Το blog, για τους λόγους που βιώνουμε προσωπικά, οικογενειακά και κοινωνικά, αλλάζει την κύρια κατεύθυνσή του και επικεντρώνεται πλέον στην Κρίση.
Βασική του αρχή θα είναι η καταπολέμηση του υφεσιακού Μνημονίου και όποιων το στηρίζουν.
Τα σχόλια του Κρούγκμαν είναι χαρακτηριστικά:
...Άρα βασιζόμαστε τώρα σε ένα σενάριο σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα είναι αναγκασμένη να «πεθάνει στη λιτότητα» προκειμένου να πληρώσει τους ξένους πιστωτές της, χωρίς πραγματικό φως στο τούνελ.Και αυτό απλώς δεν πρόκειται να λειτουργήσει....[-/-]....οι πολιτικές λιτότητας οδηγούν την οικονομία σε τόσο μεγάλη ύφεση που εξανεμίζονται τα όποια δημοσιονομικά οφέλη, υποχωρούν τα έσοδα και το ΑΕΠ και ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ γίνεται χειρότερος.

Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013

ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΓΗΓΕΝΩΝ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Τα εντόπικα/εντόπια ή μακεδονικό πίτζιν)
Μια εθνογλωσσολογική προσέγγιση

Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Δύο είναι τα βασικά ερωτήματα που ανακύπτουν σε σχέση με το γλωσσικό ιδίωμα (εντόπια/εντόπικα) των γηγενών της Μακεδονίας:

1. Ποια είναι η εθνική συνείδηση, άρα και η εθνοτική ταξινόμηση των ομιλητών αυτού του ιδιώματος;
2. Τι ακριβώς είναι αυτό το ιδίωμα από γλωσσολογική σκοπιά;
Το πρώτο ερώτημα έχει απαντηθεί ήδη από καιρό, τόσο επιστημονικώς, όσο και από την ίδια την στάση της συντριπτικής πλειονότητας των γηγενών Μακεδόνων: Αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του ελληνικού έθνους από αιώνες.
Ως προς την επιστημονική διάσταση του θέματος τώρα, υπενθυμίζω απλώς ότι οι παλαιότερες αντιλήψεις, όπως π.χ. οι αρχαιοελληνικές διατυπώσεις για το «όμαιμον, ομόγλωσσον και ομότροπον» (Ηρόδοτος, Η΄144) έχουν απολέσει το ιστορικό-γεωγραφικό τους πλαίσιο και έχουν ατονήσει σε μεγάλο βαθμό, εδώ και αρκετούς αιώνες, λόγω των εκτεταμένων μετακινήσεων των ανθρωπίνων πληθυσμών, αλλά και των αλλεπάλληλων κοινωνικοπολιτικών και πολιτιστικών μεταβολών που σημειώθηκαν από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Σε προηγούμενα ιστορικά στάδια οι λαοί είχαν σχετικώς ευδιάκριτα ανθρωπολογικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα να ήταν κατά κανόνα εύκολη η κατάταξη κάποιου ατόμου σε συγκεκριμένο Έθνος. Έτσι, από τα βασικά στοιχεία διάκρισης ήσαν πρωτίστως η Γλώσσα και η Θρησκεία του, και επί πλέον, τα ήθη και τα έθιμά του, οι φιλοσοφικές, καλλιτεχνικές, κοινωνικές, πολιτικές κ.λπ. αντιλήψεις του. Στην αρχαιότητα, για παράδειγμα, ένας Έλληνας, ένας Πέρσης και ένας Αιγύπτιος, διακρίνονταν μεταξύ τους πανεύκολα, λόγω των βαθύτατων διαφορών, που υπήρχαν ανάμεσα τους, σε σχέση με τα προαναφερθέντα πολιτιστικά χαρακτηριστικά. Στην σημερινή εποχή όμως αυτές οι διακρίσεις έχουν γίνει πολύ δυσκολότερες, λόγω της αυξημένης κινητικότητας, η οποία χαρακτηρίζει την ανθρωπότητα, ιδιαίτερα από το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα μέχρι σήμερα.
Εκείνο πλέον, που και επιστημονικώς είναι αδιαμφισβήτητο, είναι η....
 
 διαπίστωση ότι η ομιλούμενη γλώσσα δεν αποτελεί πάντοτε απόλυτο εθνολογικό κριτήριο ταξινόμησης μιας συγκεκριμένης εθνοτικής ομάδας. Περιορίζομαι να αναφέρω τα κλασσικά παραδείγματα, τόσο των γερμανόφωνων Αλσατών, στα σύνορα Γαλλίας–Γερμανίας, οι οποίοι αισθάνονται φανατικοί Γάλλοι, αλλά και των Καθολικών μεν στο θρήσκευμα Κροατών, οι οποίοι δεν επιθυμούν να έχουν καμία σχέση με τους ομόγλωσσούς τους, Ορθοδόξους όμως Σέρβους, παρά την κοινή τους γλώσσα (τα Σερβοκροατικά) ή ακόμα πιο χαρακτηριστικά, το παράδειγμα των Μαυροβουνίων σε σχέση και πάλι με τους Σέρβους, με τους οποίους δεν έχουν ούτε καν θρησκευτική διαφορά και παρ’ όλα αυτά αισθάνονται μέλη ενός διαφορετικού έθνους.
Επομένως, το ότι κάποια τμήματα του πληθυσμού της Μακεδονίας είχαν παλαιότερα ως μοναδικό γλωσσικό τους όργανο το σλαβογενές ιδίωμα, στο οποίο θα αναφερθούμε λεπτομερειακά παρακάτω, δεν αποτελεί ικανό και επαρκές κριτήριο για την επιχειρηθείσα στο παρελθόν και επιχειρούμενη και σήμερα, τοποθέτησή τους εκτός του ελληνικού έθνους. Ως δίγλωσσος λοιπόν, γηγενής Μακεδόνας Έλλην θεωρώ ότι το ζήτημα έχει απαντηθεί θεωρητικά και πρακτικά και δεν υπάρχει ανάγκη περαιτέρω συζητήσεων και διευκρινίσεων.
Τι είναι όμως αυτό το διαβόητο γλωσσικό ιδίωμα, που ορισμένοι προσπαθούν κατά καιρούς να το επαναφέρουν στο προσκήνιο και να το χρησιμοποιήσουν ως πολιτικό επιχείρημα;
Θα επιχειρήσω αρχικά μια γλωσσολογική ενημέρωση/ανάλυση.

2. ΓΛΩΣΣΕΣ, ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ ΚΑΙ ΒΟΗΘΗΤΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ
Από την αρχική εμφάνισή τους στην Γη, τα ανθρώπινα όντα χρησιμοποίησαν την γλώσσα ως κύριο μέσο επικοινωνίας (και όχι μόνον, όπως θέλουν να μας πείσουν κάποιοι μεταμοντέρνοι γλωσσολόγοι, που υποστηρίζουν μια εργαλειακή αντίληψη περί γλώσσας), παράλληλα με άλλους τρόπους (χειρονομίες, στάσεις του σώματος κ.λπ.). Στο ζήτημα αυτό, οφείλουμε να θυμόμαστε την περίφημη ρήση του φιλοσόφου Λ. Βίττγκεστάϊν (Ludwig Wittgenstein, 1889-1951): «Τα όρια της γλώσσας μου, καθορίζουν τα όρια του κόσμου μου» (Tractatus Logico-philosophicus).

Ένα από τα μεγάλα και πρακτικά ανεπίλυτα προβλήματα που αντιμετώπιζαν ανέκαθεν οι Γλωσσολόγοι ήταν και η επιλογή κάποιων επιστημονικών κριτηρίων για την διάκριση μεταξύ γλώσσας και διαλέκτου. Με άλλα λόγια, πότε και με ποια κριτήρια ένα ομιλούμενο γλωσσικό ιδίωμα είναι απλώς μια διάλεκτος κάποιας γλώσσας και πότε μπορεί να χαρακτηριστεί ως ξεχωριστή γλώσσα; Η προαναφερθείσα Σερβοκροατική αποτελεί μια ενιαία γλώσσα απλώς με δύο διαλέκτους (Σερβική–Κροατική) ή έχουμε να κάνουμε με δυο διαφορετικές γλώσσες;
Όπως προανέφερα, η Γλωσσολογία αδυνατούσε να αποφανθεί μέχρι προσφάτως και επομένως άλλα κριτήρια χρησιμοποιούνται π.χ. πολιτική βούληση. Με βάση τους νόμους της Γλωσσολογίας είναι βέβαιον ότι εφ’ όσον οι δύο αυτές διαφορετικές κρατικές οντότητες (Σερβία – Κροατία) συνεχίσουν να υπάρχουν για τα επόμενα 100–200 χρόνια, το αναμενόμενο είναι να προκύψουν τελικώς δυο πραγματικά ξεχωριστές γλώσσες. Σύμφωνα με την περίφημη ρήση του γλωσσολόγου Μαξ Βάϊνράϊχ «Μια γλώσσα είναι μια διάλεκτος εξοπλισμένη με στρατό και ναυτικό», που τονίζει ακριβώς την σημασία του πολιτικού / κρατικού παράγοντα, ο οποίος βαρύνει αποφασιστικά σε τέτοια θέματα. Βεβαίως, η σύγχρονη Γλωσσολογία επιχειρεί να επιλύσει το πρόβλημα με την υιοθέτηση μιας άλλης οπτικής με την οποία προσεγγίζεται η διάκριση «γλώσσα-διάλεκτος», με την εισαγωγή της έννοιας του «γλωσσικού συνεχούς» (language continuum), αλλά και με την χρήση νέων όρων, γλωσσοπολιτικά ουδέτερων, όπως οι όροι Ausbausprache - Abstandsprache – Dachsprache [1], δανεισμένων από την Γερμανική γλώσσα.
Έρχομαι τώρα σε ένα άλλο ζήτημα, το οποίο θεωρώ ότι είναι απαραίτητο να αναφερθεί για να μπορέσουμε να καταλήξουμε σε εύκολα αντιληπτά συμπεράσματα.
Πρόκειται για το ζήτημα της ύπαρξης και άλλων προφορικών μορφών επικοινωνίας μεταξύ ανθρωπίνων ομάδων, που συνιστούν οι λεγόμενες βοηθητικές/συμπληρωματικές γλώσσες (auxiliary languages). Δυστυχώς δεν υπάρχει ακριβής ελληνική ορολογία και έτσι θα χρησιμοποιήσω αναγκαστικά τους ξένους όρους. Η πλέον γνωστή περίπτωση χρήσης μιας βοηθητικής «φυσικής» γλώσσας (σε αντιδιαστολή με διάφορες τεχνητές, όπως η Εσπεράντο, η Volapük κ.λπ.) είναι ασφαλώς η λεγόμενη Λίγκουα Φράγκα (Lingua Franca)[2], κατά λέξη «Φράγκικη γλώσσα». Δεν πρέπει πάντως να συγχέεται με τα φραγκολεβαντίνικα, που αναφέρονται αποκλειστικά στον γραπτό λόγο και δημιουργήθηκαν από τους Λεβαντίνους της Σμύρνης, που μιλούσαν μεν ελληνικά, αλλά επειδή δυσκολεύονταν να μάθουν την ορθογραφία τους, χρησιμοποιούσαν λατινικούς χαρακτήρες για να γράψουν τα ελληνικά (ή σύμφωνα με άλλη, εγκυρότερη εκδοχή[3], με καθοδήγηση της Καθολικής Εκκλησίας). Τους μιμήθηκαν αργότερα οι Χιώτες και άλλοι έμποροι του εξωτερικού, που στην ελληνική αλληλογραφία τους, χρησιμοποιούσαν λατινικούς χαρακτήρες και έτσι προέκυψαν τα φραγκοχιώτικα, κάτι ανάλογο με τα σημερινά greeklish.
Συνώνυμος με τον όρο Λίγκουα Φράγκα είναι και ο όρος Vehicular Language, σε ελεύθερη μετάφραση θα λέγαμε δευτερεύουσα γλώσσα, ο οποίος αναφέρεται σε μια γλώσσα που χρησιμοποιείται από άλλες γλωσσικές κοινότητες χωρίς να είναι η μητρική τους π.χ. τα Αγγλικά είναι (επίσημη) δευτερεύουσα γλώσσα στις Ινδίες και το Πακιστάν.
Μια άλλη μορφή βοηθητικής γλώσσας ή γλώσσας επαφής (contact language) είναι και τα λεγόμενα Pidgin English ή απλώς Pidgin, «σπαστά Αγγλικά» θα τα αποκαλούσαμε. Δημιουργήθηκαν στην Κίνα για τις ανάγκες των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ Άγγλων και Κινέζων. Η ίδια η λέξη pidgin είναι το αντίστοιχο της αγγλικής λέξης business στο ιδίωμα αυτό. Σήμερα ως pidgin ορίζεται γενικώς ένα γλωσσικό ιδίωμα, μείγμα δύο ή περισσοτέρων γλωσσών με εξαιρετικά απλοποιημένη γραμματική και λεξιλόγιο, που χρησιμοποιείται για την επικοινωνία μεταξύ διαφορετικών πληθυσμών, οι οποίοι έχουν τις δικές τους γλώσσες ως μητρικές.
Στην περίπτωση που ένα τέτοιο ιδίωμα καταλήξει να γίνει η κύρια γλώσσα ενός πληθυσμού, τότε αναφερόμαστε σε Κρεολή γλώσσα (Creole language)[4].

3. ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Μετά από αυτά τα προκαταρκτικά και διευκρινιστικά, ας έλθουμε στο ζητούμενο. Τι ακριβώς είναι λοιπόν αυτό το ιδίωμα των γηγενών Μακεδόνων (το «μακεδονικό πίτζιν», όπως το ονομάζω) και ποιοι είναι αυτοί οι «Σλαβόφωνοι» χρήστες του;

