του Αθαν. Καλλιανιώτη
«Η Αντίσταση στη Φλώρινα 1943 -1944», Φλώρινα 1912 -2002, Ιστορία και πολιτισμός, ΑΠΘ, Φλώρινα, ΑΠΘ 2004, 309-339 (επιμ. Ανδρέας Ανδρέου)
[πρακτικά συνεδρίου που έλαβε χώρα στην Παιδαγωγική Ακαδημία Φλώρινας από την 8η έως τη 10η Νοεμβρίου 2002]
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στις τρεις περιοχές του νομού Φλώρινας (Φλώρινα, Αμύνταιο, Πρέσπα) δημιουργήθηκε επί Κατοχής μια νέα δυναμική, πλήρως διάφορη της παλιάς κληρονομιάς. Ανταρτοκρατούμενη ήταν η Πρέσπα, ενώ στη λεκάνη του Αμυνταίου οι κάτοικοι είχαν εξοπλιστεί εναντίον του ΕΛΑΣ. Την πεδιάδα του Σακουλέβα συνείχε μια χαρακτηριστική ηρεμία, που λίγες μόνο φορές διακόπηκε από αντίποινα των Γερμανών. Κύριο ρόλο στις εξελίξεις έπαιξε η γειτνίαση με τα βουλγαροκρατούμενα Μπίτολα, εξ αιτίας της οποίας αναπτύχθηκε εξ αρχής μια σημαντική «πολιτισμική αντίσταση» και μια ελάχιστη ένοπλη από τις οργανώσεις ΥΒΕ και ΕΚΑ των αξιωματικών.
Την ίδια εποχή εμφανίστηκε η Λευτεριά και η Ελευθερία και λίγο αργότερα το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, που ενεπλάκη σε μια διελκυστίνδα με τους Γιουγκοσλάβους, οι οποίοι προπαγάνδιζαν την αυτονομία της Μακεδονίας προκαλώντας σύγχυση στους λίγους τότε βουλγαρόφρονες και στους πολλούς πάντα απαθείς αγρότες. Η εργατική όμως τάξη και οι ηγέτες του ΣΑΜ (Σλαβομακεδόνικου Απελευθερωτικού Μετώπου) Φλώρινας, βλέποντας μακρύτερα, παρέμειναν...
πιστοί στο ΚΚΕ και στην Ελλάδα.
…βρίσκω λημέρι αντάρτικο, που κλαίγανε το Γιάννη, το Γιάννη τον Αυγερινό. «Σήκω, βρε Γιάννη Αυγερινέ, σήκω να πολεμήσεις, γιατί μας πιάσαν ζωντανούς και παν να μας κρεμάσουν». «Παιδιά, σας λέω δε μπορώ και σεις μου λέτε σήκω. Για πιάστε με να σηκωθώ και βάλτε με να κάτσω και δώστε μου τ΄ αυτόματο»[1]
ΠΡΟΛΟΓΙΚΑ
Έχουν γραφεί πολλά για τη νεότερη και σύγχρονη Φλώρινα και αρκετά για την περίοδο της Κατοχής είτε από ανθρώπους που έζησαν στον τόπο αυτό είτε από επισκέπτες παρατηρητές ή ερευνητές –μερικοί έγραψαν χωρίς να περάσουν. Σημαντικές πληροφορίες κομίζουν τα δύο περιοδικά της πόλης Αριστοτέλης και Εταιρία, ενώ συνταξιούχοι εκπαιδευτικοί κατέγραψαν τη ζωή των χωρικών.[2] το πληρέστερο έργο θεωρείται το Λεύκωμα εκπαιδευτικών Φλωρίνης 1945 –1947. Λιγότεροι από είκοσι εαμικοί αγωνιστές και όχι περισσότεροι από πέντε αντιεαμικοί εξέδωσαν τις μαρτυρίες τους, διαθλασμένες, ενσυνείδητα ή ασύνειδα, από τους εκάστοτε καιρούς. Εμφανές δείγμα εξωτερικών επιρροών αποτελεί το έργο του επαναστάτη Κυριάκου Πυλάη από το Ξινό Νερό με τίτλο Μνήμες –Βιώματα –Στοχασμοί, 1870 –1990. (1990), όπου ούτε μία φορά δεν αναφέρονται οι λέξεις ΣΝΟΦ (Σλαβομακεδόνικο Εθνικό (Λαϊκό) Απελευθερωτικό Μέτωπο) και ΣΑΜ (Σλαβομακεδόνικο Απελευθερωτικό Μέτωπο), αν και ο συγγραφέας υπήρξε ανώτατο στέλεχος του ΣΑΜ. Τυπωμένο «τον καιρό των συλλαλητηρίων» (Κωστόπουλος 2002:310) ο ίδιος ο Πυλάης ή ο επιμελητής του παρέλειψε κάθε αναφορά για το ΣΑΜ, αποφεύγοντας πιθανολογούμενες δυσαρέσκειες, με αποτέλεσμα την ασυμφωνία τίτλου και περιεχομένων, αφού περισσότερες από τις μισές σελίδες αναφέρονται στη βαλκανική και την παγκόσμια ιστορία.
Ορισμένοι ερευνητές κι επιστήμονες αποδέχτηκαν εύπιστοι κι ανυποψίαστοι προφορικές μνήμες (Γούναρης 1997:32) για διακρίσεις, διώξεις, εξορίες πατέρων Σλαβομακεδόνων που οι γιοι τους υπηρετούσαν στο μέτωπο της Αλβανίας,[3] για γλωσσικά πρόστιμα που παλαιόθεν υφίσταντο οι σλαβόφωνοι κ.α., όλα αμάρτυρα σχεδόν αρχειακών επιβεβαιώσεων (Κάραμποτ 1997:263). Υπήρξαν προφανώς και διακρίσεις και πιέσεις, όμως παρόμοιες συναντώνται σε όλη τη χώρα καθώς οι ανεξάρτητες αγροτικές και κτηνοτροφικές κοινότητες χωνεύονταν μέσα στο σύνολο εθνικό κράτος. Αν οι γυναίκες της Φλώρινας τοποθετούσαν το κεφαλομάντηλο μπροστά στο στόμα τους δεν το έκαναν, τουλάχιστον όχι πάντα, «μην τους ξεφύγει καμιά κουβέντα και το ακούσει ο χωροφύλακας» (Μπουσχότεν 1996:19), αλλά διότι ήταν –και είναι– συνήθεια πολλών ηλικιωμένων γυναικών σε όλη τη χώρα, όχι μόνο στη Φλώρινα, να καλύπτουν το στόμα τους.[4] Ελλείπει επίσης ο βεβαιωμένος αριθμός εξορισθέντων γονέων, αν και το ερώτημα ίσως θα έπρεπε να ήταν πόσοι από αυτούς εξορίστηκαν, αφού οι γιοι τους είχαν πιο πριν αυτομολήσει. Λησμονούν δε όσοι θεωρούν καθοριστικό το βάρος του παρελθόντος (Χόνδρος 1997:77) δύο σημαντικά πράγματα: πρώτα ότι κάθε εποχή έχει τη δικιά της δυναμική, αντίθετη αρκετές φορές από τις πρότερες (Καλύβας 2002), και δεύτερον το ρόλο της γεωγραφίας.
Αξιόλογα για τα επίπεδα της οπτικής τους είναι τα έργα τριών συγγραφέων: του Ευάγγελου Κωφού μέσω των οποίων εισχωρεί κανείς από τη σκηνή της πολιτικής του Μακεδονικού στα παρασκήνια της διπλωματίας του. του Ιωάννη Κολιόπουλου που περιέγραψε την ελίτ των Σλαβομακεδόνων πολέμαρχων της Δυτικής Μακεδονίας και του διωχθέντα για κομουνιστική δράση φοιτητή τότε της Σχολής Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών Θεσσαλονίκης Σταύρου Κωτσόπουλου από τη Βεύη –ανέκδοτο αυτό και γραμμένο στη Σόφια– μέσω των βιογραφιών του οποίου σχεδόν αγγίζει κανείς τους απλούς αγωνιστές της αριστεράς.
Στην παρούσα μελέτη χρησιμοποιήθηκε άμεσο αρχειακό υλικό των ΓΑΚ Φλώρινας, ΑΣΚΙ, ΥΠΕΞ, Ακαδημίας, Γενναδείου, ΕΛΙΑ, ΙΑΜ κλπ κι έμμεσο, όπως το πολύτομο έργο του Αθανασίου Χρυσοχόου. η σπάνια αρετή του τελευταίου έγκειται στην αφειδή παράθεση τόπων κι ονομάτων χάρις στα οποία το αόριστο και το υποθετικό γίνεται χειροπιαστό και συγκεκριμένο. Ελήφθησαν παράλληλα αρκετές συνεντεύξεις με μάρτυρες της εποχής, που όμως δεν δηλώνονται όλες. Αρκετό δε χρόνο διήρκεσαν οι επισκέψεις σε χωριά του νομού και οι περιπλανήσεις σε κορυφές ή σε πλαγιές προς αναζήτησιν απαντήσεων. Άλλες βρέθηκαν, άλλες όχι, όμως αυτό που έμεινε ήταν η ανάμνηση της Φλώρινας: μια ήρεμη ομορφιά του βουνού και μια όμορφη ηρεμία στην πεδιάδα.
Ο ΤΟΠΟΣ
Η ΠΡΕΣΠΑ
Ο νομός χωρίζεται στο υψίπεδο της πόλης, στη λεκάνη του Αμυνταίου και στην αντίστοιχη των Πρεσπών. Τη διαδρομή Φλώρινα -Πρέσπα δυσκολεύει η διάβαση του Πισοδερίου και η αντίστοιχη του Πρεβαλιού –ανάμεσα κυλά το ρέμα Λαδοπόταμος ή Ζελοβίτης. Η Πρέσπα συνόρευε τότε με τη Γιουγκοσλαβία και ακόμα και σήμερα με την Αλβανία, όπου υπήρχε –και υπάρχει- τελωνείο στην Κρυσταλλοπηγή.
Ολόκληρος ο νομός πέρασε τον Απρίλη του 1941 στη γερμανική ζώνη. Όταν η Ελληνική Χωροφυλακή επέστρεψε μετά από απουσία τριών μηνών στον Άγιο Γερμανό, αντιμετωπίστηκε προκλητικά από ορισμένους κατοίκους, παρομοίως όπως στον Πολυπόταμο, τη Βεύη, το Σκλήθρο και το Ξινό Νερό (Χρυσοχόου 1950:25-6,50,54. Δασκαλάκης 1973:268-70. ΔΜΕΠ Κωστόπουλος 30.10.02. Αντωνίου 1965:1787-8. Πυλάης 1990:159. Σ. 2002). Αν αποδίδαμε σε εθνοτικά ελατήρια τη στάση αυτή των σλαβόφωνων κατοίκων, θα αδυνατούσαμε να εξηγήσουμε αρκετές παρόμοιες πράξεις της ίδια εποχής, όπως π.χ. στην –ελληνόφωνη– Σιάτιστα, όπου μερικοί είχαν δηλώσει «…άτιμοι, να φύγετε δεν θέλωμεν Ελληνική Αστυνομία αλλά Γερμανική και αν μείνετε θα σας σκοτώσωμε όταν το βράδυ βγήτε περιπολία θα σας ξεσκίσωμε τα γαλόνια…» (Πρωτοδικείο 319/41). Αιτίες άρνησης της κρατικής τάξης υπήρχαν παντού και ένας από τους λόγους που είχαν αυτές ενταθεί ήταν ο οικονομικός, όμως στην Πρέσπα και το Ξινό Νερό χύθηκε αίμα. Αν δεν οφείλονταν σε κακή συγκυρία της στιγμής, οι αιματηρές αυτές συγκρούσεις είχαν λάβει χώραν επειδή οι κάτοικοι των δύο χωριών διέθεταν ήδη πάμπολλα όπλα, που είχε αφήσει ο ελληνικός στρατός οπισθοχωρώντας από τα μέτωπα της Αλβανίας και των μαχών του Κλειδίου.
