που αναρτείς (όπως αυτό) ποτέ δεν βλέπω σχόλια από προπαγανδιστές των Σκοπίων (π.χ. vodenka) - ενώ για οποιοδήποτε άλλο άθρο, που εξυπηρετεί τα συμφέροντα τους, αλλά με ανύπαρκτη ιστορική αξία τότε κατευθείαν σχολιάζουν. Μου φαίνετε ότι δεν μπορούν να συζητήσουν (γόνιμη αντιπαράθεση) σε ιστορικώς τεκμηριωμένες αλήθειες - γιαυτό μάλλον και στο Maknews έχουν πρόσβαση μόνο όσοι πιστεύουν τα λεγόμενα τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔημοκρατικές διαδικασίες made in Skopje!!!
Δημήτρη ευχαριστώ και εγώ πάλι για τα καλά σου λόγια.Σε ότι αφορά τους Σκοπιανούς είναι γνωστό ότι δεν κάνουν διάλογο, αλλά προσπαθούν φασιστικά να επιβάλλουν την άποψή τους στους υπολοίπους. Για αυτό και βλέπεις να αποβάλλονται από αυτούς πρώτα οι απόψεις και μετά οι κακές συμπεριφορές.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραίο άθρο ακρίτα. Οι περίεργοι ως συνήθως απόντες. Όπως είπε και ο Δημήτρης δεν μπορούν να συζητήσουν με γόνιμη αντιπαράθεση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχαρητήρια και από εμένα,όχι μόνο για αυτό το άρθρο αλλά και για όλη σου την προσπάθεια...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ τους Ανώνυμους (9 Ιανουάριος 2009 12:24 πμ) και (24 Ιανουάριος 2009 2:52 μμ) για τα καλά τους λόγια.
ΑπάντησηΔιαγραφή