Πρώτα-πρώτα να ξεκαθαρίσουμε ότι σήμερα δεν υπάρχουν πρακτικά αμιγείς σλαβόφωνοι, αλλά δίγλωσσοι (ελληνικά-σλαβικά) και ελάχιστοι από τους νεώτερους μπορούν να μιλήσουν με ευχέρεια αυτό το ιδίωμα, η εξέλιξη του οποίου σταμάτησε τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Έτσι έλειψαν πάμπολλες λέξεις του καθημερινού λεξιλογίου (κυρίως όροι Διοίκησης, Τεχνολογίας κ.λπ.), οι οποίες υποκαταστάθηκαν από ελληνικές. Εκφράσεις του τύπου «κι όνταμ να Νομαρχία-τα» (=θα πάω στην Νομαρχία), «κι γκου κάζιαμ να Δήμαρχό-του[5]» (=θα το ’πω στον Δήμαρχο), αποτελούν αστείρευτη πηγή τοπικών ανεκδότων και πειραγμάτων.
Αυτοί λοιπόν οι δίγλωσσοι κάτοικοι του βορειοελλαδικού χώρου, κυρίως στην Κ.Δ. Μακεδονία, είναι απόγονοι χριστιανικών πληθυσμών, που επί Τουρκοκρατίας ζούσαν στον ευρύτερο χώρο της λεγόμενης «Ιστορικής Μακεδονίας». Έχουν ελληνική καταγωγή, αλλά πιθανότατα έχουν αφομοιώσει και σλαβικά στοιχεία που είχαν εγκατασταθεί κατά τους βυζαντινούς χρόνους στην περιοχή[6], τα οποία στην συνέχεια εκχριστιανίσθηκαν και εξελληνίσθηκαν (γλωσσικά και πολιτιστικά).
Σύμφωνα με τον αείμνηστο γλωσσολόγο Νικ. Ανδριώτη (στον συλλογικό τόμο «Η γλώσσα της Μακεδονίας» – “Ολκός” Αθήνα 1992, σελ. 211), η σλαβική γλώσσα άρχισε να διαδίδεται επί Βυζαντίου στην βόρεια Μακεδονία με τους εξής τρόπους:
α. Από Σλάβους δούλους, που οι Βυζαντινοί γαιοκτήμονες εγκαθιστούσαν στα κτήματά τους ως αγρότες
β. Από Έλληνες αιχμαλώτους των Βουλγάρων, που έμαθαν σλαβικά και μετά την απελευθέρωσή τους και επάνοδό τους, συνήθως μετά από αρκετά χρόνια, εξακολουθούσαν να τα χρησιμοποιούν και
γ. Οι συναλλασσόμενοι με Σλάβους Έλληνες μάθαιναν εύκολα σλαβικά, ενώ ή εκμάθηση της ελληνικής από τους Σλάβους ήταν δύσκολη.
Η εμφάνιση αυτού του ιδιώματος (που δεν χρειάστηκε ποτέ γραφή) ανιχνεύεται κάπου στον 18ο αιώνα[7] (οι πρώτες μαρτυρίες για την ύπαρξή του χρονολογούνται γύρω στο 1790[8] – βλ. J.P. Mallory–D.Q. Adams: The Oxford Introduction to Proto-Indo-European and the Proto-Indo-European World – Oxford 2006, σελ. 26) και η δημιουργία του είχε καθαρά χρηστικούς και πρακτικούς λόγους. Τα χρόνια εκείνα η Μακεδονία ήταν ένα πολύχρωμο φυλετικό, γλωσσικό και θρησκευτικό μωσαϊκό: Τούρκοι κατακτητές, Τουρκομάνοι νομάδες (Γιουρούκοι), Αθίγγανοι, Έλληνες, Βούλγαροι, Σέρβοι, Βόσνιοι, Αλβανοί, Αρμένιοι, Εβραίοι (Ισπανοεβραίοι Σεφαρδίμ) κ.λπ. που μιλούσαν τουρκικά, ρομά (μια ινδική διάλεκτο), ελληνικά, βλάχικα, βουλγαρικά, σερβοκροατικά, αλβανικά, αρμενικά, εβραϊκά (Λαντίνο και Γίντις) και ήσαν μουσουλμάνοι, χριστιανοί (Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Προτεστάντες), ιουδαίοι. Έπρεπε επομένως να υπάρξει ένας τρόπος συνεννόησης μεταξύ τους για τις ανάγκες της καθημερινής συμβίωσης, ένα είδος Λίγκουα Φράγκα. Βαθμιαία λοιπόν εμφανίσθηκε αυτό το ιδίωμα, μια γλώσσα πίτζιν, που φαίνεται ότι εξυπηρετούσε άριστα τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε ή σωστότερα, προέκυψε, που χρησιμεύει ακόμα και σήμερα! (Βλ. πρόσφατη – Άνοιξη 2011 - επίσκεψη σε χωριά της Αλμωπίας απογόνων μουσουλμάνων κατοίκων που μεταφέρθηκαν στην Μ. Ασία με την ανταλλαγή των πληθυσμών).
Είχε ως βάση μια δυτική βουλγαρική διάλεκτο[9], όπως αποδείχθηκε από τις γλωσσολογικές έρευνες (βλ. Ι. Θ. Λαμψίδη: Γραμματική της Βουλγαρικής γλώσσας Ι.Μ.Χ.Α. – Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 15-16) και στον κορμό αυτόν προστέθηκαν ένα πλήθος από ελληνικές, τούρκικες, βλάχικες και αλβανικές λέξεις[10]. Γενικώς, η πλειοψηφία των γλωσσολόγων συµφωνεί ότι παρουσιάζει περισσότερες, µορφολογικές κυρίως, οµοιότητες µε την βουλγαρική γλώσσα και λιγότερες, φωνολογικές κυρίως, µε την σερβική [11]. Στα χρόνια εκείνα της γενικευμένης αγραμματοσύνης και απαιδευσίας, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο, το ιδίωμα που προέκυψε αποδείχθηκε πολύ εύκολο[12] στην εκμάθηση και εξυπηρετικότατο για τις καθημερινές ανάγκες. Εκείνο πάντως που εντυπωσιάζει τους μελετητές είναι η ευκολία υιοθέτησής του από αλλόγλωσσους και η μετατροπή του στο κύριο και συχνά στο αποκλειστικό γλωσσικό όργανο επικοινωνίας!
Υπάρχουν καταγεγραμμένες πολυάριθμες τέτοιες μεταλλαγές, όχι απλώς σε ατομικό επίπεδο, αλλά σε επίπεδο ολόκληρων ομάδων. Έτσι, υπάρχουν γνωστές περιπτώσεις, καταγεγραμμένες και στην βιβλιογραφία π.χ. βλαχόφωνων χωριών στην περιοχή της Κ.Δ. Μακεδονίας, που έγιναν σλαβόφωνα[13]. Ακόμη πιο χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των σλαβόφωνων (!) Αθίγγανων (Ρομ, Ρομά) σε περιοχές της Μακεδονίας: Μέχρι σήμερα διατηρούνται συνοικισμοί αθιγγάνων (η ινδική καταγωγή των οποίων είναι εμφανέστατη σε όποιον διαθέτει έστω και στοιχειώδεις γνώσεις εθνολογίας) στις πόλεις Έδεσσα (Καραμάν), Νάουσα (Άγ. Γεώργιος) και Βέροια, αλλά και σε πολλά χωριά, οι κάτοικοι των οποίων είναι σλαβόφωνοι τουλάχιστον από τον 19ο αιώνα. Επιστημονική μελέτη αυτού του φαινομένου δεν έχει γίνει, απ’ όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, η δε συνήθης λαϊκή ερμηνεία ότι οι ελληνόφωνοι χωρικοί γίνονταν σλαβόφωνοι για να αποφύγουν το παιδομάζωμα των Τούρκων, δεν μου φαίνεται ιδιαίτερα πειστική (Άποψη που υποστηρίχθηκε και από τον λογοτέχνη Χρ. Χρηστοβασίλη, στις αρχές του περασμένου αιώνα, σε άρθρο του στο περιοδικό «Ελληνισμός» τεύχος 9ο – Σεπτέμβριος 1903, σελ. 683). Είναι πάντως εξ ίσου περίεργο το ότι ποτέ δεν δόθηκε πειστική εξήγηση από βουλγαρικής πλευράς (η οποία ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα ισχυριζόταν ότι όλοι οι σλαβόφωνοι είναι Βούλγαροι), για ποιόν λόγο οι Βούλγαροι της Μακεδονίας θα εγκατέλειπαν μαζικά την μητρική τους γλώσσα και θα υιοθετούσαν ένα σλαβογενές ιδίωμα, που έπρεπε να το μάθουν εκ των υστέρων!
Υποστηρίζω λοιπόν ότι αυτό το ιδίωμα προέκυψε, αρχικά στην μακεδονική ύπαιθρο, ως pidgin ή «σπασμένα βουλγαρικά», για να το πούμε διαφορετικά και κατέληξε τελικώς σε Κρεολή γλώσσα, ανομοιογενών πληθυσμών, όπως προανέφερα, οι οποίοι το αναβάθμισαν για διαφόρους λόγους σε μητρική γλώσσα, σε κύριο γλωσσικό όργανο. Αυτό το ιδίωμα, επαναλαμβάνω και τονίζω διότι έχει μεγάλη σημασία, δεν απέκτησε ποτέ γραφή. Επομένως, στερείται πεζογραφίας, ποίησης και γενικά λογοτεχνίας, ενώ αντίθετα υπάρχουν τραγούδια, η παραγωγή των οποίων σταμάτησε ήδη στις αρχές του 20ου αιώνα, για προφανείς λόγους[14]. Ένα από τα πιο γνωστά είναι και το χαρακτηριστικό «Μπάμπα ι Πόστολ» (Η γιαγιά και ο Αποστόλης), στο οποίο γίνεται εύκολα αντιληπτή η διαφοροποίηση των σλαβόφωνων γηγενών από τους Βούλγαρους, όπως εξ άλλου προκύπτει και από σχετικές παροιμίες[15].
Θα πρέπει πάντως να αναφερθεί ότι η σοβαρότερη προσπάθεια για την ανάδειξη του ιδιώματος των γηγενών σε γλώσσα, ήσαν οι εργασίες του Χρίστο Μισίρκοφ (Krsto Misirkov, 1874-1926), από την Παλαιά Πέλλα (τότε Απόστολοι) και κυρίως το βιβλίο του, που τυπώθηκε το 1903 στο τυπογραφείο της «Φιλελεύθερης Λέσχης» στην Σόφια, με τον τίτλο «Για τις μακεδονικές υποθέσεις» (Кръстьо П. Мисирков: За Македонцките Работи, София, Печатница на „Либералний Клубъ“ 1903). Στο βιβλίο αυτό ο Μισίρκωφ ανέπτυξε την επιχειρηματολογία του για την δημιουργία μιας επίσημης φιλολογικής «μακεδονικής» γλώσσας με βάση την «μακεδονική» (=βουλγαρική) διάλεκτο της βόρειας Μακεδονίας, η οποία έπρεπε να χρησιμοποιεί ένα φωνητικό (κυριλλικό) αλφάβητο. Το βιβλίο του Μισίρκοφ εντάσσεται στην γενικότερη στροφή που σημειώνεται στους ανώτερους βουλγαρικούς κύκλους με την εγκατάλειψη της στρατηγικής του βίαιου εκβουλγαρισμού των γηγενών σλαβοφώνων της Μακεδονίας και την υιοθέτηση της καλλιέργειας του «Μακεδονισμού», όταν διαπιστώθηκε ότι οι σλαβόφωνοι κάτοικοι της Μακεδονίας αντιδρούσαν στον εκβουλγαρισμό τους και γενικότερα ότι οι βουλγαρικές θέσεις δεν εύρισκαν ανταπόκριση στους κατοίκους της Μακεδονίας, χωρίς την χρήση βίας. Πρωτεργάτης αυτής της νέας στρατηγικής ήταν ο διαβόητος Γκότσε Ντέλτσεφ, ο οποίος ανέλαβε από το 1895 να εφαρμόσει την θεωρία περί «Μακεδόνων» και «ανεξάρτητης Μακεδονίας».
Η πατρότητα πάντως του «Μακεδονισμού» ανήκει στους Σέρβους [16] και αργότερα υιοθετήθηκε από τους Βουλγάρους, οι οποίοι βεβαίως ποτέ δεν πίστεψαν στο κατασκεύασμα αυτό και πολύ περισσότερο δεν αισθάνθηκαν «Μακεδόνες». Σε επιστολή του με ημερομηνία 1 Μαΐου 1899 προς τον φίλο του Κόλιο Μαλεσέβσκι (Nikola Maleshevski), ο Γκότσε Ντέλτσεφ ομολογούσε ότι ποτέ δεν έπαψε να αισθάνεται Βούλγαρος (Αναφέρεται στην βιογραφία του Ντέλτσεφ από τον στενό του φίλο και συνεργάτη Πέϊο Γιαβόρωφ).
 
Σόφια, 1 Μαΐου 1899,
Κόλιο (=σλαβικό υποκοριστικό του Νικόλα),
Έχω λάβει όλες τις επιστολές που στέλνονται από σας και μέσω από σας. Μην επιτρέψουμε τα σχίσματα και τις ρήξεις να μας εκφοβίσουν. Είναι, πράγματι, δυστυχία, αλλά τι μπορεί να κάνουμε, δεδομένου ότι είμαστε Βούλγαροι και όλοι πάσχουμε από μια κοινή ασθένεια. Εάν αυτή η ασθένεια δεν ήταν παρούσα στους προγόνους μας, από τους οποίους την κληρονομήσαμε, δεν θα είχαν πέσει ποτέ κάτω από το σκήπτρο του Τούρκου Σουλτάνου…»

Επίσης, ο εφευρέτης της «μακεδονικής» γλώσσας, ο προαναφερθείς Χρίστο Μισίρκωφ, έγραφε το 1924 ότι: «…Εμείς (οι Σλάβοι της Μακεδονίας) είμαστε περισσότερο Βούλγαροι από εκείνους της Βουλγαρίας…» [“Ние сме българи, повече българи от самите българи в България“ — Kръстe Мисирков “We are Bulgarians, more Bulgarians than the Bulgarians themselves in Bulgaria ” — Kr'ste Misirkov]. Για όσους τυχόν γνωρίζουν βουλγαρικά, τους παραπέμπω για περισσότερες λεπτομέρειες στην ιστοσελίδα Vesti.bg (http://news.netinfo.bg/?tid=40&oid=995281) όπου υπάρχει το εκπληκτικό άρθρο «Как "бащата на македонизма" Кръстьо Мисирков се оказа чист българин» (Πώς ο «πατέρας του μακεδονισμού» Χρίστο Μισίρκωφ αποδεικνύεται καθαρός Βούλγαρος).
Στους τρεις χάρτες που παραθέτω στο τέλος του κειμένου παρατηρούμε τις διαφορετικές αντιλήψεις Σέρβων και Βουλγάρων που διεκδικούν ο καθένας για λογαριασμό του το γλωσσικό ιδίωμα, ισχυριζόμενοι οι μεν πρώτοι ότι πρόκειται για μια Σερβική διάλεκτο (“Σερβομακεδονικά”, Χάρτης 1), οι δε Βούλγαροι ως Βουλγαρική διάλεκτο και τους κατοίκους της Μακεδονίας ως Βουλγάρους (Χάρτης 2). Αξιοπρόσεκτος είναι ο «γλωσσολογικός» Χάρτης 3 των Σκοπιανών, οι οποίοι ανακάλυψαν δεκάδες διαλέκτους και υποδιαλέκτους της «Μακεδονικής» γλώσσας, μια γλωσσολογική απιθανότητα!
Τέλος, νομίζω ότι θα πρέπει να αναφερθώ και σε μια άλλη χαρακτηριστική περίπτωση «πλαστής ταυτότητας» και εθνολογικής χειραγώγησης.
Πρόκειται για τους δύο πιο γνωστούς και διάσημους από τους αδελφούς Μιλαντίνωφ (Братя Миладинови), τους Ντιμίταρ (Δημήτριος) και Κονσταντίν (Κωνσταντίνος), οι οποίοι θεωρούνται πρωτοπόροι και ιδρυτές της βουλγαρικής Λαογραφίας με το περίφημο έργο τους «Βουλγαρικά Δημοτικά Τραγούδια» (1861), που θεωρείται κλασσικό. Ο Κονσταντίν θεωρείται επιπλέον ένας από τους σπουδαιότερους Βούλγαρους ποιητές. Πολύ γνωστά είναι τα ποιήματά του «Τ’γκά ζα γιούγκ» (ТЪГА ЗА ЮГ) = «Νοσταλγία για τον Νότο», καθώς και το συγκινητικό ερωτικό ποίημα «Μπίσερα» (= Μαργαριτάρια), γραμμένο στο στυλ της δημοτικής ποίησης και ένα από τα 15 συνολικά ποιήματα που πρόλαβε να γράψει πεθαίνοντας σε ηλικία 32 ετών στις τουρκικές φυλακές της Κωνσταντινούπολης από τύφο, μαζί με τον συγκρατούμενο, μεγαλύτερο (κατά 20 χρόνια), αδελφό του Ντιμίταρ. Πρέπει να τονιστεί ότι η οικογένεια Κωνσταντίνου ή Μιλαδίνη ήσαν Βλάχοι από την Μοσχόπολη, που εγκαταστάθηκαν στην κωμόπολη Στρούγκα στην λίμνη της Αχρίδας, τα δυο αδέρφια μάλιστα σπούδασαν στα Γιάννενα (στην Ζωσιμαία Σχολή), ο δε Κονσταντίν τελείωσε στην συνέχεια το φιλολογικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αργότερα, το 1844 «πείστηκαν» από τον Ρώσσο καθηγητή Βίκτορ Γκριγκόροβιτς ότι είναι Βούλγαροι και ανέπτυξαν ανθελληνική δραστηριότητα. (Ο σλαβολόγος καθηγητής Αντώνιος-Αιμίλιος Ταχιάος, εντόπισε στα αυτοκρατορικά αρχεία της Αγίας Πετρούπολης επιστολή του Ρώσου Γενικού Προξένου στην Κωνσταντινούπολη Μιχαήλ Αλεξάνδροβιτς Χίτροβο, ο οποίος ζητούσε (1864) να καταβληθεί οικονομική ενίσχυση στην χήρα του Δημητρίου Μιλαντίνοφ, «διότι αυτός απέθανε στην υπηρεσία του αυτοκράτορα» [17].
Οι αδελφοί Μιλαντίνωφ θεωρούνται και προβάλλονται ως πρωτεργάτες της «μακεδονικής» Φιλολογίας από τους Σκοπιανούς. Παρ’ όλα αυτά το Εθνικό Μουσείο των Σκοπίων απαγορεύει την έκθεση των έργων τους, λόγω της ύπαρξης των επιθέτων «βουλγαρικός», «βουλγαρικά». Σχετικά πρόσφατα μάλιστα, ξέσπασε μεγάλος θόρυβος και υπήρξαν έντονες αντιδράσεις στην Βουλγαρία, όταν στις αρχές του 2008 η σκοπιανή υπηρεσία των Κρατικών Αρχείων σε συνεργασία με το Ίδρυμα Σόρος εξέδωσαν φωτοτυπημένο από το πρωτότυπο το προαναφερθέν βιβλίο, από το οποίο όμως έλειπε το επάνω μέρος του εξωφύλλου που περιείχε το επίθετο «Βουλγαρικά» και έμεινε ο τίτλος «Δημοτικά Τραγούδια»!
 
 
Αλλά «τι χρείαν άλλων μαρτύρων έχουμε», όταν ακόμα και ο πρώην Πρωθυπουργός των Σκοπίων και αρχηγός του ισχυρού σωβινιστικού κόμματος Β.Μ.Ρ.Ο. των Σκοπίων, ο Λιούπτσο Γκεοργκίεφσκι (όπως και δεκάδες χιλιάδες άλλοι Σκοπιανοί συμπατριώτες του), σχετικά πρόσφατα, ζήτησαν και έλαβαν την βουλγαρική υπηκοότητα. Ο Γκεοργκίεφσκι μάλιστα, με δηλώσεις του στον σκοπιανό και στον βουλγαρικό Τύπο, εξεδήλωσε την πρόθεσή του να διορισθεί πρέσβυς της Βουλγαρίας στα Σκόπια, ασφαλώς μοναδική περίπτωση στα παγκόσμια χρονικά.
 