Την άνοιξη του 1942 έγιναν ορισμένες διοικητικές αλλαγές: η Πρέσπα και τα χωριά των δυτικών πρανών του Βιτσίου (Πισοδέρι, Κρυσταλλοπηγή, Τρίβουνο κ.α.) πέρασαν στο νομό Καστοριάς (ιταλική ζώνη) για να ευκολύνεται προφανώς η επικοινωνία Καστοριάς – Κορυτσάς, ενώ προς αντάλλαγμα δόθηκαν στη Φλώρινα (γερμανική ζώνη) η Κλεισούρα, το Βαρικό και το Λέχοβο (Στοιχεία 1961:16 κ.ε.). Άμεση συνέπεια της αλλαγής ήταν ο διωγμός της Χωροφυλακής από την Πρέσπα και η αντικατάστασή της από αντίστοιχη ιταλική (Αντωνίου 1967:124. Αντωνίου 1965:1900-1. Μαλούκος 1992:56). Το Φλεβάρη του 1944 οι δοθείσες στην Καστοριά κοινότητες επέστρεψαν στη δικαιοδοσία της νομαρχίας Φλώρινας, αλλά δεν εγκαταστάθηκε ξανά η ελληνική Χωροφυλακή. Αντ’ αυτής την τάξη κρατούσαν εξοπλισμένοι πολιτοφύλακες των χωριών (και από το βλαχόφωνο Πισοδέρι), επιφορτισμένοι με την προστασία της οδού Κορυτσάς –Καστοριάς, Φλώρινας (Δορδανάς 2002:Βεκιάρης). Για την Πρέσπα οι Γερμανοί δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον αφήνοντάς την στα χέρια των ανταρτών, Ελλήνων, Αλβανών και Γιουγκοσλάβων.[5]
Η ΛΕΚΑΝΗ ΤΟΥ ΑΜΥΝΤΑΙΟΥ
Επάνω στο δρόμο Αμυνταίου -Καστοριάς κείται η διάβαση της Κλεισούρας, στρατηγικής αξίας θέση. Λίγο πριν συνθηκολογήσει η Ιταλία, Γερμανοί και γερμανοντυμένοι άντρες του «Ελληνικού Εθελοντικού Σώματος Γ Πούλος» (Δορδανάς 2002:Πούλος. Χονδροματίδης 2001:75-89) έκαψαν ολοσχερώς το αρβανίτικο χωριό Λέχοβο (Οικονόμου 1976:174-6), από το οποίο σιτίζονταν αντάρτες, απειλητικοί για την ασφάλεια αυτής της διάβασης. Εννέα μήνες αργότερα οι ίδιοι έκαψαν και τη βλαχόφωνη Κλεισούρα και λίγο αργότερα τους μικτούς Πύργους της Εορδαίας. Οι ανάγκες επιβίωσης των Γερμανών δεν αναγνώριζαν καμία γλώσσα και καμιά καταγωγή, όπως φάνηκε και στην πυρπόληση του σλαβόφωνου χωριού Πρώτη μία μόλις μέρα πριν αποχωρήσουν από την Ελλάδα. Στη λεκάνη του Αμυνταίου ισάριθμοι ήταν οι σλαβόφωνοι με τους πρόσφυγες κι άμεσες οι επαφές με την Εορδαία. Τα χωριά Αντίγονο και Μανιάκι (Δορουκίδης 1996. Μαραντζίδης 2001) είχαν πρόσφατα εγγραφεί διοικητικά στη Φλώρινα (Στοιχεία 1961:36,108) αυξάνοντας τη λιγοστή τουρκοφωνία του νομού. Το Μανιάκι ήταν το μόνο προσφυγικό χωριό του νομού που έλαβε όπλα εναντίον των ανταρτών του ΕΛΑΣ, επηρεασμένο από την εδαφική και γλωσσική του συγγένεια με τον Πελαργό της Εορδαίας. Οι αντάρτες όμως το εξουδετέρωσαν τελείως στις 25.5.44 καίγοντας κι εκτελώντας 35 κατοίκους με την κατηγορία ότι είχαν αυτοί συμμετάσχει με τους Γερμανούς σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις (Καλλιανιώτης 2002α).
Ήταν τρομακτική η αυστηρότητα του ΕΛΑΣ απέναντι του Μανιακίου, ώστε εγείρεται η απορία γιατί δεν εδείχθη παρόμοια εναντίον των εξοπλισμένων σλαβόφωνων χωριών (Hammond 1992:68) Ξινό Νερό, Πεδινό, Αετός, Σκλήθρο, Ασπρόγεια και Βαρικό (η Περικοπή ήταν εξαίρεση), που κείνται εκατέρωθεν της οδού Αμυνταίου –Καστοριάς;[6] Στον Αετό οι Γερμανοί είχαν εκτελέσει το Μάρτη του 1944 δώδεκα άνδρες (Ληξιαρχείο Αετού 1-11/44. ΥΠΕΞ Φ.2.4/6.4.44. Λούστας 1998:116), ως αντίποινα για το τυχαίο φόνο ενός στρατιώτη, οπότε μερικοί κάτοικοι αποφάσισαν να εξοπλιστούν, ώστε ούτε οι αντάρτες να πλησιάζουν ούτε οι επίκουροι των Γερμανών πρόσφυγες της Εορδαίας να επικρέμονται ως επιδρομική απειλή. Ταχύτατα αντέδρασε ο ΕΛΑΣ εκτελώντας δύο κατοίκους του Αετού και επιστρατεύοντας μερικούς (ΑΣΚΙ Φ.415/23/8/221,226. Ληξιαρχείο Αετού 8/46), αλλά ο εξοπλισμός του χωριού δεν απετράπη, όταν Γερμανοί, Βούλγαροι, σλαβόφωνοι οπλίτες της Έδεσσας ντυμένοι με στρατιωτικές στολές -γαλάζιες κατά μια μαρτυρία (Τ. 2001)- και κομιτατζήδες της Βασιλειάδας καταυλίστηκαν στα χωριά της περιοχής (Β. 2002). Ήταν η δεύτερη επίσκεψη ενόπλων της Βασιλειάδας[7] στην περιοχή, την πρώτη είχαν μεν φονεύσει τον Θεόδωρο Β. σύνδεσμο του ΕΛΑΣ από τα Ασπρόγεια (ΑΣΚΙ 23/8/221. Β. 2002) αλλά δεν κατάφεραν να οπλίσουν μόνοι αυτοί το «πατριαρχικό» αυτό χωριό.
Κέντρο του τάγματος των άρτι εξοπλισμένων σλαβόφωνων χρίστηκε το Σκλήθρο και με την ηγεσία ενός Βούλγαρου «ταγματάρχη» οι οπλίτες επέδραμαν στα κοντινά χωριά φέρνοντας μάλιστα ως λεία ορισμένους στο Ξινό Νερό, εκ των οποίων εκτέλεσαν τον Αναστάσιο Σ. από το Νυμφαίο (ΑΣΚΙ Φ.415/23/8/251. Λούστας 1988:121. Β. 2002). Λίγο αργότερα οι οπλίτες αυτοί συμμετείχαν μαζί με τους Γερμανούς στην επιχείρηση Steinadler εναντίον των ανταρτών του Βοΐου (Troebst 1989:260. Β. 2002). Όταν όμως οι Γερμανοί αποσύρθηκαν στο Αμύνταιο, παρέδωσαν σχεδόν όλοι τα όπλα τους στον ΕΛΑΣ, εκτός από το Σκλήθρο που οι αντάρτες είχαν θύματα προσπαθώντας να το αφοπλίσουν (ΕΛΙΑ 694;/45. Β. 2002. κάτοικοι Σκλήθρου 2002).
Στα Ασπρόγεια ως «βάιβοδα» (οπλαρχηγός) του δημιουργηθέντος λόχου ήρθε ο αγριωπός Βούλγαρος Τσιότσιο, για να απομαγνητίζει μάλλον την ιδιαίτερη έλξη του ΕΑΜ, αφού μια δεκάδα νεαρών του χωριού με πρωτεύοντα τον κατοπινό μέραρχο του ΔΣΕ Παντελή Βαϊνά υπηρετούσαν ήδη στον ΕΛΑΣ ( Β. 2002. ΑΣΚΙ Φ.415/23/8/224. Χρυσοχόου 1950:364). Χωρίς τον Τσιότσιο ήταν απίθανο να μείνουν οπλισμένα για πολύ τα Ασπρόγεια, επειδή και η μερίδα των «γκ΄ρκομανι» (ελληνόφιλων) δεν επιθυμούσε τον πόλεμο και το χωριό ήταν ευπρόσβλητο από οποιονδήποτε κατείχε το δεσπόζον ύψωμα Πάντινα. Τα αμυντικά αυτά μειονεκτήματα αποκαλύφτηκαν στην πρώτη κρούση των ανταρτών κατά την οποία σκοτώθηκε ο νεαρός κομιτατζής Γεώργιος Γ. ανηφορίζοντας προς την Πάντινα (Ληξιαρχείο Ασπρογείων 1/46. Παπαναστασίου χ.χ.:103-5). Έκτοτε δεν υπήρξε άλλη όχληση κατά των Ασπρογείων, αφού μια άτυπη εκεχειρία είχε φαίνεται συναφθεί μεταξύ των δύο πλευρών καθώς ο χρόνος έτρεχε αμείλικτος υπέρ του ΕΛΑΣ. Τα όπλα και τα πολεμοφόδια των εξοπλισμένων χωριών τα χρειάζονταν οι αντάρτες άθικτα, για να εξολοθρεύσουν τους αντικομουνιστές οπλίτες της Εορδαίας, που δεν έδειχναν να υποχωρούν, κι αυτός ήταν ένας λόγος που ο ΕΛΑΣ είχε διαλέξει τη συνδιαλλαγή αντί για την επίθεση.[8]
Διάφοροι τίτλοι έχουν έρθει στο φως, σχετικοί με την ονομασία των εξοπλισμένων από τους Γερμανούς σλαβόφωνων: «Ντέινοστ» (Δράση) για την Πέλλα (Χρυσοχόου 1950:Β΄104,220), «Βουλγαρομακεδονική Επιτροπή», «Τρίτη Μακεδονική Ταξιαρχία» (Troebst 1989:260), «Τάγμα Εθελοντών» (Κολιόπουλος 1995:122), «Οχράνα» (Φρουρά) για τη Φλώρινα –Καστοριά.[9] Αναφέρεται ότι πρόεδρος της Οχράνας στη Φλώρινα και αντικαταστάτης του Κάλτσεφ χρημάτισε ο ηπειρωτικής καταγωγής δικηγόρος Μενέλαος Γέλες (λανθασμένη η γραφή Γκέλες) (ΣΘ 1948:Τζώρτζης). «Οχρανίτες», «Βούλγαροι Οχρανίτες» ή «Οχρανιτοκομουνισταί» χαρακτηρίζονταν επί κυρίως Εμφυλίου από τους τοπικούς ληξιάρχους τόσο οι σλαβόφωνοι εκδικητές του ΝΟΦ όσο και οι αντάρτες του ΕΛΑΣ, ενώ σύμφωνα με τη ρήση ενός ταγματάρχη της εποχής «στην Καστοριά εδημιουργήθησαν το ΝΟΦ και οι ΓΚΡΟΥΠΕΣ. Εις την περιφέρειαν Εδέσσης εδημιουργήθη η ΟΧΡΑΝΑ το 1944» (ΣΘ 1948:Φροντιστής). Αντιλαμβάνεται, λοιπόν, κανείς ότι μένουν ακόμα σκοτεινά τόσο το όνομα όσο και η σχέση του με τους εξοπλισμένους σλαβόφωνους (Κολιόπουλος 1995:59).
Η ΠΕΔΙΑΔΑ ΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ
Από τη στενωπό του Κλειδίου περνά ο σιδηρόδρομος Αμυνταίου -Φλώρινας. Η υπάρχουσα εκεί γέφυρα και η γαλαρία φυλάσσονταν μόνιμα, ενώ στο ύψωμα Μούρτενιτς της Κέλλης ένα άκρως ενισχυμένο γερμανικό παρατηρητήριο (Τσάλκος 2002. Παπαναστασίου χ.χ.:24), ήλεγχε τον αμαξιτό δρόμο Έδεσσας –Φλώρινας, τη στενωπό του Κλειδίου και ολόκληρο σχεδόν το οροπέδιο της Φλώρινας δυσκολεύοντας την ημερήσια κίνηση των ανταρτών. Το Φλεβάρη του 1944 οι Γερμανοί του Αμυνταίου είχαν εκδιώξει τους αντάρτες του ΕΛΑΣ μέσα από το Νυμφαίο (ΥΠΕΞ Φ.2.2./11.2.44. Λούστας 1998:116-7) χάρη προφανώς στο παρατηρητήριο αυτό που έβλεπε όλη την πορεία των τελευταίων από το Φλάμπουρο ως το Νυμφαίο.
Το οροπέδιο της Φλώρινας επεκτείνονταν ομαλά ως την πόλη Μπίτολα (Μοναστήρι) της Γιουγκοσλαβίας, όπου έδρευαν μονάδες βουλγάρικου στρατού. Στον φόβο της άμεσης αυτής γειτνίασης οφείλεται η ίδρυση της Παιδαγωγικής Ακαδημίας στην πόλη της Φλώρινας το Νοέμβρη του 1941 (Γιαγγιώργος 1990:22. ΜΖ 1969:18) και η ύπαρξη μιας εκατονταρχίας χωροφυλάκων -για την ακρίβεια 120 άνδρες- (ΔΒΘ Ελευθερία 14.9.45. Μπόνης 1982:105. ΓΑΚΦ ΑΒΧ 15/2/18. ΙΑΜ, ΑΥΕΜ, Φ.120/3. Χρυσοχόου 1950:Α΄308), που φρουρούσαν τα συνοριακά φυλάκια και ενίσχυαν την παρουσία του κράτους επιχειρώντας και εναντίον των ανταρτών (Αντωνίου 1965:1775. Μαργαρίτης 1993:128). Μεταβατικά αποσπάσματα της Χωροφυλακής είχαν ήδη λάβει μέρος μαζί με Γερμανούς στην περικύκλωση της Βεύης, Κέλλης και Κλειδιού το καλοκαίρι του 1941 (Μπόνης 1982:20) όσο και στη δίωξη μιας ομάδας ανταρτών του Ολύμπου, των πρώτων που εμφανίστηκαν στην περιοχή το Φλεβάρη του 1943 στρατολογώντας θερμόαιμους αρνητές από την Κλεισούρα και το Λέχοβο (Καλλιανιώτης 2000:48. Μπάρος 2002). Όταν οι αντάρτες άρχισαν να πληθαίνουν, η περιφερειακή Χωροφυλακή και η εκατονταρχία αφοπλίστηκαν από τους Γερμανούς, με αποτέλεσμα αρκετοί να περάσουν εθελοντικά ή όχι στον ΕΛΑΣ (Γιαγγιώργος 1990:55-9).
