Τον Ιούλιο του 1908 οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης έζησαν μοναδικές, απρόσμενες και αντιφατικές στιγμές, όταν στην πόλη ξέσπασε το από τους ιστορικούς αποκαλούμενο κίνημα, επανάσταση ή πραξικόπημα των Νεοτούρκων. Το Οθωμανικό Κομιτάτο ή Επιτροπή για την Ένωση και την Πρόοδο είχε πλέον υποχρεώσει τον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ να προχωρήσει στην εφαρμογή του συντάγματος του 1876. Το αποκορύφωμα των πανηγυρισμών για το γεγονός αυτό ήταν η ειρηνική είσοδος στην πόλη ελλήνων μακεδονομάχων, βούλγαρων κομιτατζήδων και ενόπλων άλλων εθνικών ομάδων, ακόμη και ληστών. Έτσι η Θεσσαλονίκη, που μέχρι την εποχή εκείνη βρισκόταν σε αναβρασμό λόγω των πολιτικών δολοφονιών ανάμεσα σε Έλληνες και Βούλγαρους, έμελλε αίφνης να δει συμφιλιωμένους όχι μόνο τους λαούς και τις εθνότητες που ζούσαν εδώ αλλά και σε ολόκληρη την οθωμανική αυτοκρατορία. Το ίδιο όμως συνέβη και με τους...
αντάρτες, οι οποίοι μέχρι την προηγούμενη μέρα πολεμούσαν με άσβεστο μίσος στα βουνά και στους βάλτους της Κεντρικής και της Δυτικής Μακεδονίας. Οι άνθρωποι αυτοί τώρα αγκάλιαζαν ο ένας τον άλλο και πανηγύριζαν για την αναγγελία της εφαρμογής του συντάγματος από τον σουλτάνο! Έμπρακτη απόδειξη της συμφιλίωσης και της ειρηνικής συνύπαρξής τους -στο πλαίσιο της συνταγματικής πλέον οθωμανικής ουτοπίας- ήταν η παράδοση του οπλισμού τους. Τον δρόμο της αδελφοσύνης των λαών έδειξαν από την πρώτη ημέρα ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης και ο πρόεδρος της τοπικής Βουλγαρικής Επιτροπής, οι οποίοι μαζί με τον μουφτή αγκαλιάστηκαν και προέτρεψαν και τον λαό να πράξει το ίδιο. Στο ίδιο πνεύμα απευθύνθηκε προς τους πολίτες ο εκ των ηγετών του Κινήματος Εμβέρ μπέης, στην πλατεία Ολύμπου, η οποία από τότε μετονομάστηκε σε πλατεία Ελευθερίας: “Πολίτες! Σήμερα ο αυθαίρετος ηγεμόνας τελείωσε, η κακή διακυβέρνηση δεν υπάρχει πια. Είμαστε όλοι αδέλφια. Δεν υπάρχουν πια Βούλγαροι, Έλληνες, Σέρβοι, Ρουμάνοι, εβραίοι, μουσουλμάνοι. Κάτω από τον γαλανό ουρανό είμαστε όλοι ίσοι, είμαστε όλοι περήφανοι που είμαστε Οθωμανοί!”
Και όμως, λίγο μετά την επικράτησή τους οι Νεότουρκοι άρχισαν να διώκουν τους παράγοντες της ελληνικής και της βουλγαρικής κοινότητας, για να ακολουθήσει η εφαρμογή ενός ευρύτερου σχεδίου εθνικών εκκαθαρίσεων, η οποία κατέληξε στις γενοκτονίες των Αρμενίων, των Ελλήνων και των Ασσυρίων.
Σε συνέχεια των παραπάνω διαβάστε το αφιέρωμα της εφημερίδας «Μακεδονίας»(16-1-2011):
Thessaloniki and Neoturks αντάρτες, οι οποίοι μέχρι την προηγούμενη μέρα πολεμούσαν με άσβεστο μίσος στα βουνά και στους βάλτους της Κεντρικής και της Δυτικής Μακεδονίας. Οι άνθρωποι αυτοί τώρα αγκάλιαζαν ο ένας τον άλλο και πανηγύριζαν για την αναγγελία της εφαρμογής του συντάγματος από τον σουλτάνο! Έμπρακτη απόδειξη της συμφιλίωσης και της ειρηνικής συνύπαρξής τους -στο πλαίσιο της συνταγματικής πλέον οθωμανικής ουτοπίας- ήταν η παράδοση του οπλισμού τους. Τον δρόμο της αδελφοσύνης των λαών έδειξαν από την πρώτη ημέρα ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης και ο πρόεδρος της τοπικής Βουλγαρικής Επιτροπής, οι οποίοι μαζί με τον μουφτή αγκαλιάστηκαν και προέτρεψαν και τον λαό να πράξει το ίδιο. Στο ίδιο πνεύμα απευθύνθηκε προς τους πολίτες ο εκ των ηγετών του Κινήματος Εμβέρ μπέης, στην πλατεία Ολύμπου, η οποία από τότε μετονομάστηκε σε πλατεία Ελευθερίας: “Πολίτες! Σήμερα ο αυθαίρετος ηγεμόνας τελείωσε, η κακή διακυβέρνηση δεν υπάρχει πια. Είμαστε όλοι αδέλφια. Δεν υπάρχουν πια Βούλγαροι, Έλληνες, Σέρβοι, Ρουμάνοι, εβραίοι, μουσουλμάνοι. Κάτω από τον γαλανό ουρανό είμαστε όλοι ίσοι, είμαστε όλοι περήφανοι που είμαστε Οθωμανοί!”
Και όμως, λίγο μετά την επικράτησή τους οι Νεότουρκοι άρχισαν να διώκουν τους παράγοντες της ελληνικής και της βουλγαρικής κοινότητας, για να ακολουθήσει η εφαρμογή ενός ευρύτερου σχεδίου εθνικών εκκαθαρίσεων, η οποία κατέληξε στις γενοκτονίες των Αρμενίων, των Ελλήνων και των Ασσυρίων.
Σε συνέχεια των παραπάνω διαβάστε το αφιέρωμα της εφημερίδας «Μακεδονίας»(16-1-2011):
Τελικά πήραν αυτό που τους άξιζε. Μετά τον πόλεμο τους βρήκαν οι Αρμένιοι έναν-έναν και τους δολοφόνησαν. Ιδίως την τριανδρία, Ενβέρ, Ταλαάτ, Τζεμάλ. Μάλιστα αυτός που σκότωσε τον Ταλαάτ στο Βερολίνο, ο Τεχλιριάν, συνελήφθη επ'αυτοφώρω και παρόλαυτα το γερμανικό δικαστήριο τον αθώωσε λόγω "φρενοβλάβειας". Ο ίδιος επιζών της γενοκτονίας, μόνος από την οικογένειά του που την είδε να σφάζεται μπροστά του, επέζησε κρυμμένος ανάμεσα στα πτώματα της μάνας του και των αδερφών του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτούς τους τύπους ήθελε να τιμήσει ο Μουχαμάντ αλ Μπουτάρι, ευτυχώς μετά από ένα κρύο ντους συνήλθε.
Μπράβο στη "Μακεδονία" για το αφιέρωμα.