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ο ελληνομαθής Βούλγαρος ποιητής, πολιτικός και πατριώτης (πήρε μέρος σε πολλές μάχες εναντίον των Τούρκων) Πέτκο Σλαβέϊκωφ (1827-1895), υπήρξε δεδηλωμένος εχθρός του «Μακεδονισμού», με θεωρητική τεκμηρίωση και επιχειρηματολογία, που αποτυπώθηκαν κυρίως στο περίφημο άρθρο του, με τίτλο "Македонският въпрос" («Το Μακεδονικό Ζήτημα»), το οποίο δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο του 1871 στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», που εξέδιδε (1866-1872) ο ίδιος στην Κωνσταντινούπολη [18], πριν υπάρξει η επίσημη στροφή της Βουλγαρίας προς τον «Μακεδονισμό», στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω.
Είναι πάντως άξια θαυμασμού η μεθοδικότητα και η ευφυής επιλογή των στόχων της σκοπιανής προπαγανδιστικής μηχανής. Ξεκίνησαν από το γλωσσικό και βαθμιαία προχώρησαν σε πιο συγκεκριμένα ζητήματα με αποκορύφωμα την δημιουργία «κόμματος» την δεκαετία του 1980. Θυμάμαι πολύ καλά ότι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960 όταν με ρωτούσαν αν γνωρίζω το ιδίωμα, η ερώτηση γινόταν με την μορφή: «Ζνάεις μπουγκάρτσκι;» δηλ. «Ξέρεις βουλγάρικα;», όντας σχεδόν αυτονόητο ότι αυτό το ιδίωμα ήταν ένα είδος βουλγαρικών. Εάν η συζήτηση γινόταν στα ελληνικά το ερώτημα είχε την μορφή «Ξέρεις εντόπικα/ντόπια;». Προς τα τέλη όμως της ίδιας δεκαετίας και ιδίως από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 το ερώτημα είχε διαφοροποιηθεί πλήρως και είχε πλέον την μορφή «Ζνάεις μακεντόνσκι;» ή «Ξέρεις μακεδονικά;».
Διαπιστώνουμε λοιπόν το πόσο εύκολα υιοθετήθηκε η «μακεδονική» γλωσσική ταυτότητα σε αντίθεση με την βεβαρημένη βουλγαρική. Εξ ίσου αριστοτεχνική ήταν και η σκόπιμη σύγχυση που καλλιεργήθηκε μεταξύ εθνολογικής και γεωγραφικής καταγωγής. Έγινε λοιπόν της «μόδας» να δηλώνει κάποιος «Μακεδόνας» αόριστα, που για τους φιλοσκοπιανούς εξυπονοούσε άλλη εθνική ταυτότητα από την ελληνική και που ήταν εύκολο, όταν τα πράγματα σοβάρευαν, να δοθεί η ερμηνεία: «Εννοούσα ότι δεν είμαι Θρακιώτης ή Κρητικός». Σήμερα βέβαια δεν υπάρχει ανάγκη τέτοιων δικαιολογιών. Χάρη στα διάφορα «παρατηρητήρια» και «Συμβούλια της Ευρώπης» αν κάποιος δίγλωσσος δηλώσει Έλληνας, σε συγκεκριμένα χωριά, πάντα θα βρεθεί κάποιος να τον ειρωνευτεί μεταξύ σοβαρού και αστείου ως «γκρεκομάν» (=ελληνομανή).
Βεβαίως, όλα αυτά αγνοούνται ή ακόμα χειρότερα, παραποιούνται μονίμως από συγκεκριμένους κύκλους εθνομηδενιστών, εξέχον μέλος των οποίων είναι και ο γνωστός Τάσος Κωστόπουλος, συνεργάτης της εφηµερίδας «Ελευθεροτυπία» και του «Ιού της Κυριακής», ο οποίος δεν δίστασε να συγγράψει σχετικό βιβλίο με τον πομπώδη τίτλο: «Η απαγορευµένη γλώσσα: Κρατική καταστολή των σλαβικών διαλέκτων στην ελληνική Μακεδονία» (Αθήνα, 2000), που έσπευσε να προβάλει με επαινετική κριτική (δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Kαθηµερινή» στις 17/10/2000 με τίτλο «H γλωσσική πολιτική αφοµοίωσης των σλαβόφωνων»), ο επίσης γνωστός και μη εξαιρετέος κ. Σπύρος A. Μοσχονάς, γλωσσολόγος του Πανεπιστημίου Αθηνών!
Κλείνοντας, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε και να τονίσουμε για μια ακόμα φορά ότι το ιδίωμα των Ελλήνων γηγενών της Μακεδονίας δεν έχει καμία σχέση με την επίσημη, δήθεν «μακεδονική» γλώσσα (που κατασκευάστηκε από επιτροπή φιλολόγων, λογίων, συγγραφέων κ.λπ. με βάση την διάλεκτο της περιοχής Μοναστηρίου-Περλεπέ–Βελεσών και επιβλήθηκε με Νόμο στις 3 Μαΐου του 1945) του Σκοπιανού κράτους και η οποία εκσερβίστηκε συστηματικά, ώστε να αλλοιωθούν τα βουλγαρικά χαρακτηριστικά της. Το πρώτο υπήρξε μια βοηθητική γλώσσα που ξεκίνησε ως πίτζιν και εξελίχθηκε σε Κρεολή, ενώ η δεύτερη είναι «μια διάλεκτος εξοπλισμένη με στρατό και ναυτικό», όπως προαναφέραμε, και η οποία εξελίσσεται σε μια πλήρη γλώσσα με την στήριξη όλων των μηχανισμών του κράτους των Σκοπίων[19].
 

Αναμνηστική φωτογραφία της πρώτης Επιτροπής, η οποία κατασκεύασε το «μακεδονικό» αλφάβητο μεταξύ 27ης Νοεμβρίου και 4ης Δεκεμβρίου του 1944. Από αριστερά προς τα δεξιά: Vasil Iljoski, Hristo Zografov, Krum Toshev, Dare Djambaz, Venko Markovski, Mirko Pavlovski, Mihail Petrushevski, Hristo Prodanov, Georgi Kiselinov, Georgi Shoptraianov, Jovan Kostovski



Το Διάταγμα της 16 Μαΐου 1945 με το οποίο καθορίζεται το αλφάβητο της σκοπιανής γλώσσας. Υπογράφει ο περιβόητος Λάζαρος Κολισέφσκι. Είναι γραμμένο στην βουλγαρική διάλεκτο της περιοχής και στην βουλγαρική και όχι σερβική παραλλαγή του κυριλλικού αλφαβήτου.
Αντίστοιχη με τα γλωσσικά ήταν και η πορεία των καταπιεστικών μέτρων «εκμακεδονισμού», που εφαρμόστηκαν στον πληθυσμό της περιοχής επί Τιτοϊκού καθεστώτος. Στο βιβλίο του Hugh Poulton: Who are the Macedonians? (C. Hurst & Co. Publishers, London 2002), αναφέρονται τεκμηριωμένα οι πολυάριθμες ομαδικές δίκες, εκτελέσεις, εκτοπίσεις κ.λπ. εις βάρος των φιλοβουλγαρικών στοιχείων της περιοχής των Σκοπίων, με στόχο να αποκτήσουν «μακεδονική» συνείδηση.
Ανάλογα ήσαν τα μέτρα και εις βάρος του ελληνικού στοιχείου της περιοχής (κυρίως βλαχόφωνοι της Πελαγονίας), το οποίο εξαφανίστηκε ως δια μαγείας από τις επίσημες στατιστικές και αναφορές, υπό την ανοχή και αδιαφορία των ελληνικών κυβερνήσεων της εποχής εκείνης, οι οποίες απέφευγαν συστηματικά να δυσαρεστήσουν τον ηγέτη της Γιουγκοσλαβίας και προστατευόμενο των Αμερικάνων, «Στρατάρχη» Τίτο.
Στο σημείο αυτό αξίζει να υπενθυμίσουμε την ομολογία του τέως Προέδρου των Σκοπίων Κίρο Γκλιγκόρωφ στην τσεχική εφημερίδα Cesky Denik (10 Ιουνίου του 1993) για μειονότητα 100.000 Ελλήνων στην περιοχή των Σκοπίων [20].
Σήμερα, το ιλαροτραγικό στοιχείο της υπόθεσης, αλλά εξ ίσου επικίνδυνο (λόγω της ανάμειξης του αμερικανικού παράγοντα), συνιστούν οι αιτιάσεις κάποιων φερεφώνων των Σκοπίων, οι οποίοι θρασύτατα απαιτούν να ανοίξουν σχολεία για να διδάσκεται η Σκοπιανή γλώσσα στα παιδιά κάποιας δήθεν «μακεδονικής εθνότητας», που αποτελεί μια καταπιεζόμενη μειονότητα στην Ελλάδα! Το ανησυχητικό στην περίπτωση αυτήν είναι ότι οι πολιτικοί των Αθηνών, ανοίγουν αλληλογραφία για το θέμα αυτό με τον ελληνικής καταγωγής Σκοπιανό πρωθυπουργό Γκρουέφσκι, αντί να απαιτήσουν «εδώ και τώρα» την διεξαγωγή διεθνούς έρευνας για την τύχη των Ελλήνων της περιοχής του σημερινού κράτους των Σκοπίων.
Προσωπικά, είμαι περίεργος να διαπιστώσω ποια ακριβώς γλώσσα προτείνουν, οι υποστηρικτές και θιασώτες αυτής της πρότασης, να διδάσκεται στα «μειονοτικά» σχολεία, διότι όσον αφορά το γλωσσικό ιδίωμα που ομιλείται σε ορισμένες περιοχές παραμεθορίων Νομών της Μακεδονίας, ουδείς φαντάζομαι διανοείται να στείλει τα παιδιά του σε ένα τέτοιο σχολείο, για πολλούς και προφανείς λόγους και το όλο θέμα μάλλον αποτελεί ένα κακόγουστο αστείο. Εάν όμως οι Σκοπιανοί εννοούν την διδασκαλία της κατασκευασμένης γλώσσας τους, τότε το θράσος τους ξεπερνάει κάθε όριο. Αναρωτιέμαι, πόσοι άραγε, ακόμα και από τους φανατικότερους σκοπιανολάγνους, θα έστελναν τα παιδιά τους να μάθουν τα πρακτικώς άχρηστα Σκοπιανά (την δήθεν «Μακεδονική» γλώσσα), αντί μιας οποιασδήποτε χρήσιμης δυτικοευρωπαϊκής γλώσσας ή ακόμα και της Ρωσσικής, της Βουλγαρικής, της Σερβικής ή της Τουρκικής;
Ας σταματήσει λοιπόν αυτή η «εκ του πονηρού» συζήτηση περί «μακεδονικής» μειονότητας, που το «κακό» ελληνικό κράτος την καταπιέζει και δεν επιτρέπει στα μέλη της να μιλούν την «γλώσσα» τους. Το γλωσσικό ιδίωμα (και όχι γλώσσα) που ομιλείται σε ελάχιστες πλέον περιοχές της Μακεδονίας, αποτελεί για μας τους γηγενείς μια πολιτιστική κληρονομιά και για κάποιους άλλους Έλληνες ένα αξιοπερίεργο φαινόμενο.
Δυστυχώς, από την στιγμή που το ιδίωμα αυτό ξεπεράστηκε ιστορικά και έχασε την χρησιμότητά του, θα ακολουθήσει την τύχη όλων των αντίστοιχων βοηθητικών γλωσσών. Σε κάποια απομονωμένα χωριά ίσως εξακολουθήσει να μιλιέται για μια ή και δυο γενιές ακόμα, αλλά η κατάσταση δεν είναι αναστρέψιμη. Προσωπικά, λυπάμαι που θα χαθεί ένα πολιτιστικό στοιχείο της περιοχής, όπως λυπάμαι που γκρεμίστηκαν ένα σωρό θαυμάσια οικήματα και στην θέση τους υψώθηκαν κακόγουστες πολυκατοικίες, αλλά προβληματίζομαι συχνά αν μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό. Είναι το τίμημα της εξέλιξης, της κακής εξέλιξης αν θέλετε, αλλά δεν νομίζω ότι υπήρχε εναλλακτική λύση. Το ίδιο συμβαίνει και με τα βλάχικα, τα αρβανίτικα, τα τσακώνικα και σε μικρότερο βαθμό με τα ποντιακά. Η ζωή όμως συνεχίζεται…
Δ.Ε.Ε.
Έδεσσα, Αύγουστος 2010

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Ausbausprache = «Aναβαθμισμένη γλώσσα» ή «Επίσημη γλώσσα». Είναι η γλώσσα, η οποία χρησιμοποιείται επίσημα στην κρατική γραφειοκρατία, στα ΜΜΕ κ.λπ. και διδάσκεται στα Σχολεία. Οι τυχόν άλλες ποικιλίες αυτής της γλώσσας, διάλεκτοι ή ιδιώματα (ντοπιολαλιές) χρησιμοποιούνται στην καθημερινή ομιλία «ανεπίσημα» σε τοπικό επίπεδο, όπως π.χ. στην Ελλάδα, τα ποντιακά, η κρητική διάλεκτος κ.λπ.
Abstandsprache = «Απομακρυσμένη γλώσσα», ονομάζεται μια γλωσσική ποικιλία, σε σχέση με μια άλλη, όταν οι δύο αυτές γλώσσες είναι τόσο διαφορετικές ώστε είναι αδύνατον η μία να θεωρηθεί διάλεκτος της άλλης: π.χ. η επίσημη Ισπανική (Καστιλιάνικη) είναι σε σχέση με την Βασκική γλώσσα «Απομακρυσμένη γλώσσα», όπως προφανώς και η Βασκική σε σχέση με την Ισπανική. Το σλαβογενές ιδίωμα των περιοχών της Κεντρικο-Δυτικής Μακεδονίας σε σχέση με τα Ελληνικά θεωρείται Abstandsprache, παρ’ όλο που δύσκολα μπορεί να καταγραφεί ως πλήρης γλώσσα.
Dachsprache = «Γλώσσα–σκεπή» κυριολεκτικά ή «γλώσσα–ομπρέλα». Είναι η γλώσσα εκείνη, που μέσα σε ένα «γλωσσικό συνεχές», χρησιμεύει ως βασική γλώσσα, ένα είδος Ausbausprache, επίσημης γλώσσας. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί η λεγόμενη «σύγχρονη επίσημη Αραβική» (Modern Standard Arabic), σε σχέση με τις διάφορες αραβικές διαλέκτους που ομιλούνται στον Αραβικό κόσμο, παρ’ όλο που κάποιες από αυτές τις διαλέκτους είναι τόσο διαφορετικές, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν Abstandspache, όπως π.χ. η καθομιλούμενη Αραβική στην Αίγυπτο σε σχέση με την «σύγχρονη επίσημη Αραβική» ή «λογία Αραβική».

(2) Η Λίγκουα Φράγκα προέκυψε στα λιμάνια της ανατολικής Μεσογείου ως γλώσσα συναλλαγών μεταξύ εμπόρων και εμπορευομένων και ήταν ένα μίγμα Γαλλικών, Ιταλικών, Ισπανικών, Ελληνικών, Αραβικών και Tουρκικών λέξεων, με υποτυπώδη γραμματική και συντακτικό. Αργότερα ο όρος χρησιμοποιήθηκε για να υποδηλώσει μια πλήρη γλώσσα, την οποία χρησιμοποιούσαν διαφορετικοί γλωσσικά πληθυσμοί για εμπορικούς, διπλωματικούς κ.λπ. λόγους. Η Ελληνική γλώσσα ήταν η Λίγκουα Φράγκα της Μέσης Ανατολής και της Ν.Α. Ευρώπης στην διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων, αλλά και του Βυζαντίου, ενώ αντίστοιχα, η Λατινική, της Δυτικής Ευρώπης. Η Γαλλική ήταν μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Λίγκουα Φράγκα της Διπλωματίας, για να εκτοπιστεί από την Αγγλική στην συνέχεια, η οποία έγινε σήμερα Λίγκουα Φράγκα σε πολλούς τομείς παγκοσμίως.

(3) Βλ. Λίνου Πολίτη: «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» Μ.Ι.Ε.Τ. Αθήνα 1980 – Εισαγωγή, σελ. 17 όπου αναφερόμενος στην χρήση λατινικών χαρακτήρων για την καταγραφή της ελληνικής γλώσσας επισημαίνει ότι: «…το σύστημα χρησιμοποιήθηκε και από την Παπική προπαγάνδα για τους Έλληνες Καθολικούς των νησιών (φραγκοχιώτικα)…».