Οργανωμένη αντίρρηση κατά της διοικητικής εξουσίας ηγέρθη στην πόλη και σε ορισμένα πεδινά χωριά (ΔΒΘ Νέα Αλήθεια 22.3.45/1. Μόδης 1969:1-6. ΓΑΚΦ, ΒΣΠΦ, 27/Φ.1,12/11.1.46, 108/23.2.46, 127/28.3.46. Γιαγγιώργος 1990:59). Δεν ήταν αφύσικες οι προκλήσεις στη μεταβατική αυτή εποχή, όπου είχαν ήδη γίνει αρκετές αλλαγές προσώπων. Τις επιθυμίες αλλαγής κέντριζαν συνήθως οι Βούλγαροι σύνδεσμοι του γερμανικού φρουραρχείου της πόλης (Χρυσοχόου 1950:52). Ωστόσο σχεδόν όλες ματαιώθηκαν, καθώς έπρεπε να διεξέλθουν μέσα από τρία χρονοβόρα στάδια: έπρεπε να παραμερισθούν οι ήδη διορισμένοι εκπρόσωποι που ήταν σαρξ εκ της σαρκός του τόπου, να εγκριθεί η αλλαγή από το νομάρχη Κωνσταντίνο Μπόνη, έναν διπλωμάτη απόστρατο συνταγματάρχη, και να επικυρωθούν από τη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας (Μπόνης 1982:13-4), οπότε μετά από μια περίοδο έξαψης κι αβεβαιότητας, που στην πόλη κράτησε ως το Νοέμβρη του 1941,[10] η διοίκηση παρέμεινε σταθερή στα χέρια της Ελληνικής Πολιτείας (ΕΛΙΑ 40/1945). Οι εξαιρέσεις της Σιταριάς, της Ιτιάς και της Μελίτης, όπου διορίστηκαν με την επέμβαση των Γερμανών νέα κοινοτικά συμβούλια, περιέπλεκαν την κατάσταση, αφού αυτά ήταν υποχρεωμένα να εφαρμόζουν τις εντολές του κράτους αλληλογραφώντας μάλιστα στα ελληνικά, ενώ ομιλούσαν σλαβικά (Γώγος 2001:118. Χρυσοχόου 1950:202). Εκτίθονταν επιπλέον τα συμβούλια αυτά στα μάτια των χωρικών, αφού, παρά τις εκ του αντιθέτου φωνασκίες, παρέδιδαν αναγκαστικά και το δέκατο και το παρακράτημα από τη σοδειάς στη νομαρχία (Βουλή, Έθνος 8.8.42/3. Μπόνης 1982:107,109).
Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
ΟΙ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΟΡΟΥ
Το επίθετο εθνικός ως προσδιορισμός ή ως πρώτο συνθετικό συναντάται αμέτρητες φορές σε κείμενα που γράφτηκαν στην Κατοχή (Βαρών 1987:51,150,180,330).[11] Γνωστές οργανώσεις στη Φλώρινα, όλες με τη λέξη εθνικός ανάμεσα, ήταν το ΕΑΜ, ο ΕΔΕΣ, το ΣΝΟΦ (Κολιόπουλος 1995:114 κ.ε. Εγκέισκα 1971:389), ο ΝΟΒ (Εθνικός (Λαϊκός) Απελευθερωτικός Στρατός) της Γιουγκοσλαβίας (Ιστορία (1979:2096,2174), τα FNCL (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) και Ball Kombetar (Εθνικό Μέτωπο) της Αλβανίας (Δαλιάνης 2000:101) και ακόμα ο ΕΕΣ (Εθνικός Ελληνικός Στρατός) των προσφύγων της Εορδαίας. Όλοι, ακόμα και ο ΝΟΒ και το FNCL που για άλλα έθνη μάχονταν, ζητούσαν την αρωγή των κατοίκων της Φλώρινας επικαλούμενοι το έθνος και χαρακτηρίζοντας όλες τις πράξεις τους ως «Αντίσταση Εθνική». Στο όνομα αυτής της Εθνικής Αντίστασης συγκρούστηκαν σε κυκλωτικές πολιορκίες, όπως στο Μανιάκι, ή σε ξαφνικές καταδρομές, όπως στον Αετό, Έλληνες εναντίον Ελλήνων. Ως Εθνική, πάλι, Αντίσταση ενέδρευσαν οι αντάρτες του ΕΛΑΣ Βιτσίου τους Γερμανούς τον Απρίλη του 1944 στη Δροσοπηγή, έχοντας ανάμεσά τους διοικητή λόχου τον Ηλία Δημάκη ή Γκότσε, που λίγο αργότερα μαζί με αρκετές δεκάδες ανταρτών της Φλώρινας πέρασαν στη Γιουγκοσλαβία αμφιβάλλοντας σε ποιο έθνος ανήκαν. Το έθνος σε όλη τη χώρα είχε κατακερματιστεί και στη Φλώρινα ορισμένοι ταλαντεύονταν αμήχανοι ανάμεσα στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία, τη Γιουγκοσλαβία και την Αλβανία ακόμα.
Ο όρος Εθνική Αντίσταση, παλιότερα Εθνική Αντίστασις, αναγνωρίστηκε επίσημα την άνοιξη του 1949 όταν βουλευτής της Κοζάνης, ανώτατο στέλεχος του ΕΕΣ Κιλκίς, αναγορεύτηκε «γενικός αρχηγός Εθνικής Αντιστάσεως Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας» (ΔΙΣ/ΓΕΣ, Φ.909/Δ/1/3. Παπαθανασίου 1997:Β΄866-7). Δύο χρόνια νωρίτερα είχε προηγηθεί η ημιεπίσημη ανάδειξη του τουρκόφωνου εμπόρου Μιχαήλ Παπαδόπουλου ή Μιχάλαγα από τα Σέρβια ως αρχηγού της «Εθνικής Αντιστάσεως» Δυτικής Μακεδονίας (ΔΒΘ Ακρίται του Βορρά 6.9.48/3). καμιά θέση δεν περίσσευε βέβαια για το ΕΑΜ. Στη δεκαετία του ΄80 αναγνωρίστηκε –για δεύτερη φορά– η Εθνική Αντίσταση εκτοπίζοντας την παλιότερη Εθνικήν Αντίστασιν, όμως μετά το 1989 όλοι οι εναπομείναντες της Εθνικής Αντιστάσεως συμβλήθηκαν συνταξιοδοτικώς στην Εθνική Αντίσταση. Μακράν αυτών των μεταμορφώσεων, προτιμά ο γράφων τον απλό όρο Αντίσταση.
Η ΑΟΠΛΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
«Οι πρώτοι κρατούμενοι» τιτλοφορείται άρθρο ενός Φλωρινιώτη τραπεζικού, μέλους της χορωδίας του συλλόγου «Αριστοτέλης», υπευθύνου αργότερα της τοπικής Εθνικής Αλληλεγγύης και γραμματέα του Δήμου επί Εαμοκρατίας, αναφερόμενο στη μονοήμερη κράτηση μελών της χορωδίας στα τέλη Σεπτεμβρίου 1941 κατ΄ απαίτηση των Ιταλών, επειδή είχαν παιανίσει το τραγούδι Κορόιδο Μουσολίνι (Μεγαλομάστορας 1974: 37-43. Τυρπένος 1964:25-32). Θα ήταν αληθής ο τίτλος, αν πριν από αυτούς δεν είχε κλειστεί στη φυλακή της πόλης ο κομουνιστής Γεώργιος Τσάπανος, που συνελήφθη στην Πρέσπα σε μια κομματική εξόρμησή του μαζί με τον Ευστράτιο Κέντρο (Νικολαϊδη ή Μακεδόνα ή Βαγγέλη ή Σλομπόντα), εύσωμο Αρβανιτόβλαχο των Μπιτωλίων που κατοικούσε στη Φλώρινα. «Γλεντζές», «γκομενάκιας» και «μπροστάρης σ΄ όλους τους καβγάδες», στη νεαρή του ηλικία ο Σλομπόντας, πέρασε στο επάγγελμα της επανάστασης ως καθοδηγητής της ΟΚΝΕ και καπετάνιος του ΕΛΑΣ μετέπειτα (ΓΑΚΦ, ΑΒΧ 15/1, ΑΒΕ 15/1/70,100. Νεδέλκος (2000:12-3.).[12] Ένα μήνα πριν από τη σύλληψη αυτή τρεις σλαβόφωνοι κάτοικοι είχαν κλειστεί στην ίδια φυλακή κι εκτελεστεί για κατοχή όπλων (ΥΠΕΞ Φ.2.4/19.8.41). Οι τρεις τελευταίοι θα ήταν χωρίς αμφιβολία οι πρώτοι αντιστασιακοί της Φλώρινας, αν γνωρίζαμε υπέρ ποίας οργάνωσης Αντίστασης θα χρησιμοποιούσαν, αν χρησιμοποιούσαν, τα όπλα αυτά, αλλά, αφού κάθε υπόθεση είναι αδύνατη, τον τίτλο των πρώτων αντιστασιακών κερδίζουν ίσως οι δύο κομουνιστές.
Η λέξη ίσως εμφιλοχωρεί στην ερμηνεία του όρου Αντίσταση (Μπαμπινιώτης 1998:216-7) κι εξαλείφεται μόνο αν γίνει παραδεκτή η ύπαρξη της άοπλης όσο και της ένοπλης, της ενεργητικής και της παθητικής αντίστασης. Τα όρια διαχωρισμού δεν είναι πάντα ευδιάκριτα: ένας Μικρασιάτης αγρότης κι ένας Σλαβομακεδόνας μυλωνάς, κάτοικοι Άνω Κλεινών, εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς, ο πρώτος ως υπεύθυνος της ΕΤΑ (Επιμελητεία του Αντάρτη) και ο δεύτερος ως τροφοδότης «συμμοριών» (ΕΛΙΑ 108/1945. ΔΒΚ 25.10.45. Κηπουρόπουλος 2002). Ίσως με τη θέλησή τους εξυπηρετούσαν τους αντάρτες, ίσως όμως και όχι, αφού το χωριό ήταν εκτεθειμένο στις επισκέψεις ενόπλων, αλλά αυτό δεν έχει σημασία εφόσον με τη θυσία τους πέρασαν στη χορεία των μαρτύρων της Αντίστασης. Δεκάδες επώνυμοι ή ανώνυμοι, φιλαντάρτες, ουδέτεροι και αντικομουνιστές ακόμη, αντιμετώπισαν τις σφαίρες ή την αγχόνη του εχθρού και χιλιάδες εργάστηκαν εναντίον των κατακτητών υποστηρίζοντας αριστερές ή δεξιές αντιστασιακές οργανώσεις, Σέρβους ή Αλβανούς παρτιζάνους.
Έχει γραφεί ότι «ενστικτωδώς» πλάστηκε ο Αριστοτέλης, η «πρώτη… τελείως αγνή…οργανωμένη εθνική αντίσταση» σε όλη την Ελλάδα (Τσάπανος 1964α:ιδ). Για το πρώτο διαφωνεί ο νομάρχης έχοντας την υποστήριξη μελών του ιδίου συλλόγου και αντιλέγει ότι δική του ήταν η ιδέα της «ειρηνικής αντιστάσεως» εναντίον της βουλγαρικής προπαγάνδας (Μπόνης 1982:15. Νίκλης 1965:15. Τυρπένος 1964:1-12). Για το δεύτερο δεν θα συμφωνούσε το ΕΑΜ, αφού σε ένα από τα πρώτα διαγγέλματά του εναντίον του κατακτητή έγραφε: «φέρτε κάθε είδους εμπόδια σε κάθε δουλιά, που γίνεται για λογαριασμό τους» (Κείμενα 1981:Α΄20), ερχόμενο έτσι σε φανερή αντίθεση με τον πολιτισμικό προσεταιρισμό των Γερμανών που υιοθετούσε ο Αριστοτέλης παίζοντας γερμανικά εμβατήρια στους δρόμους και δίνοντας ιδιαίτερες συναυλίες προς διασκέδασή των (Τυρπένος 1964:30). Όμως την έμφοβη γειτονία της Φλώρινας με τα Μπίτολα, την εχθρότητα ορισμένων κατοίκων προς την κρατική διοίκηση και τη συχνή παρουσία Βουλγάρων ήταν αδύνατο να την αισθανθεί το ΕΑΜ Αθηνών, που φαινόταν να αγνοούσε την κατάσταση στα βόρεια εδάφη της χώρας.[13]
Άοπλος απαγχονίστηκε στην Κλαδορράχη από τους Γερμανούς ένας μαέστρος του Αριστοτέλη (Ληξιαρχείο Κλαδορράχης 4/1962. ΔΒΘ Νέα Αλήθεια 3.4.45/1. Δορδανάς 2002:Κλαδοράχη. Τσάπανος 1964:46-50. ΓΑΚΦ, ΑΒΕ 87/1. Μέλλιος 1992) κι άοπλοι εκτελέστηκαν από τους Βούλγαρους στο χωριό Ντόλνο Ντούπενι της γιουγκοσλαβικής Πρέσπας εφτά γυμνασιόπαιδα, μέλη του ιδίου συλλόγου, που είχαν συλληφθεί στο Λαιμό οδεύοντας προς κατάταξιν στον ΕΛΑΣ (Ληξιαρχείο Δήμου Φλώρινας 74,182/1945).[14] Χωρίς όπλα πλήθος λαού συμμετείχε «υπό τύπον εθνικής διαμαρτυρίας» στην κηδεία ενός χωροφύλακα την 15 Αυγούστου του 1941 (Ληξιαρχείο Δήμου Φλώρινας 120/1946. Μπόνης 1982:21)[15] καθώς και στην εορτή του πολιούχου της πόλης, αν και γράφτηκε πως αρκετοί πιστοί βαστούσαν κρυφά καυσόξυλα, για την περίπτωση συμπλοκής με «δικά μας παληοτόμαρα» που θα επιχειρούσαν να λειτουργήσουν με Βούλγαρους ιερείς (Τριανταφύλλου 1970:117 και Τυρπένος 1964:7). Αυτά κι άλλα παρόμοια γεγονότα παρέκαμπτε το ΕΑΜ δηλώνοντας στην επιτροπή του ΟΗΕ το 1947: «Δεν υπάρχει ούτε μια λαϊκή δημοσία συγκέντρωσις οπουδήποτε γενομένη, που να μην ωργανώθη και να μην καθωδηγήθη από το ΕΑΜ…» (Από τη Βάρκιζα 1998:5).[16] Στη Φλώρινα όμως η «αντίσταση με νόμιμα μέσα» και η «πνευματική αντίσταση» είχαν ξεκινήσει ήδη το καλοκαίρι του 1941 πρώτα από το κράτος. [17]
Η ΕΝΟΠΛΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
Άκρως επικίνδυνη ήταν η κατοχή κομουνιστικών εφημερίδων της Θεσσαλονίκης που έφεραν το σιβυλλικό τίτλο Ειρήνη –Λευτεριά (Κουζινόπουλος 1986:47). Δεν υπάρχει συμφωνία για το όνομα της αρχειομαρξιστικής ή τροτσκιστικής αυτής οργάνωσης, αφού παραδίδεται ως Ελευθερία –Ειρήνη, Ειρήνη –Λευτεριά ή ως Λευτεριά.[18] Η δράση της Λευτεριάς, για την οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι ενεπλάκη στην εξέγερση των κατοίκων του Μεσόβουνου τον Οκτώβρη του 1941, δεν είναι αρκούντως γνωστή, αφού τα «γραφεία» της διαλύθηκαν ύστερα από επέμβαση της ΟΠΛΑ Θεσσαλονίκης με την κατηγορία ότι ήταν «χαφιέδικη» (Χατζής 1982:Α΄103). Μέλος του ηγετικού πυρήνα της φέρεται ο νεαρός σοφέρ Γεώργιος Τουρούντζιας (γνωστός κι ως Τζιότζιο Τουρούντζιουβι) από το Ξινό Νερό, που κατάγονταν από οικογένεια με πολεμική παράδοση (Αντωνίου 1950:12. Χρυσοχόου 1950:Β΄171). Εύπορος ιδιοκτήτης ασβεστοκαμίνου και φορτηγού αυτοκινήτου ο πολυπλανής Τουρούντζιας είχε διαγραφεί προπολεμικά από το ΚΚΕ κατηγορηθείς για εσωκομματικούς έρωτες (Πυλάης 1990:77-8) και για διάδοση «αναρχικών» ιδεών στη Φλώρινα και την Εορδαία (Καστρίτης χ.χ.:Ε΄208. ΔΒΘ, Το Φως 24.2.45/2).[19] Μετά τη διάλυση της Λευτεριάς χρημάτισε ταβερνιάρης στα Μπίτολα ως το φθινόπωρο του 1943 που διορίστηκε από την ΠΕ του ΚΚΕ Φλώρινας τομεακός υπεύθυνος Μπουφίου (Ακρίτας) του ΣΑΜ,[20] πόστο υποδεέστερο για την πολύπειρη ζωή του, το οποίο βέβαια εγκατέλειψε αυτομολώντας στους Γιουγκοσλάβους παρτιζάνους. Επί Εαμοκρατίας και λίγο πιο πριν δρούσε με μια ομάδα αυτόνομα στο Ράντοσι (δασωμένη χαράδρα του ΒΑ Βιτσίου) και ως μέλος της «Πολιτικής Επιτροπής για τη Μακεδονία του Αιγαίου» εκστράτευε μαζί με τις «Μπάζες»[21] κατά του ΕΑΜ, του ελληνικού κράτους (εναντίον ενός εγγλέζικου αυτοκινήτου μία φορά) και όσων πολιτών εναντιώνονταν, με αποτέλεσμα να επικηρυχτεί με 600.000 δρχ ως αυτονομιστής και αρχηγός «συμμορίας» (Βουλή, ΦΕΚ 10.2.46/Β/26/176. ΔΒΘ, Το Φως 20.10.45/2. Κωτσόπουλος χ.χ.:182,217,220,260-2. Μεροβίγλης 1950:10,22-3,33-4). Ο αδερφός του Ηλίας είχε παρόμοια ακροαριστερή ιδεολογία και πορεία (ΔΒΘ Το Φως 20.10.45/2), συνελήφθη όμως μετά από μια συμπλοκή τον Οκτώβρη του 1945 στον Ατραπό και φυλακίστηκε ως το 1964. Με τη δικτατορία των συνταγματαρχών απελάθηκε στα Σκόπια, όπου και συναντήθηκε με τον αδερφό του (Π. 2002). Οι αδελφοί Τουρούντζια εκφράζουν σε όλο της το μεγαλείο τη ρευστότητα της εποχής, ρευστότητα που υφίστατο σε όλη την Ελλάδα.
Λιγότερο επικίνδυνη ήταν η συμμετοχή στην οργάνωση Ελευθερία που είχαν ιδρύσει μετά την άνοιξη του 1941 στη Θεσσαλονίκη πρώην αξιωματικοί του ελληνικού στρατού, στελέχη της ΥΒΕ και μέλη του ΜΓ του ΚΚΕ, με πρωτοπόρο τον αδιόριστο δάσκαλο Απόστολο Τζανή από τις Άνω Κλεινές. Λόγω της επιρροής των αξιωματικών και της ΥΒΕ και για λόγους ευρύτερης απήχησης η Ελευθερία ομιλούσε για «συσπείρωσιν των εθνικών δυνάμεων», σε αντίθεση με την προγενέστερή της Λευτεριά που προέτρεπε ανοιχτά για «σαμποτάζ» κατά των τριών κατακτητών (Κουζινόπουλος (1986:Ελευθερία 22.1.41/1). Στη Φλώρινα τα πρώτα μέλη της Ελευθερίας φρόντιζαν πρώτα για την ανασυγκρότηση και πλάτυνση του ΚΚΕ και μετά για τη διάδοση της μικτής αυτής οργάνωσης, με αποτέλεσμα εκτός από την κυκλοφορία και τοιχοκόλληση προκηρύξεων της Ελευθερίας και προσηλυτισμό ολίγων δεν αναπτύχθηκε καμία δράση άξια λόγου (Κωτσόπουλος χ.χ.:103. Πυλάης 1990:158. ΓΑΚΦ, ΑΒΧ 15/Φ5/21/99,301. Μεγαλομάστορας 1986:81.[22]
Η πρώτη διασταυρωμένη μαρτυρία για την ύπαρξη της ΥΒΕ στη Φλώρινα ανάγεται τον Αύγουστο του 1942 με την επίσκεψη του ταγματάρχη Ιωάννη Παπαθανασίου, που «αγριοκοίταζε» τον μητροπολίτη, όταν ο τελευταίος αρνούνταν την «θορυβώδη δράσιν» (Παπαθανασίου 1997:Α΄331-8. Κωνσταντινίδης (1957:33-6). Στήθηκε ένα δίκτυο από μόνιμους κι έφεδρους αξιωματικούς της πόλης και των αρβανίτικων κυρίως χωριών, στο οποίο συμμετείχαν ο μόνιμος υπολοχαγός Παναγιώτης Τσένος και ο έφεδρος Κοσμάς Σπανός (κατόπιν ελασίτης Αμύντας) από το Λέχοβο, ο ιατρός Τραϊανός Μήρτσος από το Ανταρτικό και άλλοι (Παπαθανασίου 1997:Α΄328. Σπανός 1986:37. Γεννάδειος Φ.88/19.11.47). Δεν τόλμησε όμως ούτε η ΥΒΕ της Φλώρινας ούτε η συμπληρωματική της ΕΚΑ (Ένωσις Κοινωνικής Αμύνης)[23] να προχωρήσουν στην πράξη μιμούμενες τις αντίστοιχες της Κοζάνης και του Βοΐου -Καστοριάς, φοβούμενες να μη δοθεί η περιοχή στους Βουλγάρους. Το μαχητικότερο τμήμα της ΥΒΕ/ΕΚΑ του Λεχόβου διαλύθηκε, όταν ο αγέρωχος υπολοχαγός Παναγιώτης Τσένος εκτελέστηκε από τον ΕΛΑΣ στη Βλάστη, ενώ το ταμείο της οργάνωσης απαλλοτριώθηκε (Σπανός 1986:40. Παπαθανασίου 1997:Α΄:328. Οικονόμου 1976:179. Καλλιανιώτης 2002:52). Σε μιαν άλλη καταδρομή η ΟΠΛΑ Αμυνταίου εκτέλεσε τον παλαιστή Θεοφύλακτο Τσιπίση από το Φιλώτα (Καλλιανιώτης 2002α) διαλύοντας έτσι και τον πεδινό πυρήνα της ΥΒΕ/ΕΚΑ Αμυνταίου.
Είναι αρκετά γνωστή η δράση του ΕΛΑΣ Φλώρινας, οπότε ελάχιστες αδρές γραμμές είναι αρκετές εδώ. Το Συγκρότημα Βίτσι, Απόσπασμα Βίτσι, Μακεδονικό Τάγμα ή 2/28 τάγμα τους ΕΛΑΣ, με στρατιωτικό αρχηγό τον σιδηροδρομικό Αριστοτέλη Χουτούρα ή Αρειανό από τη Λευκοθέα Κοζάνης πέρασε δύο φορές στην «Ελευθέρα» (περιοχή Βοΐου), στην αρχή του καλοκαιριού του 1943 μετά από έναν γερμανικό βομβαρδισμό στο δάσος του Νυμφαίου και την άνοιξη του 1944 μετά από την αυτομολία ενός λόχου του στη Γιουγκοσλαβία, «για να μη φύγουν κι άλλοι» (Χουτούρας 2000). Έδρασε δυναμικά το χειμώνα του 43-44 στα Κορέστια, την Πρέσπα και στο οροπέδιο της πόλης (Ηλιάδης 1989:58-62) με αποτέλεσμα οι Γερμανοί να καλέσουν προς βοήθεια τον βουλγαρικό στρατό. Την άνοιξη του 1944 το 2/28 τάγμα του ΕΛΑΣ πολιόρκησε τα εξοπλισμένα χωριά Περικοπή και Σκλήθρο και στις 14.8.44 χτύπησε τη Φλώρινα. Τον Οκτώβρη σχεδόν διαλύθηκε μετά από την αυτομολία πολλών οπλιτών του στη Γιουγκοσλαβία και τη θέση του κατέλαβε το 27ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ Κοζάνης, που μπήκε θριαμβευτικά στη Φλώρινα στις 1.11.44. Εικοσιτέσσερις μέρες αργότερα διέλυσε τον ΕΕΣ Κοζάνης και μετά μέσω Γρεβενών και Αλβανίας πέρασε στην Ήπειρο εναντίον του ΕΔΕΣ φτάνοντας ως το Αγρίνιο. Παρέδωσε όπλα στην Εράτυρα το Φλεβάρη του 1945.
Στα πεδινά δρούσε ο εφεδρικός ΕΛΑΣ (γκρούπες) σε συνεργασία με την ΟΠΛΑ ή με την ανεξάρτητη διμοιρία ελασιτών του Αμυνταίου, υπαγόμενος στις τοπικές ΠΕ του ΕΑΜ/ΚΚΕ. Χαρακτηριστικές δράσεις είναι η απελευθέρωση ενός κρατουμένου μέσα από το τρένο το Μάη του 1943, διάφορες απαγωγές -εκτελέσεις Ελλήνων της πόλης ή των χωριών, το άνοιγμα των φυλακών, η απαλλοτρίωση ενός τυπογραφείου. Επίσης σαμποτάζ στο σιδηροδρομικό δίκτυο και ενέδρες εναντίον των Γερμανών στο Κλειδί (Αύγ. 43), την Κλαδορράχη (Αυγ. ΄43) και την Πρώτη (Οκτ. ΄43), οι οποίες απαντήθηκαν με μαζικά αντίποινα (ΓΑΚΦ, ΒΣΠΦ, 27/Φ1/112/8.3.46. ΓΑΚΦ, ΑΒΧ 15/Φ7/2. Νεδέλκος 2000:24). Ξεχωριστή θέση στη μνήμη της περιοχής καταλαμβάνει η πυρά του Λεχόβου (Ιούλ. ΄43), της Κλεισούρας και της Δροσοπηγής, (Απρ. ΄44) όπως επίσης και ο βαρύτατος βομβαρδισμός του Σιδηροδρομικού Σταθμού –και της πόλης– από συμμαχικά αεροπλάνα στις 29.7.44 κατά τον οποίο φονεύτηκαν αποδεδειγμένα 59 άνθρωποι και καταστράφηκαν 338 οικίες (Ληξιαρχείο Δήμου Φλώρινας 96-172/1944. Καταστραφείσαι 1946:Ν. Φλωρίνης.).[24]
ΦΛΩΡΙΝΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ
ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ
Η γειτνίαση με τη βουλγαροκρατούμενη ζώνη, η απομάκρυνση από το κέντρο του ΕΑΜ, και η ύπαρξη σιδηροδρόμου καθόρισαν σημαντικά τις εξελίξεις. Η ύπαρξη Βουλγάρων στα Μπίτολα εξήπτε αρκετά τον πληθυσμό το 1941, αλλά με το πέρασμα των μηνών άρχισε να γίνεται αντιληπτό ότι αυτοί ποτέ δεν θα έρχονταν και η προσμονή μεταμορφώθηκε σε απάθεια, όταν η Χωροφυλακή ενισχύθηκε με την εκατονταρχία. Η είσοδος στην περιοχή του βουλγαρικού στρατού στις αρχές του 1944 δεν βρήκε πολλούς υποστηρικτές, είτε γιατί διήρκεσε μόνο ένα μήνα είτε επειδή τη βία των Βουλγάρων (ΔΒΚ, Κατάστασις 1-11/20.9.45) εκμεταλλεύτηκε η νομαρχία για να κερδίσει τις εντυπώσεις και την εύνοια των Γερμανών -συνετάχθη μάλιστα και επίσημο πρωτόκολλο εκταφής για τους νεκρούς του Φλάμπουρου (Μπόνης 1982:85-6).[25] Περισσότερο περιεπλάκη η κατάσταση με τις επισκέψεις των παρτιζάνων, που φανέρωναν αδυναμία να αντισταθούν μέσα στη χώρα τους -σε μία μάλιστα επίθεσή τους εναντίον φυλακίου της Βίγλας Πισοδερίου είχαν αρκετά θύματα. Οι παρτιζάνοι προκάλεσαν ιδεολογική σύγχυση στους βουλγαρόφρονες και αρκετοί από αυτούς, ανήμποροι να επιλέξουν, ωθήθηκαν στην απάθεια ή τον καιροσκοπισμό. Στην ηρεμία του Αμυνταίου συνέργησε ο φόβος των κατοίκων για αναμενόμενες επιδρομές των στρατιωτών του Πούλου και των οπλιτών του ΕΕΣ εναντίον τους, αφού οι τελευταίοι είχαν αποδείξει την αγριότητά τους εναντίων των σλαβόφωνων κατοίκων της Ερμακιάς και των Πύργων (Σ. 2002), οπότε ακόμα κι όταν χωριά της λεκάνης οπλίστηκαν από τους Γερμανούς το καλοκαίρι του 1944 είχε χρειαστεί η παρουσία Βούλγαρων τοποτηρητών, για να διατηρηθεί η περαιτέρω κράτηση των όπλων.