(4) Η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση Κρεολής γλώσσας (Κρεολοί ονομάζονται οι μιγάδες απόγονοι Γάλλων και αφρικανών δούλων στις Γαλλικές αποικίες του Νέου Κόσμου. Η γλώσσα τους ήταν ένα μίγμα Γαλλικής και αφρικανικών διαλέκτων) είναι η Τοκ Πίσιν (Tok Pisin), η οποία ξεκίνησε τον 19ο αιώνα ως ιδίωμα pidgin στην Παπούα–Νέα Γουϊνέα με βάση την Αγγλική και ανάμειξη ιθαγενών λέξεων (και σε μικρότερη έκταση Γερμανικών και Πορτογαλικών). Χρησιμοποιήθηκε ως Λίγκουα Φράγκα στο νησί και κατέληξε να γίνει η μητρική γλώσσα των ιθαγενών, εξελισσόμενη πλέον σε μια σύγχρονη και πλήρη γλώσσα, με την βοήθεια και την επίσημη κρατική στήριξη των κυβερνήσεων της Παπούα-Νέας Γουϊνέας. Η ονομασία Τοκ Πίσιν προέκυψε από την έκφραση tok pisin (talk pidgin) = ομιλώ πίτζιν, στο ιδίωμα αυτό. Υπενθυμίζω σχετικά, ότι οι φυλές των Παπούα, περίπου 8,5 εκατομ. σήμερα, στο τεράστιο αυτό νησί (με έκταση πάνω από 885.000 τετρ. χλμ. δηλ. υπερεξαπλάσια της Ελλάδος) στα βόρεια της Αυστραλίας, ομιλούν περίπου 750 διαφορετικές γλώσσες/διαλέκτους. Ορισμένες από τις φυλές τους υπήρξαν στο παρελθόν διαβόητοι καννίβαλοι. Το νησί είναι χωρισμένο στην μέση και το μεν ανατολικό τμήμα αποτελεί το ανεξάρτητο (από το 1975) κράτος της Παπούα-Νέας Γουϊνέας, ενώ το δυτικό τμήμα αποτελεί επαρχία της Ινδονησίας.

(5) Αξίζει να σημειωθεί ότι στα Βουλγάρικα ο Δήμαρχος μιας πόλης λέγεται кмет (κμετ), στα Σερβοκροατικά Γκραντονάτσαλνικ (=αρχηγός, επικεφαλής της πόλης) και στα Σκοπιανά, με μετάθεση του τόνου, Γκραντονατσάλνικ. Και οι δύο λέξεις είναι παντελώς άγνωστες στο τοπικό ιδίωμα του βορειοελλαδικού χώρου. Επί τουρκοκρατίας, σύμφωνα με πληροφορίες, χρησιμοποιούσαν την τουρκική λέξη μπέη (bey = κυβερνήτης, άρχοντας), μπέης ή μουχτάρης (τουρκ. muhtar = επικεφαλής).

(6) Βλ. σχετικά: «Σλαβικές εγκαταστάσεις στη μεσαιωνική Ελλάδα» της σειράς "Όψεις της Βυζαντινής Κοινωνίας - No 8", του Ιδρύματος Γουλανδρή-Χόρν (1993, επανέκδ. 2000), της Καθηγήτριας της Ιστορίας των Λαών της Χερσονήσου του Αίμου στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (1975-1996), Μαρίας Νυσταζοπούλου - Πελεκίδου.

(7) Η δημιουργία του ιδιώματος την συγκεκριμένη αυτή περίοδο δεν είναι συμπτωματική και ερμηνεύεται εύκολα αν αναλογισθούμε τις ιστορικές και πολιτικές συγκυρίες της εποχής. Η Οθωμανική αυτοκρατορία, μετά την ήττα της κατά την Β΄ πολιορκία της Βιέννης (1683) και τις επακολουθείσασες Συνθήκες του Κάρλοβιτς (Carlowitz, σημερινό Sremski Karlovci κοντά στο Βελιγράδι) το 1699 και Πασσάροβιτς (Γερμαν. Passarowitz, σημερινό Požarevac της Σερβίας) το 1718, θα εισέλθει αμετάκλητα σε τροχιά παρακμής και εσωτερικής κατάρρευσης, με αποτέλεσμα η στυγνή καταπίεση και η τρομοκράτηση των χριστιανικών πληθυσμών να χαλαρώσουν.
Η χαριστική βολή στο κύρος της δόθηκε με την Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) με την οποία η Ρωσσική Αυτοκρατορία απέκτησε το δικαίωμα να προστατεύει τους Χριστιανικούς πληθυσμούς σε όλη την έκταση της Οθωμανικής επικράτειας. Προϊόν αυτής της νέας κατάστασης ήταν η έναρξη επικοινωνίας μεταξύ των πληθυσμών, το εμπόριο, επαφές και κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των κατοίκων διαφορετικών περιοχών κ.λπ. Τότε ακριβώς, στον ευρύτερο χώρο της Μακεδονίας, υπήρξε έντονη η ανάγκη ενός κοινά κατανοητού γλωσσικού οργάνου που θα διευκόλυνε όλα τα παραπάνω. Το σλαβογενές pidgin εξυπηρέτησε θαυμάσια αυτό τον σκοπό.

(8) Το περίφημο «Τετράγλωσσον Λεξικόν» του Δανιήλ Μοσχοπολίτη στην «Ρωμαϊκή» (=δημοτική Ελληνική), Βλαχική, Βουλγαρική, και Αλβανική όπου η «Βουλγαρική» αντιπροσωπεύεται από το σλαβικό ιδίωμα της Αχρίδος, κατ’ άλλους μεν μία δυτικοβουλγαρική διάλεκτο, κατ’ άλλους δε (Σκοπιανούς) μια πρώτη μορφή της «σλαβομακεδονικής». Αυτό ακριβώς το ιδίωμα ήταν που χρησιμοποιήθηκε ως γλωσσικό υπόστρωμα για την διαμόρφωση του μακεδονικού pidgin. Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο πλήρης τίτλος του Λεξικού ήταν: “Εισαγωγική Διδασκαλία περιέχουσα Λεξικόν Τετράγλωσσον των τεσσάρων κοινών διαλέκτων, ήτοι της απλής Ρωμαϊκής, της εν Μοισία Βλαχικής, της Βουλγαρικής και της Αλβανιτικής (sic)”, όπου διαπιστώνουμε ότι το σλαβικό ιδίωμα της περιοχής αντιμετωπίζεται ως διάλεκτος της Βουλγαρικής και όχι βέβαια κάποιας άγνωστης «Μακεδονικής». Το έργο γράφτηκε και ίσως εκδόθηκε αρχικά στην φημισμένη Μοσχόπολη, στην σημερινή Αλβανία, πιθανόν το 1764 ή λίγο αργότερα, ως «Εισαγωγική Διδασκαλία» — της νεοελληνικής — και ακολούθησε η επανέκδοσή του με τριπλάσια ύλη στην Βιέννη ή σύμφωνα με άλλες πηγές στην Βενετία, στην οποία προστέθηκε το εν λόγω Λεξικό και το συνολικό έργο επανεκδόθηκε το 1802, πιθανότατα στην Κωνσταντινούπολη. Βλ. σχετικά Τρύφων Ε. Ευαγγελίδης: Η παιδεία επί Τουρκοκρατίας – Ελληνικά σχολεία από της Αλώσεως μέχρι Καποδιστρίου, τ. Β΄, Αθήναι 1936 σελ. 341-342.
 
(9) Η σύγχρονη Βουλγαρική γλώσσα διακρίνεται διαλεκτολογικά σε δύο, κατά βάση, μεγάλες ομάδες διαλέκτων, τις Ανατολικές και τις Δυτικές, αλλά υπάρχει και μια μικρή Ομάδα ιδιωμάτων, η Βορειοανατολική. Ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία διάκρισης μεταξύ των Βουλγαρικών διαλέκτων είναι η προφορά ενός συγκεκριμένου φωνήεντος, το οποίο είναι γνωστό ως «πριμενλίβο Я (μεταβλητό για)» και το οποίο προέρχεται από την εξέλιξη ενός αρχαιοβουλγαρικού φθόγγου. Ο φθόγγος αυτός, στο παλιό κυριλλικό αλφάβητο αποτυπωνόταν με το γράμμα Ѣ, το γιατ (ЯТЬ), όπως ονομαζόταν στην αρχαία βουλγαρική ή ε-τβόϊνο (Е-ДВОЙНО δηλ. διπλό ε), στην νεοβουλγαρική και καταργήθηκε με την μεταρρύθμιση του 1945. Στις Δυτικές βουλγαρικές διαλέκτους, το «μεταβλητό για» προφέρεται πάντοτε ως ε (το ελληνικό έψιλον), π.χ. БЕЛ (μπελ = λευκός, άσπρος – ενικός αριθμός) – БЕЛИ (μπέλι = λευκοί, άσπροι – πληθ. αριθμός), ενώ στις Ανατολικές ως για (БЯЛ – БЯЛИ, μπιαλ – μπιάλι). Στα Βορειοανατολικά ιδιώματα, τέλος, το «μεταβλητό για» προφέρεται σύμφωνα με τους κανόνες της λογίας βουλγαρικής γλώσσας, δηλαδή μεταβάλλεται ανάλογα με τις μορφολογικές αλλαγές της λέξης (БЯЛ – БЕЛИ, μπιαλ – μπέλι). Έτσι π.χ. την λέξη ХЛЯБ (χλιάμπ = ψωμί), στην ανατολική μεν Βουλγαρία προφέρουν «χλιάμπ», ενώ στην δυτική «χλέμπ» και στο τοπικό ιδίωμα της Μακεδονίας «λεπ».

(10) Βλ. σχετικά την ανεκτίμητη καταγραφή, που περιλαμβάνεται στην εργασία του αείμνηστου Εδεσσαίου διδάσκαλου Γεωργίου Δ. Γεωργιάδη, με τίτλο: «Το μιξόγλωσσον εν Μακεδονία ιδίωμα» – Έδεσσα, 1948.

(11) Βλ. Γλωσσικές παραχαράξεις : Η «Μακεδονική» των Σκοπίων και τα περί σλαβομακεδονικής μειονότητας του Καθηγητή Γεωργίου Μπαμπινιώτη εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ 3 Αυγ 2008 σελ. Β16

(12) Για παράδειγμα, οι τρεις συζυγίες του ρήματος (στην επίσημη βουλγαρική γλώσσα), συγχωνεύθηκαν σε μία, χάθηκαν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της βουλγαρικής (π.χ. ο αριθμητικός τύπος-μπρόϊνα φόρμα), επήλθαν φωνητικές απλοποιήσεις κ.λπ.

(13) Βλ. για παράδειγμα σχετικές αναφορές στο κλασσικό έργο του ανθρωπολόγου Άρη Ν. Πουλιανού: «Η προέλευση των Ελλήνων» Αθήνα 1968. Στην εθνογενετική αυτή έρευνα ο Άρης Πουλιανός τονίζει ότι «…πολλοί Βλάχοι του Μπούφι και της Κεντρικής Μακεδονίας, που τώρα τελευταία άρχισαν να μιλάνε σλάβικα ή που η διάλεκτός τους έχει επηρεαστεί από τη σλάβικη, όπως σε μερικά χωριά του Καϊμακτσαλάν, παραδέχονται ότι οι πρόγονοί τους σε παλιότερες εποχές μιλούσαν μόνο βλάχικα…».

(14) Αυτά τα τραγούδια που κυκλοφορούν σήμερα είναι κατά 90% σκοπιανά μεταπολεμικά κατασκευάσματα και τα οποία «λανσάρονται» ως Makedonski narodni pesni, δηλ. ως «Μακεδονικά» δημοτικά (σε ακριβή μετάφραση «λαϊκά») τραγούδια. Οφείλω να σημειώσω ότι προ ετών, Έλληνες πανεπιστημιακοί «ερευνητές», αγνοώντας σχεδόν τα πάντα για την προϊστορία του προβλήματος, ηχογράφησαν κάποια από αυτά, πιστεύοντας ότι συλλέγουν σπάνιο λαογραφικό υλικό! Όσο για τα πολύ της μόδας τελευταίως «χάλκινα», είναι μια άλλη ενδιαφέρουσα ιστορία, που αξίζει να ασχοληθούν κάποιοι ειδικότεροι από εμένα, για την προέλευσή τους και την διάδοσή τους στον χώρο της δυτικής και κεντρικής Μακεδονίας.

(15) Βλ. λεπτομέρειες στην προαναφερθείσα εργασία «Το μιξόγλωσσον…» ό.π. σελ. 12-16.

(16) Η σύγχρονη βουλγαρική ιστοριογραφία αντιμετωπίζει όσους "Μακεδόνες Σλάβους" έθεσαν το ζήτημα της χωριστής (από την βουλγαρική και σερβική) "σλαβικής μακεδονικής" εθνότητας, ως "όργανα του Μακεδονισμού της σερβικής εθνικής προπαγάνδας". Υποστηρίζει μάλιστα ότι η σερβική προπαγάνδα υιοθέτησε ως τακτική κατά την περίοδο 1870-1890 τον Μακεδονισμό για να καλλιεργήσει στους Βουλγάρους της Μακεδονίας την διάθεση απόσχισης από τον βουλγαρικό εθνικό κορμό και κυρίως να τους απομακρύνει από την βουλγαρική γλώσσα, εκκλησία και εκπαίδευση [Υπενθυμίζουμε ότι στις 28 Φεβρουαρίου 1870 ο Σουλτάνος αναγνώρισε με επίσημο φιρμάνι (τουρκ. ferman = Αυτοκρατορικό Διάταγμα) ως ανεξάρτητη την βουλγαρική Εξαρχία από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το οποίο αντιδρώντας, κήρυξε το 1872 την αυτοκέφαλη πλέον βουλγαρική εκκλησία ως σχισματική). Οι Βούλγαροι ιστορικοί θεωρούν ότι ο Μακεδονισμός υπήρξε δημιούργημα σερβικών επιστημονικών κύκλων και ιδίως του Σέρβου πολιτικού, αλλά και διακεκριμένου λογίου, με ιστορικά και φιλολογικά ενδιαφέροντα, του Στόγιαν Νοβάκοβιτς (Stojan Novaković, 1842-1915), ο οποίος διετέλεσε δύο φορές Πρωθυπουργός του Βασιλείου της Σερβίας. Επισημαίνουν ακόμα ότι η επινόηση της ιδέας του "μακεδονικού έθνους" και η καλλιέργειά της στον σλαβικό πληθυσμό της Μακεδονίας είχε ως σκοπό να εξυπηρετήσει τα σχέδια της "μεγαλοσερβικής" πολιτικής για διείσδυση στον νότο και έξοδο στο Αιγαίο, αφού θα οδηγούσε στην απομάκρυνση της βουλγαρικής επιρροής από τους Σλάβους της Μακεδονίας και στην απόσχισή τους από τον βουλγαρικό εθνικό κορμό.

(17) Βλ. σχετική αναφορά στην μονογραφία (δυστυχώς εξαντλημένη στα ελληνικά): “Anthony-Emil N. Tachiaos: The Bulgarian National Awakening and its Spread into Macedonia” Society for Macedonian Studies, Thessaloniki 1990, p. 38, όπου γενικότερα καταγράφονται εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία για την περίπτωση των αδελφών Μιλαντίνωφ στις σελ. 27-39.

(18) Ο Σλαβέϊκωφ είχε διαγνώσει τον κίνδυνο η γλωσσική διένεξη, από την επίδραση εξωτερικών παραγόντων, να εξελιχθεί σε μια γενικότερη αντιπαράθεση ενός σλαβομακεδονισμού με τη βουλγαρική εθνική ιδέα. Αναμφισβήτητα γνώριζε τις τάσεις της σερβικής πολιτικής μετά το 1868, καθώς σερβικά βιβλία άρχισαν να διοχετεύονται στη Μακεδονία. Χαρακτήριζε τον σλαβομακεδονισμό ως ανερμάτιστο και ανιστόρητο:
[…Έχουμε ακούσει πολλές φορές από τους Μακεδονιστές ότι δεν είναι Βούλγαροι, αλλά Μακεδόνες, απόγονοι των Αρχαίων Μακεδόνων, και εμείς πάντοτε περιμένουμε να ακούσουμε κάποιες αποδείξεις γι’ αυτό, αλλά ποτέ δεν τις ακούσαμε. Οι Μακεδονιστές ποτέ δεν μας επέδειξαν τις βάσεις για την στάση τους. Επιμένουν στην Μακεδονική καταγωγή τους, την οποία δεν μπορούν να αποδείξουν με κάποιον ικανοποιητικό τρόπο. Έχουμε διαβάσει στην Ιστορία ότι στην Μακεδονία υπήρχε ένα μικρό έθνος – οι Μακεδόνες, αλλά πουθενά δεν βρίσκουμε σ’ αυτήν τι ήσαν αυτοί οι Μακεδόνες, ούτε από ποιο φύλο κατάγονταν και οι λίγες μακεδονικές λέξεις, που διασώθηκαν από κάποιους (αρχαίους) Έλληνες συγγραφείς, απορρίπτουν αυτήν την πιθανότητα. Επί πλέον, μετά την υποταγή της Μακεδονίας στους Ρωμαίους, δεν υπάρχει πια ανάμνηση αυτών των Μακεδόνων. Μπορούμε να βρούμε στις περιοχές τους όλα τα είδη των άλλων εθνών, εκτός από Μακεδόνες, που μόνον αυτούς δεν βρίσκουμε…].
Петко Славейков “Македония” 18.Ι.1871
(Πέτκο Σλαβέϊκωφ, εφημ. «Μακεδονία» 18.Ι.1871)
Αξίζει να παρουσιάσουμε στο σημείο αυτό την ανακεφαλαίωση από τον Σλαβέϊκωφ των επιχειρημάτων των «Μακεδονιστών», τα οποία χρησιμοποιούσαν για την διάκριση «Μακεδόνων» και Βουλγάρων [βλ. σχετικά στο συλλογικό έργο: “The new Macedonian Question” σελ. 57 – James Pettifer (edit.), “Palgrave” 2001]:
α. Απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων
β. Καθαρόαιμοι Σλάβοι σε αντίθεση με τους ταταρικής καταγωγής Βούλγαρους
γ. Οι «μακεδονικές» διάλεκτοι διαφέρουν από εκείνες της «Άνω Βουλγαρίας»
δ. Οι «Μακεδόνες» είναι δυσαρεστημένοι από την κυριαρχία των «Ανωβουλγάρων» (sic) και της γλώσσας τους
ε. Επιθυμούν να αναβαθμίσουν την «τοπική μακεδονική διάλεκτο» σε φιλολογική (καλλιεργημένη) γλώσσα
στ. Επιθυμούν να αποχωριστούν εκκλησιαστικά από την Βουλγαρική Εξαρχία και να παλινορθώσουν την Αρχιεπισκοπή Αχρίδος σε ξεχωριστή «μακεδονική» Εκκλησία.
Παρατηρούμε ότι τα «επιχειρήματα» αυτά παραμένουν σχεδόν αναλλοίωτα και τα επικαλούνται σήμερα οι Σκοπιανοί ιθύνοντες. Το αξιοπερίεργο βέβαια με αυτούς τους ισχυρισμούς είναι το πώς μπορεί να συμβιβαστεί η καταγωγή από τους αρχαίους Μακεδόνες με τον ισχυρισμό ότι είναι «καθαρόαιμοι» Σλάβοι. Προφανώς, το έργο αυτό θα αναλάβουν τα ποικίλα «Πανεπιστήμια» και «Ινστιτούτα», που χρηματοδοτεί αφειδώς ο γνωστός «φιλάνθρωπος» Τζώρτζ Σόρος.