Η αποφυγή προκλήσεων εξ αιτίας των οποίων θα μπορούσε να έρθει ως στρατός κατοχής ο βουλγαρικός, συνείχε το σύλλογο Αριστοτέλη, τη Νομαρχία και τη Μητρόπολη. Ήταν μάλλον ευτύχημα η πολύμηνη απουσία του μητροπολίτη (Κωνσταντινίδης 1957:24-5) από την περιοχή από την αρχή ήδη της Κατοχής,[26] αφού οι διενέξεις για την αποδοχή της βουλγαρικής ή της ελληνικής γλώσσας στη λατρεία αφέθηκαν να λυθούν μεταξύ των πιστών, με αποτέλεσμα να παραμένει σχεδόν παντού η λατρεία ως είχε στα ελληνικά, αφού ούτε εξεβιάζετο από πάνω κάποια λύση ούτε οι έριδες των χωρικών κατέληγαν πουθενά. Για τους ίδιους λόγους δίσταζε, όπως είδαμε, να εμφανιστεί ανοιχτά η ΥΒΕ, να δράσει η ΕΚΑ, να βγάλει ανταρτικές ομάδες, όπως είχε κάνει στο Βέρμιο και το Πάικο, η ΠΑΟ.
Ούτε ο ΕΛΑΣ εμφανίστηκε δυναμικά στο προσκήνιο, επειδή βρίσκονταν μακριά από τον Πεντάλοφο, οπότε οι εντολές έρχονταν με δυσκολία ή καθυστέρηση, καθώς έπρεπε να διαπεράσουν τα εχθρικά χωριά της λεκάνης της Καστοριάς. Με δισταγμό αντιμετώπιζαν τους αντάρτες οι κάτοικοι των ορεινών χωριών (βλαχόφωνων κι αρβανιτόφωνων) Κλεισούρα, Πισοδέρι, Νυμφαίο, Φλάμπουρο, Δροσοπηγή, Λέχοβο, διότι ορισμένοι είχαν δεχθεί τρόφιμα της αλβανικής και ρουμανικής προπαγάνδας (Χρυσοχόου 1951:74-5,86-7,104-6,124-5. Γιαγγιώργος 2000:164-5. ΔΒΘ, Δημοκρατία 12.7.45/2. Λούστας 1998:200) και επειδή η παρουσία ενόπλων έλκυε τον ερχομό των Γερμανών. Μιαν χαρακτηριστική εικόνα δείχνει τις σχέσεις ανταρτών και πολιτών στα ορεινά: «Κάποιος Πολυχρόνης …τοποθέτησε το περίστροφό του στο τραπέζι και έδωσε προθεσμία μιας ώρας στους συγκεντρωμένους Νεβεσκιώτες …να προσχωρήσουν ή όχι στο Ε.Α.Μ».[27] Παρόμοιες δυσκολίες αντιμετώπιζε η «ελληνοποιός δύναμη της Αντίστασης» (Βερβενιώτη 1994:39) στα σλαβόφωνα χωριά όπου η κόκκινη γραβάτα ή το μαντίλι που φορούσαν στο λαιμό οι ελασίτες ελάχιστα βοηθούσε, επειδή στη σχεδόν καθημερινή διελκυστίνδα τους με τους Γιουγκοσλάβους παρτιζάνους η γλώσσα μετρούσε περισσότερο από τη δύναμη. Ο κατηγορηθείς ως «νατσιοναλίστας» Αρειανός που δεν γνώριζε ή δεν αναγνώριζε τις πολιτικές συμφωνίες μεταξύ ΚΚΕ –ΝΟΒ χάρη στις οποίες επιτρέπονταν η αυτονομιστική προπαγάνδα επί του πληθυσμού (Κωφός 2000:161),[28] απείλησε έμμεσα τον πρώτο διοικητή παρτιζάνων που συνάντησε: «…συζήτηση για αυτονομία δεν θα κάνεις. Είμαστε 700 -800 άνθρωποι [ελασίτες] εδώ, θα με πελεκήσουν εμένα και θα πάνε στον ταξικό εχθρό, αν μάθουν ότι συζητώ τέτοια πράγματα» (Χουτούρας 2000).
Το ομαλό Βίτσι περικυκλώνονταν εύκολα και δεν προσφέρονταν για οχύρωση από την πλευρά του ΕΛΑΣ που δεν διέθετε βαρύ οπλισμό, οπότε τα τμήματα που εξορμούσαν από κει ήταν ολιγάριθμα. Μικρή ήταν και η δύναμη των Βρετανών κάτω από τις διαταγές του λοχαγού Πάτρικ Έβανς περιοριζόμενη σε δολιοφθορές εναντίον δρόμων και γραμμών του τρένου, για να μη προκληθούν αντίποινα (Ακαδημία RPO, HS 5/227, 6.2.45), με αποτέλεσμα να οργίζεται ο ΕΛΑΣ (Κείμενα 1981:474-9. Κωτσόπουλος χ.χ.:240). Στην έλλειψη της πόλωσης συνέτειναν και οι Γερμανοί που ενδιαφέρονταν να εξισορροπούν τις τάσεις του πληθυσμού, παρά να ενισχύουν τις διαφορές του, αφού πρώτιστο καθήκον ήταν η εξασφάλιση της ακίνδυνης τροχιοδρόμησης των αμαξοστοιχιών. Τα τέσσερα μόνο χωριά που κάηκαν στο νομό και ο μικρός αριθμός των εκτελέσεων –με εξαίρεση την Κλεισούρα- αποδεικνύουν ότι η «πολιτική του τρόμου» (Αγγελόπουλος 1997:57), εν αντιθέσει με παλιότερες εποχές, δεν ευτυχούσε στη Φλώρινα, όπου οι Γερμανοί αισθάνονταν πολύ δυνατοί. Ένας επιπλέον λόγος ηρεμίας οφείλονταν στην ύπαρξη γυμνών από βλάστηση πρανών του ανατολικού Καϊμάκτσαλαν, αφιλόξενων για δράση ανταρτών -στην αρχή είχε σταλεί εκεί ο Γκότσε, αλλά επέστρεψε τάχιστα στο Βίτσι.
Έχει γραφεί ότι στα τέλη του 1943 η Καστοριά διέθετε 4.700 μέλη του ΚΚΕ, τα Γρεβενά 3.792, το Βόιο 2.900, η Σιάτιστα 600, ενώ για τη «σεχταριστική» Φλώρινα δεν δηλώθηκε αριθμός, επειδή μάλλον ήταν αμελητέος, παρά επισημάνθηκε ότι τα μέλη της ΠΕ ακόμα κινούνταν σε «τριάδες» που «λίγα πράγματα κάνουν» (ΑΣΚΙ, Φ.408/23/1/8). Προς τα πού ήταν τελικά προσανατολισμένοι οι κάτοικοι της Φλώρινας, αφού το ΚΚΕ διέθετε ολίγους και λιγοστοί ήταν και οι αντάρτες του ΕΛΑΣ στην περιοχή; Όχι πάνω από μερικές δεκάδες θα αριθμούνταν οι μυημένοι στην ΥΒΕ, ΕΚΑ και ΠΑΟ και λίγο περισσότεροι οι πιστοί του κρατικού μηχανισμού. Οι βουλγαρόφρονες έφταναν στην αρχή σε μερικές χιλιάδες και οι αυτονομιστές ήταν πολύ λιγότεροι. Οπότε το ερώτημα πρέπει να διατυπωθεί αλλιώς, δηλαδή: ήταν ή δεν ήταν κάπου προσανατολισμένη η πλειοψηφία; Ο γράφων θεωρεί ότι η ελάχιστη είχε να διαλέξει ανάμεσα σε πολλούς, ενώ η μέγιστη δεν προτιμούσε κανέναν.
ΣΝΟΦ ΚΑΙ ΣΑΜ
Την «ομαδική προσχώρηση στο ΣΑΜ που είναι τμήμα του ΕΑΜ» προέτρεπε το Γενάρη του 1944 τον «σλαυομακεδόνικο λαό» μια προκήρυξη της Φλώρινας, φέρνοντας σε αμηχανία τους αναλυτές της Γενικής Επιθεώρησης Νομαρχιών (Χρυσοχόου 1950:337), αφού μέχρι τότε η οργάνωση ήταν γνωστή με το σλαβόγλωσσο ακρωνύμιο ΣΝΟΦ κι όχι με το ελληνόγλωσσο ΣΑΜ.[29] Ως ΣΑΜ συναντάται επίσης το ΣΝΟΦ της Φλώρινας στην αλληλογραφία του ΚΚΕ Δυτικής Μακεδονίας ένα μήνα νωρίτερα (ΑΣΚΙ, Φ.408/23/1/8). Έλλειπε δηλαδή το ενδιάμεσο σύμφωνο Ν, η λέξη ναρόντνο, ερμηνευόμενη ως λαϊκός ή εθνικός, πράγμα που σημαίνει ότι το ΣΑΜ επιθυμούσε να προβληθεί ως κίνημα απελευθέρωσης όπου δεν υποκρύπτονταν εθνικές διεκδικήσεις.
Εκτός από τον τίτλο, βαθιές διαφορές διέτρεχαν την κορυφή και τη βάση των ΣΝΟΦ και ΣΑΜ.[30] Τρία ηγετικά πρόσωπα του τελευταίου έπαιξαν βασικό ρόλο στην αρμονική σχέση -υπακοή στο ΕΑΜ/ΚΚΕ, τα οποία επηρεάζονταν προφανώς από την πληθώρα των ελληνόφωνων στελεχών της Αριστεράς που είχαν εισρεύσει επί Κατοχής στη Φλώρινα. Πρόκειται για τους ήδη αναφερθέντες Κυριάκο Πυλάη ή Πέτρο, το Σταύρο Κωτσόπουλο και το δάσκαλο Αλέξανδρο Χατζητάσκο από τους Πύργους Εορδαίας που είχε εργαστεί σε σχολεία της Κοζάνης και των Τρικάλων. Ο Χατζητάσκος διέθετε την αίγλη της συμμετοχής στην πρώτη επανάσταση της περιοχής, αίγλη την οποία όμως αμαύρωναν τόσο το άγος της καταστροφής του Μεσόβουνου όσο και η βεβιασμένη ή εξαναγκασμένη καταφυγή του στα Μπίτολα, πράξεις για τις οποίες είχε μάλλον τιμωρηθεί μένοντας για έναν περίπου χρόνο στη σκιά του κόμματος, οπότε το ΣΑΜ προσφέρονταν ως καθαρτήρια δεξαμενή για τον εξαγνισμό του.[31] Ο Πυλάης γαλουχήθηκε στο ΚΚΕ ως έγκλειστος της Ακροναυπλίας, ενώ ο Κωτσόπουλος είχε ανδρωθεί μαζί με τους λιγνιτωρύχους της Βεύης, της Αχλάδας και της Βεγόρας (Λιγνιτωρυχείο Καταστάσεις 1940-1945. Βενιζέλος 2002), τους οποίους πάλευε να κερδίσει το ΚΚΕ.
Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο συνέδριο του ΣΝΟΦ (για την ακρίβεια του ΣΑΜ) έλαβε χώραν στη Δροσοπηγή τον Απρίλη του 1944 χωρίς τη συμμετοχή της αδελφής οργάνωσης Καστοριάς (φυσικά ούτε της Έδεσσας), ενώ το δεύτερο έγινε στην περιοχή Καστοριάς χωρίς τη συμμετοχή του ΣΑΜ Φλώρινας (Κωτσόπουλος χ.χ.:186-203. Εγκέισκα 1971:385-6).[32] Είχε βέβαια προηγηθεί μια συνάντηση ΣΝΟΦ και ΣΑΜ, κατά τη διάρκεια της οποίας οι εκπρόσωποι της Φλώρινας αρνήθηκαν την παρουσία του Γιουγκοσλάβου Πέρο Τεμελκόφσκι. Μετά από αντεγκλήσεις, ανάμεσα στις οποίες μάλιστα είχε ειπωθεί ότι ο βυζαντινός αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ ήταν σε τελική ανάλυση «βουλγαροκτόνος» και όχι «μακεδονοκτόνος», ο εκπρόσωπος του ΣΝΟΦ Ναούμ Πέιος «οργισμένος ξάπλωσε σ΄ ένα ντιβάνι και ως τη λήξη της σύσκεψης δεν ξαναμίλησε», οπότε δεν επήλθε καμία συμφωνία. ΣΑΜ και ΣΝΟΦ είχαν έρθει σε ρήξη από πολύ νωρίς, ρήξη η οποία κληρονομήθηκε στην περίοδο του κυρίως Εμφυλίου, κατά την οποία επιχειρήθηκαν ακόμα και δολοφονίες εναντίον μελών του πρώην ΣΑΜ.[33]
Αρκετά μέλη του ΣΑΜ ήταν στελέχη αγροτικών συνεταιρισμών, καραγωγείς, εργάτες βιοτεχνιών του Αμυνταίου ή λιγνιτωρύχοι[34] και λάβαιναν μέρος σε στάσεις και απεργίες (ΔΒΘ, Αλήθεια ΔΜ 31.1.44/4), τις οποίες δημιουργούσε, ενίσχυε ή διαφήμιζε το πολύπειρο ΚΚΕ. Παρόμοια στρατιά λιγνιτωρύχων και εργατών δεν διέθετε το ΣΝΟΦ Καστοριάς και αυτή ήταν μια κύρια αιτία διαφοράς στη βάση, ώστε ενώ στην Καστοριά είχε δοθεί βάρος στην ανάπτυξη του αντάρτικου, στη Φλώρινα πριμοδοτήθηκε η νόμιμη πάλη εναντίον των εργοδοτών και του κράτους, αφού οι συνθήκες ήταν προσφορότερες. Το ΚΚΕ προτιμούσε να δρα μέσα στις πόλεις και ανάμεσα στους εργάτες παρά να αναλώνεται στη διασκέδαση της δυσπιστίας των αγροτικών μαζών,[35] στο δαμασμό των σκληρών καπετάνιων ή στις επικρίσεις εναντίον των μόνιμων αξιωματικών του ΕΛΑΣ, που όσο περισσότεροι κατατάσσονταν τόσο ο έλεγχος των κομουνιστών επί του ανταρτικού στρατού μειώνονταν. Οι εργάτες της Φλώρινας προσδεμένοι, όπως όλοι οι εργάτες, είτε στους Έλληνες εργοδότες (Μαυρογορδάτος χ.χ.:67) είτε στο ελληνικό εργατικό κίνημα δεν είχαν καμία διάθεση αλλαγής ταυτότητας, αφού, αν αυτή συνέβαινε, θα έχαναν αμέσως τη δουλειά τους.
Επιπλέον οι μισθωτοί, όπως λ.χ. οι λιγνιτωρύχοι, ήταν μια κατηγορία ατόμων από τους οποίους το ΕΑΜ/ΚΚΕ ζητούσε οικονομική ενίσχυση είτε μέσω πώλησης κουπονιών είτε με την αγορά εντύπων, αφού οι λίρες των Συμμάχων δεν έφταναν για τις ανάγκες του ένοπλου κι άοπλου αγώνα.[36] Στη Φλώρινα, σύμφωνα με έναν οξυδερκή παρατηρητή της εποχής, οι αντάρτες είχαν να διαλέξουν ανάμεσα στην «καλή μεταχείριση» και τη «βία» (Chandler 2000:118), για να κερδίσουν τους σλαβόφωνους και διάλεξαν το πρώτο, γι αυτό τα «μπράτια» (αδέρφια), όπως αποκαλούσε τους σλαβόφωνους της Φλώρινας ο Σιατιστινός δάσκαλος Γεώργιος Φουρκιώτης ή Θάνος, γραμματέας της ΠΕ Φλώρινας του ΚΚΕ, κρατούσαν «τη σημαία του ΚΚΕ ψηλά στις δύσκολες στιγμές.[37] Αν οι ψήφοι της Αριστεράς στη μεταπολεμική Φλώρινα είχαν διπλασιαστεί σε σύγκριση με την Καστοριά (Μιχαηλίδης 1997:135), ο κύριος λόγος ήταν η καλή αυτή μεταχείριση.
[Υ.Γ. Η φωτογραφία έχει ληφθεί από το βιβλίο του Κώστα Παπαναστασίου Το αντάρτικο στη Δυτική Μακεδονία 1941 -1944, χ.χ., η δε οπτική παρουσίαση που συνόδευε την προφορική ανακοίνωση ανοίγει στο https://docs.google.com/present/edit?id=0AUnFJ7A1flyDZGQybXZ0MzNfNDcwaHBrNTN3bXM&hl=en_US]
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ, Public Records Office (PRO), HS 5/216 και HS 5/221 και HS 5/227
Από τη Βάρκιζα στο Λιτόχωρο, 3 Λευκές Βίβλοι του ΕΑΜ, η καταγγελία του ΕΑΜ στον ΟΗΕ και η ομιλία του Μιχ. Κύρκου (1998) Αθήνα: Ποντίκι
ΑΣΚΙ (Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας [Αθήνα]), Περιφερειακή Επιτροπή Φλώρινας (ΠΕΦ), Φ.415
ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, Βιβλιοθήκη, Έθνος (8.8.42), εβδομαδιαία εφημερίς εν Φλωρίνη, ιδιοκτήτης Σ. Μ. Κωνσταντινίδης (μικροφίλμ αρ. 2124) και ΦΕΚ 10.2.46
ΓΑΚΦ, (Γενικά Αρχεία του Κράτους, παράρτημα Φλώρινας) ΑΒΧ 15 και ΒΣΠΦ, 27/Φ.1, 1946
ΓΕΝΝΑΔΕΙΟΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, Αρχείο Φ. Δραγούμη Φ88: πολιτικά Μακεδονίας (1947 -1949)
ΔΒΘ (Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης):
– Ακρίται του Βορρά (6.9.48), εβδομαδιαίον όργανον της ΕΣΕΑ Ακριτών, Θεσσαλονίκη & Δημοκρατία (12.7.45), απογευματινή εφημερίς δημοκρατικών αρχών, Θεσσαλονίκη
– Ελευθερία (14.9.45), Ελευθερία όργανο της επιτροπής του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) περιοχής Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη
– Νέα Αλήθεια (22.3.45), (3.4.45), αρχαιοτέρα εφημερίς της Βορείου Ελλάδος, Θεσσαλονίκη & Το Φως (24.2.45), (20.10.45), Ημερήσια πρωινή εφημερίς, Θεσσαλονίκη
ΔΗΜΟΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ, Βιβλίον αποφάσεων Διοικούσης Επιτροπής Δήμου Φλωρίνης από 533/1940 έως 174/1941
ΔΒΚ, (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης): Κατάστασις ονομαστική των εκτελεσθέντων υπό του εχθρού κατά την διάρκειαν της Κατοχής, Δ.Χ. Φλωρίνης, Φλώρινα 25.10.45
– Κατάστασις ονομαστική των κατά καιρούς εκτελεσθέντων …αρ.1-11, Τ.Α. Φλωρίνης 20.9.45, (αταξινόμητα έγγραφα)
ΔΙΣ/ΓΕΣ (Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού/Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αθήνα) Φ.909
Εγκέισκα Μακεντόνια βο νομπ (1971) Σκόπια: Αρχίβ να Μακεντόνια
ΕΛΙΑ, (Ελληνικό Λογοτεχνικό Ιστορικό Αρχείο Θεσ/νίκης), Ειρηνοδικείο Φλώρινας, Πολιτικαί εκθέσεις και πράξεις 1945, 1-700
HAMMOND NICHOLAS (1992) Δυτική Μακεδονία: Αντίσταση και συμμαχική στρατιωτική αποστολή, 1943 –1944, Αθήνα: Παπαζήσης
ΙΑΜ (Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας), ΑΥΕΜ, ΙΑΜ, Φ.120
Καταστραφείσαι πόλεις και χωριά συνέπεια του πολέμου 1940 -1945 (1946) Αθήνα: Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας
Κείμενα της Εθνικής Αντίστασης (1981) Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή
ΚΟΥΖΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΣΠΥΡΟΣ (1986) «Ελευθερία, η άγνωστη ιστορία της πρώτης παράνομης οργάνωσης και εφημερίδας της κατοχής», Θεσσαλονίκη: Καστανιώτης
ΛΗΞΙΑΡΧΕΙΑ:
– Αετού, Δήμος Αετού, πράξεις 1944 -1946
– Ασπρογείων, Δήμος Αετού, πράξεις 1946
– Δήμου Φλώρινας, πράξεις 1945 -1946
– Κλαδορράχης, Δήμος Κάτω Κλεινών, πράξεις 1962
ΛΙΓΝΙΤΩΡΥΧΕΙΟ ΑΜΥΝΤΑΙΟΥ ΑΕ, Καταστάσεις εργατικών ανθρακωρυχείου Βεγόρας, Οκτώβριος 1940 και Νοέμβριος 1945
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΖΑΝΗΣ (1941) Ποινικαί αποφάσεις Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Κοζάνης, αρ. 319/15.10.41
Στοιχεία συστάσεως και εξελίξεως των δήμων και κοινοτήτων, 46, νομός Φλωρίνης (1961) Αθήναι: ΚΕΔΚΕ
ΣΤΡΑΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, Διαρκές Στρατοδικείο Θεσ/νίκης, πρακτικά 313/10-19.5.48
ΥΠΕΞ, Κατοχική κυβέρνηση 1943 –44, Φ2.2 και Φ.2.4
ΒΙΒΛΙΑ
Αι θυσίαι της Ελλάδας στο Δεύτερο παγκόσμιο Πόλεμο (1946) Αθήναι: Υφυπουργείο Ανοικοδομήσεως
ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ (1950) Η Σλαυϊκή και Κομμουνιστική Επιβουλή και η Αντίστασις των Μακεδόνων: Θεσσαλονίκη
ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ (1965) Ιστορία Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, 1833–1965, Αθήναι, τ. Γ΄
ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ (1967) Ιστορία Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, 1833–1965, Αθήνα: τ. Δ΄
ΒΑΡΩΝ ΟΝΤΕΤ (1987) Ελληνικός νεανικός τύπος (1941 -1945), καταγραφή, Αθήνα: Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς
ΒΕΡΒΕΝΙΩΤΗ ΤΑΣΟΥΛΑ (1994) Η γυναίκα της Αντίστασης: η είσοδος των γυναικών στην πολιτική, Αθήνα: Οδυσσέας
CHANDLER GEOFFRY (2000) Διχασμένη Χώρα, Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής
ΓΙΑΓΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΤΣΟΣ (1990) Σκιαγράφηση της Εθνικής Αντίστασης στη Φλώρινα, Αθήνα
– (2000) Μπελκαμένη, χωριό του νομού Φλώρινας, (Εκατό χρόνια ζωή) Αθήνα: Διογένης
ΓΟΥΝΑΡΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ (1997) «Ανακυκλώνοντας τις παραδόσεις, Εθνοτικές ταυτότητες και μειονοτικά δικαιώματα στη Μακεδονία», Ταυτότητες στη Μακεδονία, Αθήνα: Παπαζήσης, 27-61
ΔΑΛΙΑΝΗΣ ΜΕΝΕΛΑΟΣ (2000) Η Εθνική Αντίσταση στης ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία (1940 -1944) Αθήνα: Ιωλκός
ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ ΑΠΟΤΟΛΟΣ (1973) Ιστορία της Ελληνικής χωροφυλακής, χρονικής περιόδου 1936 –1950, Αθήναι: Αρχηγείον Χωροφυλακής
ΔΟΡΔΑΝΑΣ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ (2002) Αντίποινα των γερμανικών αρχών Κατοχής στη Μακεδονία 1941 -1944, Θεσσαλονίκη: Διδακτορική διατριβή στο τμήμα Ιστορίας του ΑΠΘ (ηλεκτρονική μορφή)
ΔΟΡΟΥΚΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (1996) Γάγγρα, η χαμένη πατρίδα, Θεσσαλονίκη
ΗΛΙΑΔΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ (1989) Νέος Καύκασος, ιστορική αναδρομή: χρονικό –ντοκουμέντα –λαογραφία, Αθήνα
Ιστορία της Αντίστασης 1940 –1945 (1979) Αθήνα: Αυλός
ΚΑΛΛΙΑΝΙΩΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ (2000) Οι αρχές της Αντίστασης στη Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλονίκη: πρωτεύουσα μεταπτυχιακή εργασία στο τμήμα Ιστορίας του ΑΠΘ
ΚΑΣΤΡΙΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ (χ.χ.) Ιστορία του μπολσεβικισμού –Τροτσκισμού στην Ελλάδα, μέρος Δ΄ 1925 -1927: η νόθα «μπολσεβικοποίηση» του ΚΚΕ, Αθήνα: Εργατική Πρωτοπορία
Κάτοικοι Σκλήθρου (2002) Συνέντευξη στο Σκλήθρο
ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (1995) Λεηλασία φρονημάτων: το μακεδονικό ζήτημα στην κατεχόμενη Δυτική Μακεδονία 1941 –1944, Θεσσαλονίκη: Βάνιας
ΚΟΥΦΗΣ ΠΑΥΛΟΣ (1990) Άλωνα Φλώρινας, αγώνες και θυσίες
ΚΟΥΦΗΣ ΠΑΥΛΟΣ (1994) Λαογραφικά, Άλωνα –Άρμενσκο Φλώρινας, Αθήνα
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ (1957) Η Φλώρινα εις τας φλόγας: συμβολή εις την ιστορίαν της Δυτικής Μακεδονίας, Φλώρινα, Έθνος
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΘΩΜΑΣ (2000) Μνήμες…Άλωνα: Βέροια
ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΤΑΣΟΣ (2002) Η απαγορευμένη γλώσσα: κρατική καταστολή των σλαβικών διαλέκτων στην ελληνική Μακεδονία, Αθήνα: Μαύρη Λίστα
ΚΩΤΣΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ (χ.χ.) Η Εθνική Αντίσταση στη Δυτική Μακεδονία, Σόφια (αδημοσίευτο κείμενο)
ΚΩΦΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ (1990) «Η βαλκανική διάσταση του Μακεδονικού ζητήματος στα χρόνια της Κατοχής και της Αντίστασης», Η Ελλάδα 1936 –44, Δικτατορία, κατοχή, Αντίσταση, Αθήνα: Α.Τ.Ε, 418–71
ΚΩΦΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ (2000) «Το Μακεδονικό στην περίοδο 1941 -1950», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών
Λεύκωμα εκπαιδευτικών Φλωρίνης 1945 –1947 (1947)
ΛΟΥΣΤΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ (1998) Η Ιστορία του Νυμφαίου –Νεβέσκας Φλωρίνης, συμβολή των Νυμφαιωτών στην εθνική, ιστορική, οικονομική, πολιτιστική και παραδοσιακή ζωή του, Θεσσαλονίκη: Ζήτης και Σία
ΜΑΛΟΥΚΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ (1992) Ενθυμήματα κατοχικά και αντιστασιακά, ο Μακεδονικός Μύθος, Θεσσαλονίκη
ΜΑΡΑΝΤΖΙΔΗΣ ΝΙΚΟΣ (2001) Γιασασίν Μιλλέτ, Ζήτω το Έθνος, Προσφυγιά, Κατοχή και Εμφύλιος: εθνοτική ταυτότητα και πολιτική συμπεριφορά στους Τουρκόφωνους ελληνορθόδοξους του Δυτικού Πόντου, Κρήτη: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ (1993) Από την ήττα στην εξέγερση, Ελλάδα: Άνοιξη 1941 –Φθινόπωρο 1942, Αθήνα
ΜΑΥΡΟΓΟΡΔΑΤΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ (χ.χ.) Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909 -1940, Αθήνα: Σάκκουλας
MAZOWER MARK (1994) Στην Ελλάδα του Χίτλερ, η εμπειρία της Κατοχής, Αθήνα: Αλεξάνδρεια
ΜΕΓΑΛΟΜΑΣΤΟΡΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (1991) Γιάννης Θ. Κωνσταντινίδης, ο Γεωπόνος, Μελίσσια
ΜΕΛΛΙΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ (1992) Οι κρεμασμένοι της Κλαδοράχης, Φλώρινα
ΜΕΡΟΒΙΓΛΗΣ Π. (1950) Η τιτική προδοσία και τα όργανά της στην Ελλάδα, Ρουμανία;: «Νέα Ελλάδα»
MICHAILIDIS IAKOVOS (1998?) «On the other side of the river: the defeated Slavophones and Greek history», Macedonia, the Politics of Identity and Difference, London: Pluto Press, 68-84
ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ ΙΑΚΩΒΟΣ (1997) «Σλαβόφωνοι και πρόσφυγες: Πολιτικές συνιστώσες μιας οικονομικής διαμάχης», Ταυτότητες στη Μακεδονία, Αθήνα: Παρατηρητής, 123-41
Μνήμες και μαρτυρίες από το ΄40 και την Κατοχή, η προσφορά της Εκκλησίας το 1940 –1944 (2000) Αθήνα
ΜΠΑΕΦ ΙΟΡΝΤΑΝ (1997) Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, Διεθνείς διαστάσεις, Αθήνα: Φιλίστωρ
ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (1998) Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας με σχόλια για τη σωστή χρήση των λέξεων, Αθήνα
ΜΠΟΝΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ (1982) Η Φλώρινα κατά την Κατοχήν: 1941 –1944, Θεσσαλονίκη
ΝΕΔΕΛΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (2000) Αναμνήσεις απ’ την Εθνική Αντίσταση στη Δυτική Μακεδονία, Φλώρινα: Αριστείδου
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗΣ (1976) Το Λέχοβο στην ιστορική του πορεία, Θεσσαλονίκη
ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΠΑΡΜΕΝΙΩΝ (1997) Για τον Ελληνικό Βορρά, Μακεδονία 1941 –44, Εθνική Αντίσταση και τραγωδία, το ανέκδοτο αρχείο –ημερολόγιο του ταγματάρχη Γιάννη Παπαθανασίου, ιδρυτικού μέλους της ΥΒΕ/ΠΑΟ, Αθήνα: Παπαζήσης
ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΚΩΣΤΑΣ (χ.χ.) Το αντάρτικο στη Δυτική Μακεδονία 1941 -1944
ΠΑΠΑΠΟΛΥΒΙΟΥ ΠΕΤΡΟΣ (2001) «Η Αντίσταση εντός των τειχών», Ο φόρος του αίματος στην κατοχική Θεσσαλονίκη, ξένη κυριαρχία –Αντίσταση και επιβίωση, Θεσσαλονίκη: 41-90, 43
ΠΟΓΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ (1993) Φλάμπουρον –Φλωρίνης: ιστορικά (1861 -1944) Φλώρινα
ΠΥΛΑΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ (1990) Μνήμες –Βιώματα –Στοχασμοί, 1870 –1990, Αθήνα
ΣΠΑΝΟΣ ΚΟΣΜΑΣ (1986) Εθνική Αντίσταση –Εμφύλιος πόλεμος, αναμνήσεις ενός καπετάνιου, Θεσσαλονίκη, Μπίμπης
ΦΛΑΪΣΕΡ ΧΑΓΚΕΝ (2000) «Κατοχή και Αντίσταση 1941 -1944», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών
ΦΛΑΪΣΕΡ ΧΑΓΚΕΝ (χ.χ.) Στέμμα και Σβάστικα, Η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης 1941 –1944, Αθήνα Παπαζήσης
ΧΑΡΙΣΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ (2000) Η ζωή και οι περιπέτειες στη Δροσοπηγή, Δροσοπηγή
ΧΑΤΖΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ (1982) Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε, Αθήνα: Δωρικός
ΧΟΝΔΡΟΜΑΤΙΔΗΣ ΙΑΚΩΒΟΣ (2001) Η μαύρη σκιά στην Ελλάδα, Αθήνα: Στρατιωτική Ιστορία
ΧΟΝΔΡΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ (1997) «Η Ελλάδα και η γερμανική Κατοχή», Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος 1943 -1950: μελέτες για την πόλωση, Αθήνα: Φιλίστωρ,
ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ (1950) Η δράσις της βουλγαρικής προπαγάνδας (1941 και 1942), (1943 –1944), Θεσσαλονίκη: Εταιρία Μακεδονικών σπουδών
– (1951) Η δράσις της ιταλορουμανικής προπαγάνδας, Θεσσαλονίκη: Εταιρία Μακεδονικών σπουδών
ΑΡΘΡΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΚΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ
ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ (1997) «Από τον Έλληνα ως πρόσωπο στο πρόσωπο ως Έλληνα», Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, 9:42-64, Αθήνα
ΑΛΒΑΝΟΣ ΡΑΫΜΟΝΔΟΣ (2000) «Σλαβόφωνοι ντόπιοι και Πόντιοι πρόσφυγες: η μνήμη και η εμπειρία της δεκαετίας του ΄40 σε δύο χωριά της περιοχής Καστοριάς», Ιστορικά, (Δεκέμβριος) 289-318
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ 141 (1980) Περιοδική έκδοση του φιλεκπαιδευτικού συλλόγου Φλωρίνης ο «Αριστοτέλης», εκδίδεται ανά δίμηνον, διευθ: Σοφοκλής Γ. Τσάπανος, Φλώρινα
ΚΑΛΛΙΑΝΙΩΤΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ (2002) «Η Αντίσταση στη Φλώρινα, 1943 -1945», Παρέμβαση 120 (2002) 50-3
ΚΑΡΑΜΠΟΤ ΦΙΛΙΠΠΟΣ (1997) «Σλαβομακεδόνες και κράτος στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου», Ίστωρ 10:235-78
ΜΖ (ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΖΩΗ) 42 (1969) Μηνιαίον εικονογραφημένον περιοδικόν εκδιδόμενον εν Θεσσαλονίκη
ΜΕΓΑΛΟΜΑΣΤΟΡΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (1974) «Οι πρώτοι κρατούμενοι», Αριστοτέλης 104-5 (1974) 37-43
ΜΟΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (1969) «Ο τυφλός δάσκαλος», Αριστοτέλης 77-8 (1969) 1-6
ΜΠΟΥΣΧΟΤΕΝ ΡΙΚΗ (1996) «Γυναίκες και πολυπολιτισμική κοινωνία: ένα πρωτότυπο συνέδριο», Ζόρα 9:18-20
ΝΙΚΛΗΣ ΚΩΣΤΑΣ (1965) «…Εμείς… και ο «Αριστοτέλης»: μια αναδρομή στο παρελθόν, Αριστοτέλης 53-54 (1965) 1-28
ΠΟΡΦΥΡΗΣ Κ. (1962) «Η αντίσταση με νόμιμα μέσα», Επιθεώρηση τέχνης, 87-88 (Μάρτ. –Απρ. 1962) 336-65
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗΣ (1970) «Η μουσική κίνηση στη Φλώρινα και η δράσι των νέων της στα χρόνια 1912-1942», Αριστοτέλης 79-80 (1970) 1-132
ΤΣΑΠΑΝΟΣ ΣΟΦΟΚΛΗΣ (1964) «Ο Φ. Σ. Φ. «Αριστοτέλης» και η εποχή του», Αριστοτέλης 45-46 (1964) α-ιδ και «Καλλιτεχνικό μνημόσυνο για τον αείμνηστον Θ. Θωμαϊδη», Αριστοτέλης 45-46 (1964) 46-50
ΤΥΡΠΕΝΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ (1964) «Η μεγάλη εξόρμησις του “Αριστοτέλη” στην Έδεσσα 27-28 Σεπτεμβρίου 1941», Αριστοτέλης 45-6 (1964) 25-32 και «Από την ίδρυσι και τις πρώτες εκδηλώσεις του Φ. Σ. Φ. «Αριστοτέλης».», Αριστοτέλης 45-6 (1964)
ΦΩΤΙΑΔΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ (1962) «Η πνευματική αντίσταση στη Θεσσαλονίκη», Επιθεώρηση τέχνης, 87-88 (Μάρτ. –Απρ. 1962) 434-42
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Β. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ (2002) Αγρότης (Ασπρόγεια 1928) Συνέντευξη στα Ασπρόγεια
ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ (2002) Λιγνιτωρύχος, (Προύσα 1902, Βεγόρα) Συνέντευξη στη Βεγόρα
ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ (1998) Δάσκαλος, στέλεχος ΕΑΜ -ΕΛΑΣ (Καύκασος 1914, Πτολεμαϊδα –Θεσσαλονίκη 2000) Συνέντευξη στην Πτολεμαϊδα
ΚΗΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ (2002) Αγρότης, κοινοτάρχης, (Άνω Κλεινές 1940;) Συνέντευξη στις Άνω Κλεινές
ΜΠΑΡΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ (2002) Οικοδόμος, αντάρτης 2/28 ΕΛΑΣ (Λέχοβο 1922) Συνέντευξη στο Λέχοβο
Π.Α (2002) Αγρότισσα, (Ξινό Νερό 1930) Συνέντευξη στο Ξινό Νερό
ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (2002) λογιστής, στέλεχος ΚΚΕ Δ Μακεδονίας, (Κριμαία 1917, Φλώρινα) Συνέντευξη στη Θεσσαλονίκη
Σ. ΙΩΑΝΝΗΣ (2002) Αγρότης (Ξινό Νερό 1936;) Συνέντευξη στο Ξινό Νερό
Τ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ (2001) Οικοδόμος, μέλος ΕΕΣ, ΕΛΑΣ, Σώματος Ταγμάτων Ασφαλείας (Κ.Κ. 1921) Συνέντευξη στην Κ.Κ.
ΤΣΑΛΚΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ (2002), Κτηνοτρόφος (Κέλλη 1930;) Συνέντευξη στην Κέλλη
ΧΟΥΤΟΥΡΑΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ (2000) Σιδηροδρομικός, στρατιωτικός διοικητής 2/28 ΕΛΑΣ, (Λευκοθέα 1914; –Καρδίτσα 2000) Συνέντευξη στην Καρδίτσα
ΔΙΑΦΟΡΑ
ΑΛΕΚΟΣ ΧΑΤΖΗΤΑΣΚΟΣ (1987) Βιογραφικό, Πράγα (αδημοσίευτο που οφείλω στον Παύλο Κούφη)
Δίκτυο Μελέτης Εμφυλίων Πολέμων, Κωστόπουλος Τάσος, Email 30.10.02 και 14.1.03
ΚΑΛΛΙΑΝΩΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ (2002α) Ο Εμφύλιος στη ΒΑ Εορδαία: 1943 -1949, Ομιλία σε ημερίδα στο Γυμνάσιο–Λύκειο Φιλώτα την 13.12.02, υπό δημοσίευση
ΚΑΛΥΒΑΣ ΣΤΑΘΗΣ (2002), Ένοπλη συνεργασία και εμφύλια βία, 1943 -1944, Βόλος (ανακοίνωση σε διημερίδα του ΔΜΕΠ την 23.10.-2
Μεγαλομάστορας Γεώργιος (1986) Αναδρομή, αναδρομή, αναδρομή, Μελίσσια, 81 (φωτοτυπημένα δακτυλόγραφα)
--------------------------------------------------------------------------------
[1] Απόσπασμα δημοτικού τραγουδιού που χορεύεται στο Λέχοβο, αναφερόμενο στον αντάρτη του ΕΛΑΣ/ΔΣΕ Ιωάννη Παπαδόπουλο (Βάνια ή Αυγερινό) από το Μαυρότοπο Δράμας, κάτοικο Αμμοχωρίου που σκοτώθηκε άδοξα στον Άγιο Βαρθολομαίο τον Οκτώβρη του 1946 από ΜΑΥδες του χωριού
[2] Δεν μελετήθηκαν λαογραφικές και ιστορικές μαρτυρίες που εκδόθηκαν στο εξωτερικό, επειδή δεν ήταν διαθέσιμες
[3] βλ. π.χ. Κωστόπουλος (2002:176 κ.ε.) όπου και η σχετική βιβλιογραφία
[4] Τη μοναδική φωτογραφία σλαβόφωνης με καλυμμένο πηγούνι, όχι το στόμα, στημένη κι όχι φυσική, που έχω δει ως σήμερα δημοσίευσε ο Κούφης (1994:129)
[5] Δείκτης της γεωγραφικής –και ιστορικής- απομόνωσης της Πρέσπας είναι οι χάρτες των ζωνών κατοχής στην Ελλάδα. Στον πιο πρόσφατο, βλ. Φλάισερ (2000:13) η Πρέσπα χαρτογραφείται ως πάντα ανήκουσα στην ιταλική ζώνη κατοχής
[6] Ορισμένα όπλα δόθηκαν από τους Γερμανούς και σε χωριά της περιοχής Φλώρινας, όπως π.χ. στα Άλωνα, αλλά «δεν φανερώθηκαν καθόλου», Κωνσταντίνου (2000:17)
[7] Για τους κομιτατζήδες της Βασιλειάδας βλ. Αλβανός (2000) όπου όμως δεν μνημονεύονται οι αναφερόμενες επισκέψεις -επιδρομές
[8] Άλλος λόγος ήταν η αποφυγή να δυσαρεστηθούν οι δορυφόροι των Σοβιετικών Γιουγκοσλάβοι και οι Βούλγαροι, στην υποστήριξη των οποίων πάντα έλπιζε το ΚΚΕ, βλ. Μπάεφ (1997:73,97)
[9] Σημαντική η ένσταση αξιωματικού της Χωροφυλακής Καστοριάς, που δεν αποδέχεται ότι η Οχράνα, βουλγάρικη μυστική αστυνομία, είχε ως μέλη της «αγράμματους, άξεστους και άβουλους σλαβόφωνους», Αντωνίου (1950:142). Μάλλον εννοεί ότι η βουλγάρικη αστυνομία δεν είχε σχέση, όχι ότι ήταν μέλη της αστυνομίας αυτής. Για την ονομασία των εξοπλισμένων ως DDO (Εθελοντικά Τάγματα Ασφαλείας), βλ. ΔΜΕΠ Κωστόπουλος 14.1.03
[10] Κατά την περίοδο αυτή δεν κρατούνταν πρακτικά στο δημοτικό συμβούλιο, βλ. Δήμος Φλώρινας (533/1940 -174/1941) και Λεύκωμα (1947:149)
[11] Σε μια απόφαση του ΕΑΜ τον Απρίλη του 1942 η λέξη έθνος και τα παράγωγά του γράφτηκαν 35 φορές, βλ. Κείμενα (1981:21-4)
[12] Ο Μαλούκος (1992:56) παρουσιάζει μιαν άλλη εκδοχή, ασύμφωνη, της σύλληψης των δύο
[13] Το ανεξήγητο προκύπτει από μια απόφαση της ΚΕ του ΕΑΜ τον Απρίλη του 1942 σχετικά με την επαγρύπνηση των πολιτών εναντίων «της Γκεσταπό, της Μιλίτσια και των “ελλήνων” συνεργατών τους», βλ. Κείμενα (1981:24), όπου καθόλου δεν αναφέρεται η Οχράνα, η μυστική αστυνομία των Βουλγάρων που δρούσε προφανώς υπογείως στη Φλώρινα
[14] Στον Αριστοτέλη (1980:141:19,44) γράφτηκε, μάλλον αναληθώς, ότι οι εφτά νεαροί επιθυμούσαν να καταταγούν στον ΕΔΕΣ
[15] Ο Αντωνίου (1965:1787) αναφέρεται 7000 άτομα ότι παρακολούθησαν την κηδεία
[16] Από τη Βάρκιζα στο Λιτόχωρο, 3 Λευκές Βίβλοι του ΕΑΜ, η καταγγελία του ΕΑΜ στον ΟΗΕ και η ομιλία του Μιχ. Κύρκου (1998) Αθήνα: Ποντίκι, 5
[17] Οι όροι δανεισμένοι από τους διανοούμενους της Αριστεράς Πορφύρη (1962) και Φωτιάδη (1962). Στην αρχή [1941] «η ιδέα της αντίστασης ήταν για μήνες απούσα», γράφει και ο Μαργαρίτης (1993:28), μην έχοντας την εμπειρία της Φλώρινας
[18] Τον τίτλο Ελευθερία –Ειρήνη δέχεται το στέλεχος Ασφαλείας του ΔΣΕ Περικλής Καλοδίκης (Μεροβίγλης) ωραιοποιώντας τον Ειρήνη -Λευτεριά. Τον Ειρήνη –Λευτεριά αποδέχεται ο Παπαπολυβίου λόγω προφανώς της ομώνυμης εφημερίδας. Λευτεριά ονομάζει την οργάνωση ο Χατζής αντλώντας από αρχειακό υλικό του ΚΚΕ. Ο γράφων αποδέχεται τον τίτλο Λευτεριά επειδή το όνομα της ανεφέρθη και από εαμίτη που είχε επαφή με «Σούρμενους» (πρόσφυγες από τα Σούρμενα) Πτολεμαϊδιώτες αρχειομαρξιστές, βλ. αντίστοιχα Μεροβίγλης (1950:10), Παπαπολυβίου (2001:43), Χατζής (1982:Α΄:103) και Ιωακειμίδης (1998)
[19] Για τον άνθρωπο Τουρούντζια βλ. Σ. (2002) και Π. (2002)
[20] Ο Γεώργιος Τουρούντζιας αναφέρεται ως αρχηγός του ΣΝΟΦ Φλώρινας, βλ. Μichailidis (1998;:68), όμως η πληροφορία αυτή αντλήθηκε από βιβλίο εκδοθέν στα Σκόπια. Αποκλείεται να ήταν ο Γ.Τ αρχηγός του ΣΑΜ, διότι κατ΄ αρχήν ήταν δηλωσίας
[21] Ένοπλες ομάδες Σλαβομακεδόνων που εξορμώντας είτε από γιουγκοσλαβικό είτε από ελληνικό έδαφος έδρασαν κυρίως στο νομό Φλώρινας
[22] Ο Μεγαλομάστορας (1991:34-7) αναφέρεται ότι η Ελευθερία ήταν οργάνωση της Αθήνας [sic], ενώ βαθμούχος της ΟΚΝΕ Φλώρινας που εκείνη την περίοδο δούλευε στα Γρεβενά δείχνει να αγνοεί την Ελευθερία, βλ. Παναγιωτίδης (2002)
[23] «Ο γαμπρός μου Στεφανίδης [μόνιμος αξιωματικός από Λέχοβο] ήταν στην ΕΚΑ», Μπάρος (2002)
[24] Ο βομβαρδισμός αυτός λησμονήθηκε να δηλωθεί σε τετράγλωσσο σχετικό κρατικό βιβλίο, βλ Αι θυσίαι (1946:κεφ.5,χάρτης1). Για τις σκέψεις των Άγγλων σχετικά με βομβαρδισμούς εναντίον των Γερμανών βλ. Ακαδημία PRO, HS 5/216, 2.6.43
[25] Ο Πόγας (1993:229-35) παραθέτει φωτογραφίες όλων των θυμάτων μέσα στα φέρετρά τους
[26] Η απουσία δράσης της Μητρόπολης φαίνεται και σε σχετικό ογκώδες έργο, όπου λιγότερες από δύο σελίδες καταλαμβάνουν οι αναφορές στην Ι. Μ. Φλωρίνης, βλ. Μνήμες (2000:381,484-5,522)
[27] Λούστας (1998:110) Ως Πολυχρόνη ο βλάχος δάσκαλος εννοεί μάλλον τον Λάζαρο Παπαδόπουλο (Πολυνίκη) από τους Αγίους Αναργύρους, μετέπειτα καπετάνιο του 3/28 Εφεδρικού ΕΛΑΣ
[28] Για την «απόσταση» μεταξύ Γ.Σ. ΕΛΑΣ και ΕΛΑΣ Μακεδονίας βλ. Ακαδημία PRO, HS 5/221, 11.1.44
[29] Το ΣΑΜ ήταν γνωστό κι ως CΟΦ στα σλαβικά, Κωφός (1990:433)
[30] «Μαράζωσε μόνη της» η οργάνωση ΣΝΟΦ, χωρίς απόφαση διάλυσής του, γράφει ο τότε φοιτητής από τη Δροσοπηγή Γιαγγιώργος (1990:34) αναφερόμενος προφανώς στο ΣΑΜ. Ο δε Χρυσοχόου (1950:Α΄306) αναφέρει μόνο 16 μετανάστες επί Κατοχής στη Βουλγαρία, ελάχιστος αριθμός σε σύγκριση με τους παραμεθόριους νομούς Κιλκίς και Πέλλας
[31] Σε χειρόγραφο βιογραφικό του από την Πράγα με ημερομηνία 27.5.87 ο Χατζητάσκος γράφει ότι ήταν στέλεχος του ΕΑΜ πόλης και της ΚΟ του ΚΚΕ Φλώρινας, χωρίς να μνημονεύει τη συμμετοχή του στο ΣΑΜ. Ή γράφτηκε κατά παραγγελία ώστε να μην αναφερθεί κάτι για το ΣΝΟΦ ή ποτέ δεν ένιωσε ο ίδιος ότι το ΣΑΜ ήταν κάτι ξεχωριστό από το ΕΑΜ
[32] Ο οικοδόμος Χαρίσης (2000:75) μνημονεύει τη συγκέντρωση αλλά δεν γνώριζε ότι ήταν αφιερωμένη στο ΣΑΜ κι αυτό είναι ένα άλλο δείγμα της ταύτισης ΕΑΜ –ΣΑΜ. Ο Γιαγγιώργος (1990:33) γνώριζε, επειδή ήταν στέλεχος της Αντίστασης. Ο Πυλάης (1990) φυσικά δεν αναφέρει τελείως τίποτα
[33] Κωφός (1990:433-4) Στόχοι δολοφονίας ήταν ο Κωτσόπουλος βλ. (χ.χ.:212-4,380-2) και ο λιγνιτωρύχος Ευάγγελος Κοϊτσόπουλος ή Κοϊτσης από τη Βεύη, «γνωστός» του Χρυσοχόου (1950:Β΄178-9) ως «τροφοδότης ανταρτών»
[34] Από τα 200 περίπου βιογραφικά των επαναστατών της Φλώρινας που παραθέτει ο Κωτσόπουλος (χ.χ.) αρκετοί είναι οι λιγνιτωρύχοι της Βεύης, οι οποίοι εργάζονταν και στα ορυχεία Αχλάδας και Βεγόρας, βλ. Λιγνιτωρυχείο Καταστάσεις (1940-1945). Ενδεικτικά ας αναφερθούν οι λιγνιτωρύχοι αδελφοί Λάζαρος, Μεθόδιος, Αθανάσιος και Χρήστος Βάσσος από τη Βεύη, εκ των οποίων γνωστότερος είναι ο τελευταίος που έδρασε ως διμοιρίτης του ΕΛΑΣ με το ψευδώνυμο Ντόμπρης
[35] Έχει γραφεί ότι η σχέση των αγροτών με τον ΕΛΑΣ στη Δυτική Μακεδονία, όπου η τροφή ήταν άφθονη, ήταν καλύτερη σε σύγκριση με άλλες περιοχές που αυτή ήταν λιγοστή, βλ. Mazower (1994:155). Αυτό όμως δεν εξηγεί τους λόγους που ολόκληρος σχεδόν ο αγροτικός πληθυσμός Κοζάνης, Εορδαίας, Αμυνταίου είχε πάρει όπλα εναντίον του ΕΛΑΣ. Ίσως και οι αγρότες της πεδιάδας της Φλώρινας να οπλίζονταν κι αυτοί κατά του ΕΛΑΣ, αν δεν υπήρχαν οι ειδικές συνθήκες που έχουν αναφερθεί
[36] Φλάισερ Χάγκεν (χ.χ.) Στέμμα και Σβάστικα, Η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης 1941 –1944, Αθήνα, Παπαζήσης, 228 όπου η ρήση του κομουνιστή Γεωργίου Σιάντου «με την κουμπούρα δεν τρώει ο λαός ψωμί», την οποία δεν καταλάβαιναν οι απλοί αντάρτες και παρτιζάνοι που ανέμελοι τραγουδούσαν «Δεν θέλουμε πλούτη, δε θέλουμε παρά, θέλουμε ελευθερία, ανθρώπινη ζωή», τραγούδι που παραδίδει ο Κούφης (1990:66). Ωστόσο 61.000 λίρες πήρε η ΙΧ μεραρχία του ΕΛΑΣ μόνο για τον Ιούλη του 1944, βλ. Εγκέισκα (1971:453) και Κολιόπουλος (1995:99)
[37] ΑΣΚΙ, ΠΕΦ, Φ.415/23/8/243. Ο Κωστόπουλος (2002:197) χαρακτηρίζει ως «ρεαλισμό» την πολιτική του ΚΚΕ προς τους σλαβόφωνους το φθινόπωρο του 1944
Αρκετα καλα τα λεει ο Καλλιανιωτης του οποιου η εργασια ηταν στο διαδυκτιο αλλα την εβγαλαν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Γιωργος Τσαπανος ηταν δευτεροθειος μου και ο Μαρκος Βαφειαδης εκανε ολοκληρη επιχειρηση με την βοηθεια του κομμουνιστη σκοπου-χωροφυλακα Γκρατσιανη, σελιδα 278 Τομος Γ΄- απομνημονευματα Μαρκου Βαφειαδη,για να τον απελευθερωσει απο τις φυλακες Φλωρινης οπου ηταν κρατουμενος .
Και βεβαια οι αναφορες στον Σοφοκλη Τσαπανο, ειναι αναφορες στον συγχωρηθεντα πατερα μου.
Ο Καλλιανιωτης, καλα θα κανει, μιας και εχει μπει στο ζουμι της καταστασεως να παει καποια μερα στην Καστορια και να καθησει να μιλησει με τον φιλο μου Παναγιωτη Κρικη, πολιτευτη της Καστοριας. Θα μαθει πολλα απο αυτον.
Γιωργος Τσαπανος
Καλιφορνια
Lyngos@aol.com