[19] Για να μη παραμείνουμε μόνον στο θεωρητικό επίπεδο, πιστεύουμε ότι επιβάλλεται να δοθούν μερικά παραδείγματα:
α. Το βασικό (από άποψη χρηστικότητας) ρήμα ομιλώ, στο βορειοελλαδικό pidgin (τα εντόπια ή εντόπικα) της περιοχής γύρω από την Έδεσσα, είναι λάφαμ. Στα βουλγαρικά είναι govorja (γκοβόρια) και στην κατασκευασμένη γλώσσα των Σκοπίων zboruvam (ζμπορούβαμ). Στα εντόπικα όμως το ρήμα ζμπορούβαμ σημαίνει μουρμουρίζω [βλ. την έκφραση: «Σιο ζμπορούβις μαρί νιβέστα!» (=τι μουρμουρίζεις βρε νύφη!), μια παρατήρηση-επίπληξη που απευθύνει ο πεθερός στην νύφη του, που θυμωμένη από το μάλωμα του πεθερού, του πατριάρχη της οικογένειας και ανώτατης εξουσίας στο σπίτι, πηγαίνει στον νεροχύτη και μονολογεί]. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν τις παρεξηγήσεις που μπορούν να προκύψουν από την συνομιλία μεταξύ ενός Σκοπιανού και ενός δίγλωσσου Μακεδόνα Έλληνα.
β. Στα βουλγαρικά το ρήμα λέγω είναι kazvam (κάζβαμ), στα σκοπιανά kazuvam, με παχύτερο ζ (γι’ αυτό χρησιμοποιούνται διαφορετικά κυριλλικά γράμματα, που αποδίδουν αυτήν την διαφορά, το З οι Βούλγαροι, το Ж οι Σκοπιανοί) και στα εντόπικα καζιούβαμ. Η τυποποιημένη έκφραση «ονομάζομαι (π.χ.) Χρήστος» στα βουλγαρικά είναι se kazvam Kristo, αλλά στα σκοπιανά είναι se vikam Kristo, η οποία στα βουλγαρικά σημαίνει κατά λέξη «με φωνάζουν Χρήστο». Η ίδια έκφραση χρησιμοποιείται και στα εντόπικα, όπου όμως το ρήμα βίκαμ, έχει και την έννοια του «ουρλιάζω» [πρβ. την έκφραση «σιό τσίκας, βίκας» (=τι τσιρίζεις και ουρλιάζεις), που χρησιμοποιείται επιτιμητικά σε κάποιον που κάνει φασαρία για κάτι το ασήμαντο].
γ. Στα εντόπικα το ευχαριστώ είναι «σπολάτι/σπουλάϊτι», από παραφθορά του «εις πολλά τα έτη». Στα βουλγαρικά είναι благодаря (μπλαγκονταριά) και στα σκοπιανά благодари (μπλαγκοντάρι). Το επίρρημα/επίθετο καλά/καλό στα εντόπικα είναι «άρνου/άρνο», ενώ στα βουλγαρικά добре/ добър (ντομπρέ/ντόμπ'ρ) και στα σκοπιανά добро/ добар (ντόμπρο/ντόμπαρ).
δ. Το ποντίκι στα εντόπικα είναι μις (με παχύ σ), στα βουλγαρικά miska (μίσκα, ομοίως με παχύ σ) και στα σκοπιανά glusets (γκλούσετς)! Καμία σχέση!
ε. Η φράουλα (ή το φράουλο, όπως λέγεται σε κάποιες περιοχές του ελλαδικού χώρου), στα σέρβικα, βουλγάρικα και στα σκοπιανά (αλλά και στις περισσότερες σλαβικές γλώσσες) ονομάζεται jagoda (γιάγκοντα). Στα εντόπικα της περιοχής γύρω από την Έδεσσα λέγεται πλανούσκα, πλαϊνούσκα, αλλά υπάρχει και η παραλλαγή πλανούτκα (χωρ. Καρυδιά), σχετιζόμενο προφανώς με την λέξη πλανίνα=βουνό, αναφερόμενη μάλλον στις αγριοφράουλες.
στ. Οι καρποί της κερασιάς, που καλλιεργείται ευρύτατα στην περιοχή του ορεινού όγκου βορείως της Έδεσσας, τα κεράσια, ονομάζονται τσιρέσι, τσιαρέσι, αλλά και στρέσι, ενώ στα βουλγαρικά είναι черéша, -и (πληθ. τσερέσι, με παχύ τσ και σ) και στα σκοπιανά Цреши (τσρέσι, μόνο το σ παχύ).
ε. Κλείνω με ένα ακόμα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Τα λουκάνικα στην βουλγαρικά λέγονται kolbasi (κολμπάσι), στα σκοπιανά mala salama, suzuk [κατά λέξη «μικρό σαλάμι» (!) και σουτζούκι] και στα εντόπικα κολμπάσι. Στην περιοχή της Άρνισσας όμως λέγονται λουκάνσκι (!).

Παρατηρούμε με λίγα λόγια, όχι μόνον την παραφθορά των αρχικών σλαβικών λέξεων, αλλά και τις διαφορετικές ετυμολογίες, που επαναλαμβάνεται σε πλήθος άλλων περιπτώσεων και που μας επιτρέπει να πάρουμε μια αμυδρή ιδέα για το πως προέκυψε αυτό το ιδίωμα και διαδόθηκε τόσο εύκολα σε αλλόφωνους πληθυσμούς (ελληνόφωνους, βλαχόφωνους, αλβανόφωνους, γύφτους κλπ) της ευρύτερης Μακεδονίας επί Οθωμανών.
Βοηθήματα
Ελληνο-Βουλγαρικό και Βουλγαρο-Ελληνικό Λεξικό Gaberoff, 2004
Βάσκου Καρατζά: Σύγχρονο Ελληνο-Μακεδονικό Λεξικό, 2008
Ιωάννου Θ. Λαμψίδη: Γραμματική της Βουλγαρικής γλώσσας, ΙΜΧΑ 1981

[20][Gligorov]: [...] Στα Βαλκάνια σήμερα ο καθένας συναγωνίζεται τους αριθμούς και το δικό τους έθνος το παρουσιάζουν ως το μεγαλύτερο. Οι Έλληνες δηλώνουν πως ζουν εδώ 250,000 Έλληνες ενώ από τις στατιστικές όμως, είναι μόνον 100,000. Υποτίθεται υπάρχουν μεταξύ 700,000 και 1,000,000 Αλβανών εδώ. Οι Σέρβοι αναφέρουν είναι 250,000 και 300,000, όμως η πρόσφατη απογραφή έδειξε, εν τούτοις, πως ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τις 43,000...
Πηγή: http://history-of-macedonia.com/wordpress/2010/05/18/gligorov-cesky-denik-meionotita-100000-ellines-skopia/
 
 Χάρτης 1
(Σερβική εκδοχή)
 
Χάρτης 2
(Βουλγαρική εκδοχή)
 
 
 

 ΠΗΓΗ :http://ethnologic.blogspot.gr/2011/11/blog-post_22.html

39 σχόλια:

  1. Ο Φυσιογνώστης ανταγωνίζεται επάξια τους Σκοπιανούς στην παραποίηση της Ιστορίας-Γλωσσολογίας.

    Στην Varna της Βουλγαρίας τα κακής ποιότητας σαλάμια χαρακτηρίζονται ως κουτσεσκι σαλάμι αλλα ξέχασα...η λέξη κουτσε προέρχεται από το κύων και είναι Ελληνικό γλωσσικό δάνειο στα Βουλγαρικα (σύμφωνα με τον Τσιούλκα) xaxaxaxaxa

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αχ ρε «γνήσιε», ενώ διαφωνώ μαζί σου σχεδόν σε όλα ... στο κράξιμο του φυσιογνώστη συμφωνούμε. Μα για τον Φυσιογνώστη ούτε στην Βουλγαρία υπάρχει Βουλγαρική γλώσσα ... αλλά ένα «σλαβοφανές πιτζίν ιδίωμα».

    Ο αρχετυπικός Βούλγαρος του Aλέκο Κωνσταντίνωφ Baj Ganjo Balkanski δεν μιλάει Βουλγαρικά κατά την θεωρία Τσιούλκα-Φυσιογνώστη, αλλά «σλαβοφανές πιτζίν» ...

    http://en.wikipedia.org/wiki/Bay_Ganyo

    http://www.youtube.com/watch?v=JMS1Z-zsHKc

    Όταν προσπαθεί να δείξει στις Τσέχες που τον φιλοξενούν πως μαγειρεύεται το ψάρι στο [00:54:24]

    χρησιμοποιεί τις λέξεις:

    pras - πράσο

    cerven piper - κόκκινο πιπέρι

    lemonci - λεμόνια

    cuška - καυτερή πιπεριά (ενδεχομένως εκ του ελληνικού «τσούζω»)

    aide na furnata - άιντε στο φούρνο (λατινικό furnus)

    ---

    Άρα ο φυσιογνώστης μας εάν πιστεύει πραγματικά στην «θεωρία του» (γκου χου γκού χου εδώ) πρέπει να βγει στην βουλγαρική τηλεόραση και να πει τους Βούλγαρους της Βουλγαρίας ότι δεν μιλάνε Βουλγαρική γλώσσα ... αλλά «σλαβοφανές πιτζίν».

    ----

    Αααα και να μην ξεχάσουμε την άλλη μεγάλη ανακάλυψη του Φυσιογνώστη ... τα «ντόπικα» είναι ιδίωμα λέει επειδή δεν λένε Bogo-rodica την Θεο-τόκο αλλά Boguroica.

    Άρα ο φυσιογνώστης πρέπει πλέον να είναι 100% σίγουρος ότι ο Baj Ganjo δεν μιλάει Βουλγαρικά αλλά «πιτζίν σλαβοφανές ιδίωμα» επειδή :

    1) Στο [01:11:45] λέει την αδελφή του Jireček gospoica αντί για gospožica «δεσποινίς»:

    http://en.wiktionary.org/wiki/%D0%B3%D0%BE%D1%81%D0%BF%D0%BE%D0%B6%D0%B8%D1%86%D0%B0

    2) Στο [01:29:55] λέει čoek αντί για čovek - «άνθρωπος» όταν λέει «αφήστε τον άνθρωπο να δουλέψει βρε !!!»

    Τελικά τα ίδια σκ... είναι και οι «μακεδονιστές» και οι «ιδιωματιστές».

    ΥΓ: Να σημειωθεί ότι οι φουκαράδες οι «νιζνάμιδες» παραδοσιακά δεν είχαν τέτοια συμπλέγματα κατωτερότητας για τη βουλγαρική τους γλώσσα ... η αρχαιοπληξία και η σλαβοφοβία άλλων τους τα φόρτωσε στη πλάτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. [συνέχεια]

    6) Ο εκ Štip σλάβος «Κέστα Στυπιώτης» (Česta από το Štip, čest = τιμή , Čestislav ~ Τιμοκλῆς) έφτασε να είναι Μέγας Δομεστικός των Σχολών (το ανώτερο στρατιωτικό αξίωμα στο Βυζάντιο) το 883 μ.Χ. ... να υποθέσουμε λοιπόν ότι τα ελληνικά τα έπαιζε στα δάκτυλα.

    http://en.wikipedia.org/wiki/Domestikos_ton_scholon#List_of_known_holders

    7) Ο Βούλγαρος αυτοκράτορας Συμεών που σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη ήξερε να διαβάζει κείμενα στα αρχαιο-ελληνικά ή όπως λέει ο Liutprand «έμαθε τους συλλογισμούς του Αριστοτέλη και τη ρητορική του Δημοσθένη»:

    http://www.google.it/search?tbm=bks&hl=it&q=Symeon+hemi-argos+Demosthenes+Aristotle&btnG=#hl=it&tbm=bks&sclient=psy-ab&q=Symeon+hemi-argos+rhetoric+Demosthenes+syllogisms+Aristotle&oq=Symeon+hemi-argos+rhetoric+Demosthenes+syllogisms+Aristotle&gs_l=serp.3...6771.12753.0.13113.20.20.0.0.0.17.1814.6987.1j1j7j8j0j1j8-1.19.0...0.0...1c.1.8.psy-ab.L26jX1UvccQ&pbx=1&bav=on.2,or.r_qf.&bvm=bv.44770516,d.ZGU&fp=3f72aad827249103&biw=1440&bih=714

    Βλέπει κανείς καμιά δυσκολία εκμάθησης της ελληνικής από τους Σλάβους; Εγώ μόνο χρυσαυγίτες βλέπω να δυσκολεύονται να μιλήσουν ελληνικά ... ακόμα και οι λαθρομετανάστες καλύτερα ελληνικά μιλάνε από δαύτους.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ακρίτα, νομίζω 1-2 ποστ μου παραμένουν αδημοσίευτα ... τι γίνεται; επιλεκτική δημοσίευση ;


    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ακρίτα, η αλήθεια μερικές φορές πονάει, αλλά τουλάχιστον σου επιτρέπει να χτίσεις πάνω σε στέρεα θεμέλια. Το ψέμα είναι μεν ανώδυνο και ηδύ, αλλά με αυτό χτίζεις παλάτια στην άμμο ... το πρώτο κύμα στα γκρεμίζει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μια επισήμανση: αυτοί που ανάφερες ήταν η ελίτ ενώ η ελληνική γλώσσα ήταν τότε η μία από τις δύο lingua franca της εποχής.
      Σήμερα, είναι η αγγλική, και ο γηγενής αγγλόφωνος δεν τον πολυενδιαφέρει στα 20 του να μάθει ελληνικά. Εκτός εάν είναι κομμάτι τς δουλειάς του και απαιτείται να μάθει.
      Σε ότι αφορά τους Βαλκάνιους, η Ελλάδα ήταν και είναι το κέντρο των Βαλκανίων τα προηγούμενα χρόνια. Σήμερα που καταρεύσαμε και υπάρχουν δουλειές αλλού, ο Έλληνας θα αναγκαστεί να μάθει και άλλες γλώσσες για να επιβιώσει. Μία από αυτές είναι τα Τούρκικα, άλλη είναι τα Ρώσικα, κλπ.

      Διαγραφή
    2. Φυσικά και ο Συμεών ήταν «ελίτ» (μόνο αυτός ήξερε αρχαία ελληνικά).

      Οι απλοί άρχοντες σλαβικών φύλων δεν ήταν τόσο ελίτ. Čelnik σε εκτεταμένες οικογένειες/«ζάντρουγκες» ήταν. Να πω ένα πιο σύγχρονο παράδειγμα. Ο Jovan Cvijić περιγράφει μιία ομάδα Βλάχων ποιμένων που για πολλά χρόνια κινούνταν μεταξύ Θεσσαλίας (χειμαδιό) και όρος Μπαμπούνα στα Σκόπια (θερινό υψιβόσκιο) και λέει ότι ο γέρο «τσέλιγκας» χωρίς να έχει πάει σχολείο ήξερε να μιλάει Βλάχικα, «Σλάβικα» (ξέρουμε γιατί ο Cvijić γράφει αυτόν το όρο), Ελληνικά, Τούρκικα και Αλβανικά χωρίς να έχει πάει ποτέ σχολείο !!!

      Επιστρέφω στην γλωσσομάθεια των Σλάβων.

      Οι Σλάβοι είχαν την ίδια γλωσσική ευμάθεια όπως και οι Ρωμαίοι. Δεν υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος που να αποδεικνύει ότι δεν μπορούσαν να μάθουν Ελληνικά ή Λατινικά ή ό,τι νά΄ναι. Ούτε είχαν κάποια ευτελή γλώσσα σαν την Αλβανική. Η Πρωτο-Σλαβική ήταν υπερπλήρης ΙΕ γλώσσα. Δεν έχει να ζηλέψει κάτι γραμματικά. Μη κοιτάς πως εν τέλη κατάντησαν τα Βουλγάρικα.

      O Λέων ο Σοφός λέει στα «Τακτικά» του [18.95] πως ο πατέρας του, Βασίλειος Ά ενσωμάτωσε τους Σλάβους στην Βυζαντινή κοινωνία::

      95. Ταῦτα δὲ ὁ ἡμέτερος ἐν θείᾳ τῇ λήξει γενόμενος πατὴρ καὶ Ῥωμαίων αὐτοκράτωρ Βασίλειος τῶν ἀρχαίων ἐθῶν ἔπεισε μεταστῆναι καὶ, γραικώσας, και ἄρχουσι κατὰ τὸν Ῥωμαϊκόν τύπον ὑποτάξας, καὶ βαπτἰσματι τιμήσας, τῆς τὲ δουλείας ἠλευθέρωσε τῶν ἑαυτῶν ἀρχόντων, καὶ στρατεύεσθαι κατὰ τῶν Ῥωμαίοις πολεμούντων ἐθνῶν ἐξεπαίδευσεν, οὕτω πως ἐπιμελῶς περί τὰ τοιαῦτα διακείμενος, διό καὶ άμερίμνους Ῥωμαίους ἐκ τῆς πολλάκις ἀπὸ Σκλάβων γενομένης ανταρσίας ἐποίησεν, πολλὰς ὑπ΄ἐκείνων ὀχλήσεις καὶ πολέμους τοῖς πάλαι χρόνοις ὐπομείναντας.

      Νεοελληνική Μετάφραση:

      Αυτά [τα σλαβικά έθνη] ο πατέρας μας και αυτοκράτορας των Ρωμαίων Βασίλειος, που τώρα αναπαύεται στα ουράνια, τα έπεισε να εγκαταλείψουν τα αρχαία ήθη τους και τους δίδαξε την γραικική γλώσσα [ΓΡΑΙΚΩΣΑΣ], τους έθεσε υπό την εξουσία αρχόντων κατά τον Ρωμαϊκό τρόπο, τους τίμησε με το βάπτισμα και τους απελευθέρωσε από τους δικούς τους δυνάστες και τους εκπαίδευσε ώστε να μάχονται εναντίων των εχθρών των Ρωμαίων. Με αυτόν το τρόπο διαχειρίστηκε τα πράγματα γι΄αυτούς. Σαν αποτέλεσμα επέτρεψε στους Ρωμαίους να μην έχουν συνεχώς κατά νου τις συχνές ανταρσίες των Σλάβων, καθώς και τις παρενοχλήσεις και τους πολέμους που είχαν υποστεί από αυτούς στο παρελθόν.

      Οι σλάβοι ως γνωστόν ήταν αγροκτηνοτρόφοι. Για φαντάσου, έναν απλό Σλάβο γεωργό που έπρεπε μια φορά την εβδομάδα να πάει στο παζάρι της πλησιέστερής του ελληνόφωνης πόλης για να πουλήσει τη παραγωγή του και να αγοράσει τα απαραίτητα. Πόσο χρειάζεται για να μάθει να μιλάει ελληνικά;

      Διαγραφή
  7. Λοιπόν Ακρίτα, θα προσπαθήσω να γράψω με επιτρεπτό και κόσμιο τρόπο το ποστ που οι κανόνες σου απαγόρευσαν τη δημοσίευση.

    Έγραψε ο Φυσιογνώστης:

    Στα Βορειοανατολικά ιδιώματα, τέλος, το «μεταβλητό για» προφέρεται σύμφωνα με τους κανόνες της λογίας βουλγαρικής γλώσσας, δηλαδή μεταβάλλεται ανάλογα με τις μορφολογικές αλλαγές της λέξης (БЯЛ – БЕЛИ, μπιαλ – μπέλι). Έτσι π.χ. την λέξη ХЛЯБ (χλιάμπ = ψωμί), στην ανατολική μεν Βουλγαρία προφέρουν «χλιάμπ», ενώ στην δυτική «χλέμπ» και στο τοπικό ιδίωμα της Μακεδονίας «λεπ».
    ---

    Αυτή η παράγραφος δηλώνει παντελή άγνοια του θέματος και θα δείξω γιατί.

    1) Οι Βούλγαροι (στην ανατολική Βουλγαρία) ΔΕΝ λένε hljaB το ψωμί αλλά (h)ljap ασχέτως εάν το γράφουν hljaB. Το πρώτο πράγμα που μαθαίνει κάποιος όταν αρχίζει να μαθαίνει βουλγαρικά είναι η τάση για απηχηροποίηση των τελικών συμφώνων (στην αγγλική βιβλιογραφία devoicing of final consonants): Κάθε Βούλγαρος ΓΡΑΦΕΙ ΠΑΝΤΑ (h)ljaB, graD, BoG, MisirkoV αλλά πάντα ΠΡΟΦΕΡΕΙ τα παραπάνω ως hljaP, graT, Bok, ΜίσιρκωΦ !!!

    http://www.google.com/search?q=bulgarian+final+devoicing+grat+gradove&btnG=Cerca+nei+libri&tbm=bks&tbo=1&hl=it#hl=it&tbm=bks&sclient=psy-ab&q=bulgarian+final+devoicing+grad+grat+gradove&oq=bulgarian+final+devoicing+grad+grat+gradove&gs_l=serp.3...9195.9864.0.10049.5.5.0.0.0.2.286.886.0j2j2.4.0...0.0...1c.1.8.psy-ab._fyplwhyYV8&pbx=1&bav=on.2,or.r_qf.&bvm=bv.44770516,d.bGE&fp=1da4d5df4aa80c57&biw=1440&bih=675

    2) Γράφω ότι οι Βούλγαροι της Βουλγαρίας λένε (h)ljap με παρένθεση, διότι και εκεί υπάρχει κοινωνιολεκτική ποικιλία. Οι κατώτερες κοινωνιόλεκτοι λένε ljap (όπως λένε ubav), ενώ οι ανώτερες προφέρουν το αρκτικό /h/ (hljap, hubav).

    Παράδειγμα, ο πρόσφατα μακαρίτης Georgi Kaloyanchev στον Baj Ganjo (τον αρχετυπικό αγράμματο και απλοϊκό Βούλγαρο):

    http://www.youtube.com/watch?v=A0rAd3Xqz-0

    Βάλτε στο [00:32:12] και ακούστε τον ... θέλει ψωμί για να κάνει παπάρα και λέει 5-6 φορές το ψωμί ljap .... ljap , ljap ljap ... ενώ στο [01:09:16] που ο Σέρβος κερνάει μπίρες, ο Baj Ganjo λέει ότι είναι "ubav čovek" αντι για hubav.

    [συνεχίζεται]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. [συνέχεια]

    3) Ας έρθουμε τώρα στην σλαβόφωνη ζώνη της ελληνικής Μακεδονίας. Δεν λένε όλες οι σλαβόφωνες περιοχές lep όπως γράφει ο φυσιογνώστης. Εδώ «κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια».Από τη Φλώρινα μέχρι τη Θεσσαλονίκη ναι λένε lep. Αλλά ανατολικά της Θεσσαλονίκης και στα μέρη της Καστοριάς που συνορεύουν με την Κοριτσά λένε ljap, επειδή το yat παρέμεινε ě>ja σε αυτά τα μέρη.

    Κάποτε ολόκληρη η Βουλγαρόφωνη περιοχή από την Αδριατική μέχρι τη Μαύρη θάλασσα είχε /ja/, και η «εκαβιανή» (ekavski , ě>e) προφορά κατέβηκε από βορρά προς νότο (κυρίως λόγω της Σερβικής επέκτασης, αλλά και διά του εμπορικού άξονα Αξιού-Μοράβα ο οποίος ενώνει το Βελιγράδι με τη Θεσσαλονίκη) και χώθηκε σα σφήνα χωρίζοντας την «ιακαβιανή» (jakavski) ζώνη στα δύο.

    Το λεξικό της Καστοριανής Βουλγαρικής/Σλαβικής διαλέκτου του 16ου αιώνα έχει λ.χ. ljap το ψωμί, αλλά dedo τον παππού (αντί για djado).

    Το ψάρι μπριάνα είναι βουλγαρικό δάνειο στην ελληνική και φαίνεται ξεκάθαρα ότι προέρχεται από το «ιακαβιανό» mrjana και όχι από το «εκαβιανό» mrena.

    http://www.carpmania.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=151:2011-05-09-17-42-10&catid=53:2010-12-13-07-48-52&Itemid=86

    http://translate.google.com/#bg/sr/%D0%BC%D1%80%D1%8F%D0%BD%D0%B0

    Τα «απολιθωμένα» σλαβικά τοπωνύμια της Ηπείρου και της Θεσσαλίας επίσης δείχνουν «ιακαβιανή» φωνολογία. Παραθέτω αυτά που βρήκε ο Max Vasmer από την περιοχή των Ιωαννίνων:

    http://www.promacedonia.org/en/mv/mv_3_1a.htm

    Προσέξτε τα τοπωνύμια: 51,52,56,115,181,186,187,193,230,231,233,242,276

    Τα δύο πιο τρανταχτά από αυτά είναι το 116 Δρεάνοβον (Dryanovo) και 187 Λιασκοβέτσι (Lyaskovets) τα οποία μπορείτε να συγκρίνετε με τα αντίστοιχα Βουλγαρικά:

    http://en.wikipedia.org/wiki/Dryanovo
    http://en.wikipedia.org/wiki/Lyaskovets

    αλλά και να τα αντιπαραθέσετε με το Drenovo στη FYROM και το Leskovo των Μογλενών.

    Το 231 «Μπριατούκαι» είναι prya-toke ανάλογο με το Σερβικό pre-toke:

    http://en.wikipedia.org/wiki/Pretoke

    αλλά με «ιακαβιανή» πρόθεση prya- όπως λ.χ. Pryaspa για Prespa:

    http://translate.google.com/#bg/en/%D0%BF%D1%80%D1%8F%D1%81%D0%BF%D0%B0

    από το σύνθετο σλαβικό ρήμα prě-sypati = ξεχειλίχω, παρασέρνω

    http://en.wiktionary.org/wiki/sipati

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. άντε να βάλουμε και τα Θεσσαλικά σλαβικά τοπωνύμια που δείχνουν «ιακαβιανή» εκδοχή του yat:

    http://www.promacedonia.org/en/mv/mv_3_5.htm

    α) Τρίκκαλα-Καρδίτσα:

    69. Λιάσκαβον (Lyaskavo~Lyaskovo)

    β) Λάρισα:

    11. Δριάνοβον (Dryanovo)

    γ) Φθιώτις

    28. Λιάσκοβον (Lyaskovo)

    δ) Μαγνησία

    14. Πλιασίδι (< Πλιασίβι ~ Plyaševo πρβ. Σερβ. Pleševica)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Φυσιογνώστης έγραψε:

    Σύμφωνα με τον αείμνηστο γλωσσολόγο Νικ. Ανδριώτη (στον συλλογικό τόμο «Η γλώσσα της Μακεδονίας» – “Ολκός” Αθήνα 1992, σελ. 211), η σλαβική γλώσσα άρχισε να διαδίδεται επί Βυζαντίου στην βόρεια Μακεδονία με τους εξής τρόπους:
    α. Από Σλάβους δούλους, που οι Βυζαντινοί γαιοκτήμονες εγκαθιστούσαν στα κτήματά τους ως αγρότες.
    ---

    Δεν είδα κανέναν Έλληνα εργοδότη να μαθαίνει Αλβανικά επειδή χρησιμοποιούσε αλβανούς εργάτες, ούτε είδα Έλληνες συν-εργάτες των αλβανών να μαθαίνουν αλβανικά. το μόνο που είδα ήταν τους αλβανούς να μαθαίνουν ελληνικά στο «πίτς-φιτίλι».

    Θες να μάθεις Φυσιογνώστη πως διαδόθηκε η σλαβική γλώσσα στην ελλαδική χερσόννησο; Για να δούμε:

    http://www.promacedonia.org/en/mv/mv_2.htm

    1) Αυτοκράτορας Κων/νος Πορφυρογέννητος γράφει για την Πελοπόννησο:

    Konst. Porphyr., De thematibus II (ed. Bonn. 53, 18): «ἐσθλαβώθη δὲ πᾶσα ἡ χώρα καὶ γέγονε βάρβαρος, ὅτε ὁ λοιμικὸς θάνατος πᾶσαν ἐβόσκετο τὴν οἰκουμένην, ὁπηνίκα Κωνσταντῖνος ὁ τῆς κοπρίας ἐπώνιμος σκῆπτρα τῆς τῶν Ῥωμαίων διεῖπεν ἀρχῆς»

    2) Πατριάρχης Νικόλαος Γραμματικός σε γράμμα του προς τον αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό περιγράφει τον σλαβικό εποικισμό της Πελοποννήσου ως «για 2 αιώνες ήταν τόσοι Σλάβοι που Ρωμιός δε τολμούσε να πατήσει πόδι στην περιοχή»:

    http://lithoksou.net/monemvasia.html

    «…επί διακοσίοις δεκαοκτώ χρόνοις όλοις κατεσχόντων την Πελοπόννησον, και της Ρωμαϊκής αρχής αποτεμονένων, ως μηδέ πόδα βαλείν όλως δύνασθαι εν αυτή Ρωμαίον άνδρα» [Πατριάρχης Νικόλαος]

    3) Βυζαντινός επιτομεύς του Στράβωνος που έζησε τον 10ο αιώνα γράφει:

    Strabo-Epitomators von Bedeutung: Καὶ νῦν δὲ πᾶσαν Ἤπειρον καὶ Ἑλλάδα σχεδὸν καὶ Πελοπόννισον καὶ Μακεδονίαν Σκύθαι Σκλάβοι νέμονται. Vgl. Müller, Geographi Graeci Minores II S. 574. Derselbe Epitomator spricht von der Bevölkerung in Elis und bemerkt dazu: Νῦν δὲ οὐδὲ ὄνομά ἐστι Πισατῶν καὶ Καυκώνων καὶ Πυλίων· ἅπαντα γὰρ ταῦτα Σκύθαι νέμονται, s. Müller, Geogr. Graeci Minores II S. 583.

    Δλδ, «τώρα πλέον σχεδόν όλη την Ήπειρο, την κυρίως Ελλάδα, την Πελοπόννησο και την Μακεδονία, τις νέμονται "Σκύθες" (~βάρβαροι, απολίτιστοι) Σλάβοι» και παρακάτω για την δυτική Πελοπόννησο «τα ονόματα των Πισατών, Καυκώνων και Πυλίων χάθηκαν και τα μέρη τους τώρα τα νέμονται "Σκύθες"».

    4) Τοπική πηγή από τη Θεσσαλονίκη περιγράφει την πόλη ως «Ρωμαϊκή νησίδα σε σλαβική θάλασσα»:

    http://www.google.com/search?q=Thessaloniki+roman+island+slavic+sea&btnG=Cerca+nei+libri&tbm=bks&tbo=1&hl=it#hl=it&tbm=bks&sclient=psy-ab&q=So+many+Slavs+were+settled+around+Thessaloniki+that+the+town+was+described+as+a+Roman+island+in+a+Slavic+sea+by+a+local+source&oq=So+many+Slavs+were+settled+around+Thessaloniki+that+the+town+was+described+as+a+Roman+island+in+a+Slavic+sea+by+a+local+source&gs_l=serp.3...9012.12754.0.14361.36.14.0.0.0.9.397.1740.0j9j0j1.10.0...0.1...1c.1j2.8.psy-ab.ikGXQfJVfSU&pbx=1&bav=on.2,or.r_qf.&bvm=bv.44770516,d.ZWU&fp=b7cb7aa0c0d6e26e&biw=1440&bih=714

    [συνεχίζεται]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. [συνέχεια]

    5) Ο Willibald to 723 μ.Χ. όταν το καράβι που τον πήγαινε στους Αγίους Τόπους σταμάτησε στην Μονεμβασιά έγραψε στη βιογραφία του ότι «σταματήσαμε στην Μονεμβασιά ΣΤΗ ΓΗ ΤΗΣ ΣΛΑΒΗΝΙΑΣ» ( ad urbem Manafasiam (= Monembasia) in Slawinia terrae).

    6) Το πως χειρίστηκε η Βυζαντινή κυβέρνηση το ζήτημα θα στο πει η Αρβελέρ μέσα σε 2 λεπτά [02:22- 04:50]:

    http://www.youtube.com/watch?v=Dz0fL6da_yM

    Οι «ζωηροί» Σλάβοι που συνεργαζόταν με τους Βουλγάρους μεταφέρονται στην Ασία και οι «ζωηροί» Αρμένιδες που συνεργαζόταν με τους Πέρσες/Άραβες μεταφέρονται στα Βαλκάνια για να δράσουν ως "charter group" «εκβυζαντινοποίησης» μαζί με τους όσους ελληνόφωνους Ρωμιούς είχαν παραμείνει για τους εναπομείναντες στα Βαλκάνια Σλάβους.

    30.000 Αρμένιοι εγκαταστάθηκαν μόνο στη Θράκη ανάμεσα στους οποίους ήταν και οι πρόγονοι του Βουλγαροκτόνου, ενώ 12.000 Μαρδαΐτες Αρμένιοι εγκαταστάθηκαν στα Αιγαιακά και Ιόνια παράλια του Ελλαδικού χώρου. Περί το 800 ,.Χ. ο Νικηφόρος Α΄ θα μεταφέρει 50.000 «απ΄ολα τα θέματα» της Μικρασίας (Αρμένιοι, Κούρδοι, Ίσαυροι, Καππαδόκες, Παφλαγόνες κια κάθε λογής άλλων μερικώς ή ολικώς γλωσσικά εξελληνισμένων πληθυσμών) στην «Σκλαβηνία» και θα επανιδρύσει την πόλη της Σπάρτης με πληθυσμό καταγόμενο από όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας.

    Ο Θεοφάνης ο Ομολογητής περιγράφει την αντίδραση των καημένων 50.000 που βιαίως μετακινήθηκαν στην «Σκλαβηνία» για να δράσουν ως charter groups εκβυζαντινισμού των Σλάβων του Ελλαδικού χώρου:

    «Τούτῳ τῷ ἐτει Νικηφόρος [...] ἀποικίας ἐκ παντός θέματος ἐπί την Σκλαβηνίαν διέταξεν» ... στον κόσμο φάνηκε χειρότερο από αιχμαλωσία («αἰχμαλωσίας οὐκ ἔλαττον το πράγμα»), και βλασφημούσαν και ευχόταν να ξεσπάσει κανένας πόλεμος ώστε να διακοπεί η διαδικασία μετακίνησης («βλασφημούντων και εχθρῶν ἐφόδους αἰτούντων») και θρηνούσαν που έπρεπε να εγκαταλείψουν τους τάφους των γονέων τους («τους γονικούς τάφους θρηνούντων»), ενώ άλλοι προτίμησαν να αυτοκτονήσουν με απαγχονισμό για να γλυτώσουν από τα δεινά της μετακίνησης («και αγχόναις εχρήσαντο ως απαλλαγήν τῶν δεινῶν»).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Και έχοντας όλα αυτά (και άλλα πολλά όχι μόνο για τους σλάβους, αλλά και για τους Βλάχους, τους Αλβανούς, τους Κουμάνους, τους Φράγκους, τους Τούκρους κλπ.) κατά νου ... βλέπω τον Φυσιογνώστη να γράφει:

    Αυτοί λοιπόν οι δίγλωσσοι κάτοικοι του βορειοελλαδικού χώρου, κυρίως στην Κ.Δ. Μακεδονία, είναι απόγονοι χριστιανικών πληθυσμών, που επί Τουρκοκρατίας ζούσαν στον ευρύτερο χώρο της λεγόμενης «Ιστορικής Μακεδονίας». Έχουν ελληνική καταγωγή, αλλά πιθανότατα έχουν αφομοιώσει και σλαβικά στοιχεία που είχαν εγκατασταθεί κατά τους βυζαντινούς χρόνους στην περιοχή[6], τα οποία στην συνέχεια εκχριστιανίσθηκαν και εξελληνίσθηκαν (γλωσσικά και πολιτιστικά).
    ----
    Πως είσαι τόσο σίγουρος ότι έχουν «ελληνική καταγωγή» ρε Φυσιογνώστη;

    Πως το τεκμηρίωσες;

    Ο κακομοίρης ο Ελύτης έλεγε:

    «Η πατρίδα μου τοιχογραφία με πολλές επιστρώσεις: Αλβανική, Φραγκική, Τουρκική, Βλαχική ... που αν βαλθείς και τις ξύσεις πηγαίνεις φυλακή».

    Άσε που δεν βρήκαν «΄Ελληνες» οι Σλάβοι στην Ελλάδα αλλα Ρωμιούς και δεν απορρόφησαν «Ελληνικό» πολιτισμό αλλά «Ρωμαιο-Χριστιανικό»/«««Βυζαντινό»»».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Να τελειώσω με τις γλωσσολογικές παρατηρήσεις επί των σλαβικών διαλέκτων της Μακεδονίας.

    1) Ο παρακείμενος με το ρήμα «έχω/ima» (ima perfect). Όλες οι σλαβικές γλώσσες έχουν κληρονομήσει τον πρωτοσλαβικό παρακείμενο ο οποίος σχηματίζεται με τη χρήση του ρήματος «είμαι» (sum perfect). Οι Σλαβομακεδονικές διάλεκτοι δυτικά του Αξιού έχουν καινοτομήσει με τον ima παρακείμενο, τον οποίο η πλειοψηφία των γλωσσολόγων θεωρεί ως βλαχικό γραμματικό δάνειο που πέρασε στην εγχώρια σλαβική γλώσσα μέσα από σλαβο-βλαχική διγλωσσία.

    Λ.χ. :

    http://www.google.com/search?q=have+perfect+macedonian+vlach&btnG=Cerca+nei+libri&tbm=bks&tbo=1&hl=it#hl=it&tbm=bks&sclient=psy-ab&q=Golab%27s+(1976%2C+1984)+arguments+combined+with+the+geographic+distribution+in+Macedonia+make+Aromanian+the+most+likely+source+ofthe+%27have%27+perfect+in+Macedo%E2%80%94+nian&oq=Golab%27s+(1976%2C+1984)+arguments+combined+with+the+geographic+distribution+in+Macedonia+make+Aromanian+the+most+likely+source+ofthe+%27have%27+perfect+in+Macedo%E2%80%94+nian&gs_l=serp.3...16463.20430.1.22614.33.13.0.0.0.10.620.2495.0j1j8j5-1.10.0...0.1...1c.1j2.8.psy-ab.4GmLL3m76xw&pbx=1&bav=on.2,or.r_qf.&bvm=bv.45107431,d.bGE&fp=e5be521a6a16529f&biw=1440&bih=714

    Ενώ ο Friedman γράφει για την κατανομή του ima-παρακείμενου ότι είναι καινοτομία των διαλέκτων δυτικά του Αξιού και απαντάται «ελάχιστα έως καθόλου» στις διαλέκτους ανατολικά του Αξιού:

    σλδ 270 εδώ:

    http://books.google.it/books?id=uRF9Yiso1OIC&printsec=frontcover&dq=slavonic+languages&hl=it&sa=X&ei=Co5mUcS2E4Wg4gTX_4HgAw&redir_esc=y#v=snippet&q=ima%20sum%20perfect%20series&f=false

    2) Οι σλαβικές διάλεκτοι της Ελληνικής Μακεδονίας δείχνουν επίδραση από τις βόρειες ελληνικές στην φωνηεντική τροπή e>i (λ.χ. čoik < čovek) & o>u (λ.χ. Βουλκόβιανη < vulk < volk).

    3)Ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό με τις βόρειες ελληνικές διαλέκτους είναι ο προ-ουράνωση του ni/nj σε jn(i/j). Λ.χ. kojn < konj «άλογο» σαν το βορειοελληνικό γρούιν < γουρούνι. Το φαινόμενο της προ-ουράνωσης σύμφωνα με τον Stoyko Stoykov είναι ιδιαίτερα συχνό στην περιοχή Έδεσσας-Κιλκίς και, σύμφωνα με τον Friedman, είναι ένα από τα στοιχεία που «προδίδουν» τον τόπο καταγωγής του Μίσιρκωφ στα γραπτά του.

    [συνεχίζεται]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. Τώρα, περνώντας από τα «γλωσσικά» στα «μετα-γλωσσικά». Να πούμε 2 λόγια για τον λόγο δημιουργίας του μύθου περί «σλαβοφανούς ιδιώματος» και γιατί σήμερα είναι εντελώς άχρηστος (και προσβλητικός για τη νοημοσύνη).

    Οι εθνικοί ανταγωνισμοί στην Μακεδονία έγιναν σε μια περίοδο όπου οι δυτικο-Ευρωπαίοι «διαιτητές» ήταν συντονισμένοι στην υβριδική «Herder-αιματική» εθνολογική θεωρία. Ο Herder στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα εξύψωσε τη γλώσσα στη θέση του βασικού στοιχείου (volksgeist) που χαρακτηρίζει την ιδιαιτερότητα ενός έθνους (volk). Κατά συνέπεια, η γλωσσική κοινότητα εξισώθηκε με την εθνοτική. Αργότερα, στα μέσα του 19ου αιώνα, η τάση για «αναζήτηση της αυθεντικότητας» που υφίσταται στην Ευρώπη εκείνη την εποχή οδήγησε μερικούς ρομαντικούς να προσάψουν βιολογικές ιδιότητες σε αυτό το volksgeist (ιδιο-χαρακτηριστικό ενός λαού). Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία προς το τέλος του 19ου αιώνα μιας εθνολογικής σκοπιάςστην Ευρώπη η οποία εξίσωνε «γλώσσα» και «αίμα» η οποία ηλιθιωδώς διακύρηττε ότι «όσοι δεν μιλάνε την χαρακτηριστική γλώσσα του έθνους Χ δεν έχουν Χ-ικό αίμα».

    Σε αυτό το κλίμα, η ελληνική μεριά δεν μπορούσε να παραδεκτεί ανοικτά ότι οι Σλαβόφωνοι της Μακεδονίας μιλάνε Βουλγαρικά και ονόμαζαν τη γλώσσα τους Βουλγαρική, διότι κάτι τέτοιο θα προσέδιδε πλεονεκτική θέση στους Βούλγαρους στα μάτια των «διαιτητών». Έτσι πλάστηκε ο μύθος περί «σλαβοφανούς ιδιώματος». Να σημειωθεί εδώ ότι δεν καινοτόμησε η Ελλάδα εδώ, αλλά αντέγραψε την Αυστριακή θέση περί «Σλαβόφωνων Γερμανών», η οποία είχε το σκοπό να δικαιολογήσει στα μάτια των «διαιτητών» τις Σλοβενικές απαιτήσεις της Αυστρίας.

    Φυσικά αυτή η θεωρία γλώσσα=αίμα (Χερντερικός εσενσιαλισμός) έχει απορριφθεί και έχει ξεπεραστεί εδώ και 50 χρόνια. Με πρωτοπόρους όπως ο Αυστριακός Reinhard Wenskus το 1961 και ο πατέρας της σύγχρονης εθνολογίας Νορβηγός Fredrik Barth το 1969, σιγά σιγά η εθνολογικές θεωρίες αναθεωρήθηκαν. Ο Wenskus έδειξε ότι οι «θεωρίες αίματος» είναι καθαρά μυθο-συμβολικές και όχι πραγματικές, ενώ ο Barth με τη θεωρία του «άδειου κουτιού» η οποία επικεντρώνει το βάρος της εθνοτικότητας στο εθνοτικό σύνορο (ethnic boundary, δηλαδή στην υποκειμενική διάθεση του ατόμου να ανήκει σε μια ομάδα Α και όχι σε μια άλλη Β), παρά στο όποιο «αντικειμενικό περιεχόμενο» που περικλείει το σύνορο (το οποίο σύμφωνα με τον Barth αρχικά είναι σχετικά άδειο και με τον καιρό γεμίζει σιγά σιγά με εκείνα τα αντικειμενικά στοιχεία τα οποία ενισχύουν το σύνορο, δηλαδή την διάκριση από τους άλλους).

    Η εθνοτικότητα είναι μια μορφή συλλογικής ταυτότητας, ένα κοινωνικό κατασκεύασμα. Δεν εξηγείται ούτε από τη Βιολογία ούτε από τη Γλώσσολογία ούτε από τη Θεολογία. Τα μόνα πράγματα που μετράνε είναι οι υποκειμενικές αντιλήψεις δηλαδή η ημική (τι πιστεύει ότι είναι κάποιος) και η έσω ητική (τι πιστεύουν ότι αυτός είναι τα άλλα μέλη της εθνοτικής ομάδας). Αυτά είναι τα μόνα πράγματα που μετράνε στη σύγχρονη εθνολογία (ascription of membership).

    Η Νεοελληνική ταυτότητα είναι ένα νεωτερικό κατασκεύασμα, όπως οι περισσότερες σύγχρονες εθνοτικότητες. Όποιος πιστεύει ότι είναι Έλληνας και θεωρείται Έλληνας από τους άλλους Συνέλληνες του ... είναι 100% Έλληνας. Το τι γλώσσα μιλάει ή μιλούσαν οι πρόγονοί του είναι κάτι το δευτερεύον, ενώ οποιαδήποτε συζήτηση για «βιολογικές καταγωγές» είναι απλά σαχλή. Το να μιλάμε για «ελληνικές καταγωγές» όταν η ελληνική εθνοτικότητα είναι ένα νεωτερικό κοινωνικό κατασκεύασμα είναι σαν να ψάχνουμε για «καθαρόαιμους Χριστιανούς» πριν από το Χριστό ή για «καθαρόαιμους οπαδούς του ΠΑΟΚ» πριν δημιουργηθεί ο σύλλογος. Το να είσαι «καλός Χριστιανός» είναι θέμα πράξης (ζεις της ζωή σου κάθε μέρα με κάποιες αρχές) όχι βιολογικής καταγωγής από προηγούμενους «καλούς Χριστιανούς». Όσο «άριστοι Χριστιανοί» και να είναι οι γονείς κάποιου, εάν αυτός δεν ζήσει βίο χριστιανικό δεν θα γίνει ποτέ «άριστος Χριστιανός» ο ίδιος.

    Το ίδιο ακριβώς πράγμα ισχύει και για την εθνοτικότητα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Τώρα πως από την Σλαβική γλώσσα φτάσαμε στην σύγχρονη ελληνική εθνική ταυτότητα....περί ορέξεως κολοκυθόπιττα.
      Όταν λες νεωτερικό, για ποια εποχή μιλάμε;

      Διαγραφή
    2. Πως φτάσαμε;

      Από την σαχλαμάρα του φυσιογνώστη περί «ελληνικής καταγωγής».
      Όταν λέω νεωτερική εποχή, εννοώ αυτό που όλοι εννοούν ... 1750 και μετά.

      Θα ρωτήσεις τώρα. Δεν υπήρχαν άτομα που ένιωθαν «Έλληνες» (δλδ απόγονοι των αρχαίων) πιο πριν;

      Φυσικά υπήρχαν (ο Ιωάννης Τζέτζης είναι ο πρώτος τον 12ο αιώνα). Αλλά σαν συλλογική ταυτότητα, μια εθνοτική ταυτότητα ξεκινάει να υφίσταται όταν αρχίζει να γίνεται ευρέως αποδεκτή από τη μάζα. Όσο οι «΄Ελληνες» είναι μόνο το 1% των ελληνοφώνων και το 99% είναι σαν τους βοσκούς στην Αρκαδία και τους «Καστρινούς» που πίστευαν ότι οι απόγονοι των Ελλήνων είναι οι «Φράγκοι» ... τότε φυσικά και δεν υφίσταται «Ελληνικό» έθνος, αλλά «Ρωμέικο».

      Αν ρωτούσες τους ίδιους βοσκούς να σου πουν πότε αρχίζει και το τελειώνει το καλοκαίρι ΟΛΟΙ θα σου έλεγαν ότι αρχίζει «τ΄αγίου Κωνσταντίνου» και τελειώνει «τ΄αγίου Δημητρίου».

      Γιατί συμβαίνει αυτό Ακρίτα μου;

      Γιατί ο απλός λαός πίστευε ότι οι Έλληνες ήταν κάτι «κακοί» (= μη Χριστιανοί) «γίγαντες» που χάθηκαν από τη γη εδώ και πολύ και καιρό και οι απόγονοί τους είναι οι Φράγκοι ;

      [συνεχίζεται]





      Διαγραφή
    3. [συνέχεια]

      http://jungle-report.blogspot.it/2011/04/blog-post_15.html

      Οι Έλληνες χάθηκαν όλοι όταν κάποτε έπεσε πείνα μεγάλη στη γη. Τότε καθένας τους έπαιρνε λίγες τροφές και έμπαινε στον τάφο του, για να βρεθεί θαμμένος, όταν οι τροφές του θα τελείωναν και θα πέθαινε.

      ΚΡΗΤΗ (Σφακιά), 20ος αι.
      Πηγή: Λαογραφικό Αρχείο Ακαδημίας Αθηνών, χειρόγραφο 120, σελ. 40.

      Στα Κράβαρα κατοίκησαν Έλληνες, μεγάλοι, αντρειωμένοι. Σε λίγο όμως έπεσαν φοβερά κουνούπια, με μύτες σιδερένιες που κυνηγούσαν κι εθανάτωναν τους Έλληνες, ώσπου αναγκάστηκαν όσοι είχαν απομείνει να φτιάσουν μεγάλα πιθάρια και να θαφτούν μέσα εκεί ολοζώντανοι. Κι έτσι αφανίστηκε από τα Κράβαρα η πρώτη γενιά, η μεγάλη, η αντρειωμένη.

      ΑΙΤΩΛΙΑ (Κράβαρα Ναυπακτίας), 19ος αι.
      Πηγή: Ν.Γ. Πολίτου, Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού Λαού. Παραδόσεις 2, 1904, σελ. 730 (από τον Α. Καρκαβίτσα).

      Στους βοσκούς γύρω από το ναό του Απόλλωνα στις Βάσσες ζει ακόμα σήμερα το όνομα των Ελλήνων. Με αυτό το όνομα χαρακτηρίζουν καθετί που πιστεύεται ηρωικό και γιγάντιο. Για τον εαυτό τους κάθε άλλο παρά που θαρρούν πως είναι οι κληρονόμοι της δόξας των παλαιών κατοίκων. Η απλοϊκή σκέψη αυτών των βοσκών θεωρεί τους Έλληνες προγόνους των Φράγκων, ξένους τεχνίτες που κάποτε κρατούσαν τον τόπο αυτόν. Έτσι εξηγεί γιατί οι Ευρωπαίοι ταξιδεύουν στα μέρη αυτά και δίνουν τόση σημασία σε ό,τι έχει απομείνει από εκείνους.

      ΑΡΚΑΔΙΑ, 19ος αι.
      Πηγή: Ο.Μ. von Stackelberg, Der Apollotempel zu Bassae in Arkadien, 1826, σελ. 14.

      Ο ζήλος των Άγγλων περιηγητών, των «μυλόρδων», να τα δουν όλα βιαστικά, να τα σχεδιάσουν και, αν μπορούν, να πάρουν μαζί τους καμιάν αρχαιότητα ή τουλάχιστο ένα κομμάτι μάρμαρο, έγινε αφορμή στους Καστρινούς [=κάτοικοι των Δελφών] να σχηματίσουν την ακόλουθη παράδοση: οι Μυλόρδοι δεν είναι χριστιανοί, γιατί κανείς ποτέ δεν τους είδε να κάνουν το σταυρό τους. Η γενιά τους είναι από τους παλιούς ειδωλολάτρες τους Αδελφιώτες, που φύλαγαν το βιό τους σ’ ένα κάστρο που το ’λεγαν Αδελφούς [=Δελφούς], από τους δυο αδελφούς τα βασιλόπουλα που το ’χτισαν. Όταν η Παναγία και ο Χριστός ήρθαν σ’ αυτούς τους τόπους και όλοι οι άνθρωποι ολόγυρα έγιναν χριστιανοί, οι Αδελφιώτες σκέφτηκαν πως ήταν καλύτερα γι’ αυτούς να φύγουν• κι έφυγαν στη Φραγκιά και πήραν και όλα τα πλούτη τους μαζί. Απ’ αυτούς είναι οι Μυλόρδοι, και έρχονται τώρα εδώ και προσκυνούν αυτά τα λιθάρια.

      ΦΩΚΙΔΑ (Δελφοί), 19ος αι.
      Πηγή: H.N. Ulrichs, Reisen und Forschungen, σελ. 123 κ.ε.

      ---

      Είναι «Έλληνες» κατ΄εσένα Ακρίτα μου όλοι αυτοί οι Ρωμιοί που λένε αυτά τα πράγματα;

      Διαγραφή
    4. Ἃκρίτας είπε:

      Τώρα πως από την Σλαβική γλώσσα φτάσαμε στην σύγχρονη ελληνική εθνική ταυτότητα....περί ορέξεως κολοκυθόπιττα.
      ----

      Ξαναβάζω το ερώτημά σου γιατί με εκπλήσσει το ότι δεν βλέπεις ότι τα δύο είναι αλληλένδετα.

      Δε μου λες Ακρίτα μου, ο Δανιήλ Μοσχοπολίτης και ο Ρήγας Βελεστινλής γνωρίζουν «σλαβόφωνους» και «Έλληνες» ή Βουλγάρους και Ρωμιούς;

      Aλβανοί, Βλάχοι, Βούλγαροι, αλλόγλωσσοι χαρήτε
      κι’ ετοιμασθήτε όλοι σας Ρωμαίοι να γενήτε

      ---

      Βουλγάροι κι Αρβανήτες, Αρμένιοι και Ρωμιοί,
      Αράπηδες και άσπροι, με μια κοινήν ορμή,
      Για την ελευθερίαν, να ζώσωμεν σπαθί

      Ντρεπόταν εκείνα τα χρόνια ένας «σλαβόφωνος» να πει ότι είναι Bugarin και ότι η γλώσσα του είναι Bugarski ;

      Η ντροπή, το «στίγμα» αν θέλεις, ξεκινάει με τον Ελληνο-Βουλγαρικό ανταγωνισμό στη Μακεδονία (τέλη 19ου αιώνα) και κορυφώνεται με την πολιτική του ελληνικού κράτους στις σλαβόφωνες περιοχές, η οποία δημιούργησε την ιδέα του «στίγματος». Αυτό το «στίγμα» ευθύνεται για τα συμπλέγματα κατωτερότητας που δημιουργήθηκαν στη συνέχεια.

      Γνώμη μου είναι ότι ο σκοπός σου δεν πρέπει να είναι η διαιώνιση της ψευδαισθήσεως ότι δεν τάχα δεν υπάρχει Βουλγαρική γλώσσα (δέχομαι να μην την πεις «βουλγαρική», αλλά όχι να αρνήσαι την ουσία της), αλλά ακριβώς η καταπολέμηση του στίγματος που έχει δημιουργηθεί γύρω από την ομιλία της.

      Ο μόνος τρόπος για να καταπολεμήσεις το στίγμα είναι να βρεις τί το προκαλεί και να το αναιρέσεις. Και αυτό που προκαλεί το στίγμα δεν είναι η «σλαβοφωνία» αυτή καθαυτή (και η αλλογλωσσία γενικότερα για να μην περιορίζουμε τη συζήτηση στους «σλαβόφωνους» μόνο), αλλά τα σημεία που αυτή συγκρούεται με τους μύθους της νεοελληνικής ταυτότητας που διδάσκονται σαν αλήθειες. Και εκεί που συγκρούεται ο μύθος με την πραγματικότητα, αντί να αλλάξουμε το μύθο, εμείς προσπαθούμε να αναιρέσουμε την πραγματικότητα σαν να είμαστε μπροστά στον πύργο του Άιφελ και να λέμε «ξέρετε αυτό που βλέπουμε τώρα δεν είναι ο πύργος του Άιφελ», αλλά ένα «ψηλό μεταλλικό κατασκεύασμα» ή «μεταλλικό καφέ» όπως κοροϊδεύει τους Σκοπιανούς ο Σλάβι Τριφόνωφ παρακάτω:

      http://www.youtube.com/watch?v=O_zBuFs9o8g

      Διαγραφή
  15. «ξεκινάει να υφίσταται όταν αρχίζει να γίνεται ευρέως αποδεκτή από τη μάζα.»
    Ας πούμε όπως τους Λατίνους που αποκαλούσαν τους Βυζαντινούς ως Greacorum και τους Άραβες ως Γιουνάν;
    Αυτοί ήταν η μάζα;
    Δεν είναι το πιο χαρακτηριστικό του Εμείς και οι Άλλοι;
    Η βασική αρχή της νεωτερικότητας;
    Εκτός εάν θεωρείς του Γραικούς και τους Ίωνες....ως μη Έλληνες;

    Θα μου πεις υπήρχαν Έλληνες που θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως Έλληνες πριν το ...1750;
    Πλήθος ιστορικών στοιχείων από τους Σάθα και Βακαλόπουλο. Είναι κουραστικό να τα απαριθμίζεις και να τα αναπαράγεις αποσπασματικά. Άλλωστε την ουσία κοιτάμε.

    Η ουσία είναι όμως να αποδέχεσαι όλα τα facts που λένε και οι νεωτερικοί. Δηλαδή τα αντικειμενικά και τα υποκειμενικά στοιχεία.

    Αλήθεια τελικά Έλληνες έκαναν το 1821 ή οι ξένοι;
    Όχι τίποτα άλλο να μου βάλεις και το κερασάκι στην τούρτα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. [#1]Ακρίτα, ρωτάς πολλά πράγματα μαζί.

      Πρώτον,Το βασικό χαρακτηριστικό είναι «εμείς» και «εμείς» δεν νοιώθαμε «Έλληνες». Οι ελληνόφωνοι ήταν Ρωμιοί και οι αλλόγλωσσοι που με τον καιρό χώρεσαν στο «εμείς» ήταν αυτό που λένε ο Δανιήλ Μοσχοπολίτης και ο Ρήγας ότι ήταν (και δεν τους πείραζε καθόλου τότε). Για την επανάσταση που ρώτησες είναι έγινε στην εποχή όπου πλέον ο όρος Έλληνας έχει εισχωρήσει στις μάζες και μάλιστα χρησιμοποιείται από τους ίδιους τους αγωνιστές. Πλέον έχουμε ελληνικό έθνος.

      Άρα να τελειώνουμε εδώ: Οι ελληνόφωνοι ήταν Ρωμιοί και οι Βουλγαροαλβανιτόβλαχοι και οι δυτικοί τους έλεγαν "Grek","Grk", "Greek" κλπ. Ο Ψυχάρης που ήταν από τη Οδησσό της Ρωσίας και από Ουκρανή μητέρα και πατέρα Χιώτη που μιλούσε Γαλλικά στο σπίτι «επαινούσε και "ζήλευε" τον Εφταλιώτη επειδή τον θεωρούσε Ρωμιό (natural born Greek), και επειδή κατάφερε να παραμείνει Ρωμιός αν και ζώντας στο εξωτερικό και επειδή οι «Ρωμέικες» εκφράσεις του ερχόταν αυθόρμητα κατά νου ενώ αυτός ήταν «Γραικός» της διασποράς (που διδάχθηκε κατευθείαν μια αρχαΐζουσα ελληνική γλώσσα και συνεχώς φορώντας το προσωπείο του «Έλληνα» ώστε να γίνει αποδεκτός από τους ξένους συμπολίτες του:

      http://books.google.it/books?id=mHMqYgP7f0oC&pg=PA15&dq=language+and+nationalism+in+greece&hl=it&sa=X&ei=cztoUZ66D-mn4ASRqICgCA&redir_esc=y#v=onepage&q=Romios%20natural&f=false


      Διαγραφή
    2. [#2] Δεύτερον, πότε είπαν οι Άραβες τους Ρωμιούς «Υιουνάν» ρε Ακρίτα; Υπάρχουν εκατοντάδες παραδείγματα ότι τους έλεγαν Ρουμ (Rum) και μάλιστα θεωρούσαν ότι αυτοί οι Ρουμ ήταν άλλη ράτσα από τους αρχαίους Έλληνες Υιουνάν και διορθώνουν όσους εσφαλμένα κάθε τόσο μπερδεύουν τα δυο. Δηλαδή πάμε τώρα να κάνουμε τα λίγα σφάλματα των Αράβων γενική αλήθεια;

      Πάρε το "Byzantium viewed by the Arabs" και διάβασέ το με την ησυχία σου.

      http://books.google.it/books?id=QC03pKNpfaoC&printsec=frontcover&dq=byzantium+viewed+by+the+arabs&hl=it&sa=X&ei=9SloUcj0NKiF4ATbuYGAAg&redir_esc=y#v=onepage&q=byzantium%20viewed%20by%20the%20arabs&f=false

      192 σελίδα:

      The sixth/twelfth (αραβική/παγκόσμια χρονολόγηση) century geographer Muhammad al-Zuhri traces the origin of the Rum back to Abraham and his son Isaac, while making a clear distinction between the Rum and the Yunaniyyun (the ancient Greeks).

      Δηλαδή ο al-Zuhri ανάγει την καταγωγή των Βυζαντινών στον Αβράαμ και τους βάζει σε εντελώς διαφορετικό κλάδο από τους Yunan. Το γιατί δεν θα αργήσεις να το καταλάβεις. Ο Χριστιανισμός είναι θρησκεία Σημιτικής καταγωγής.

      Στην επόμενη σελίδα [193] ο Ibn Battuta λέει ότι οι κάτοικοι του bilad al-Rum (Βυζαντινή αυτοκρατορία, «Ρωμέικο βιλαέτι» για τους Άραβες) είναι οι πιο όμορφοι εμφανισιακά άνθρωποι στον κόσμο.

      Σχετικά με την εθνολογική σύσταση της πολυεθνικής Βυζαντινής αυτοκρατορίας οι Άραβες γεωγράφοι λένε:

      Σελίδα 23 στο βιβλίο:

      Nevertheless, the Arab authors were aware that the Byzantine empire, which had never been ethnically homogeneous, was composed of a mixture of peoples. Ibn al-Faqish states that the inhabitants of bilad al-Rum are mostly Rum and Slavs while, according to Al-Masudi, many Rus (Russians) had joined the Rum as had the Armenians, the Bulgars (who are Slavs), the Saqaliba (μη Βούλγαροι Σλάβοι) and the Pecheneg (who are Turks).

      Δηλαδή η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία («Ρωμέικο βιλαέτι») δεν είναι εθνικά ομογενής. Τα κυρίαρχα φύλα είναι οι Ρωμιοί και οι Σλάβοι, ενώ πολλά άλλα έθνη όπως Ρώς, Αρμένιοι, Βούλγαροι («που είναι σλάβοι», για να τους ξεχωρίσει ο συγγραφέας από τους πρωτο-Βούλγαρους) και οι άλλοι Σλάβοι (Saqaliba < αραβική παραφθορά του «Σκλαβηνοί») συζούν με τους Ρωμιούς (Rum).


      Διαγραφή
    3. [3] Όταν εξυμνύουν τους «Βυζαντινούς»/Rum για την αντοχή τους στις Αραβικές επιθέσεις έναντι των Περσών που τους κυρίεψαν αμέσως λένε:

      121 σελίδα του βιβλίου:

      In a number of texts, however, the Byzantines aredescribed as fierce and courageous warriors, an assessment corroborated by a fourth/tenth-century Arabic proverb, which states that the Rum will attack if not Attack first.

      και σελίδα 70:

      [...]the Byzantines must not be compared with the Persians, who fell unconscious after a few blows. The Rum, by contrast, are described as a many-headed hydra: every time a head is cut off, another grows back. Thus, their demise will come only with the arrival of the day of judgement.

      Δλδ, οι Ρωμιοί δεν πρέπει να συγκρίνονται με τους Πέρσες: οι τελευταίοι έπεσαν αναίσθητοι με την πρώτη γροθιά που τους δώσαμε. Αντίθετα, οι Ρωμιοί (Ρουμ) είναι μια Ύδρα με πολλά κεφάλια: κάθε φορά που κόβουμε το ένα, ένα άλλο αμέσως φυτρώνει.

      Οι Άραβες θεωρούσαν τις Ρωμιές (Rumiyya) τις πιο όμορφες γυναίκες του κόσμου:

      123 σελίδα:

      "The Byzantine woman is referred to in the sources as Rumiyya, the feminine form of Rumi. Rumiyyat were among the many singing slave girls who filled Abbasid Baghdad."

      Δηλαδή, η Βυζαντινή γυναίκα στα αραβικά λέγεται Rumiyya, θηλυκό του Rumi. Rumiyyat ονομαζόταν οι απαχθείσες από το Βυζάντιο κοπέλες που χόρευαν στα χαρέμια των Αράβων.

      Al Yahiz, 103-104 σελίδα του βιβλίου:

      In al-Radd ala al nasara, al-Jahiz insisted that science and wisdom belonged to the ancient Greek, a nation that had disappeared leaving only the vestiges of their reason (athar uqulihim). These ancient Greeks, he observes, had a different religion and a different literature than the Byzantines:

      "The RUM are not ulama: they are artisans [sunna] who took to writing because of their geographical proximity to the land of the ancient Greeks. The RUM subsequently attributed themselves some of the books of the anicent Greeks. Since the Rum could not changed the names of the most famous Greek authors, they ended by claiming that the YUNAN are actually a tribe of the Rum ... Kitab al-Mantiq and kitab al-Kawn wa al-Fasad were written by Aristotle, who was neither Byzantine nor Christian; the Almagest was written by Ptolemy, and he was neither Byzantine nor Christian; the Elements was written by Euclid, and he was neither Byzantine not Christian; medical books were written by Galen, who [also] was neither Byzantine nor Christian; and similarly with the books by Democritus, Hippocrates, Plato, and many others who were neither Byzantine nor Christian. In reality the Christians and the Rum have neither science, nor expository literature, nor vision, and their names should be erased from the registers of the philosophers and the sages.

      Δηλαδή οι Yunan έχουν εξαφανιστεί εδώ και καιρό και οι Ρωμιοί λόγω γεωγραφικής γειτνίασης έχουν πάρει τα βίβλια των Yunan και με αυτόν τον τρόπο έχουν οικειοποιηθεί την σοφία τους. Ο Αριστοτέλης, ο Πλάτωνας, ο Πτολεμαίος, ο Ευκλείδης, ο Δημόκριτος και ο Γαληνός δεν είναι ούτε «Βυζαντινοί» (Ρουμ) ούτε χριστιανοί, αλλά Yunan.

      Διαγραφή
    4. [4] Και να σου δώσω και ένα «Μακεδονικό» παράδειγμα Ακρίτα. Πως περιγράφει την κατάκτηση της Βουλγαρίας του Σαμουήλ από τον «Βουλγαροκτόνο» ο Al-Yahya βρε Ακρίτα;

      «Πάντρεψε Ρωμιούς (Rum) γιους με Βουλγάρες κόρες και Ρωμιές κόρες με Βουλγάρους γιους και από τους δύο λαούς έκανε έναν και σταμάτησε την παλαιά τους διαμάχη»:

      http://www.google.it/search?tbm=bks&hl=it&q=al+yahia+roman+bulgarians+sons+daughters&btnG=#hl=it&tbm=bks&sclient=psy-ab&q=He+married+Roman+sons+to+Bulgar1an+daughters%2C+and+Bulgarian+sons+to+Roman+daughters%3B+in+uniting+one+with+the+other+&oq=He+married+Roman+sons+to+Bulgar1an+daughters%2C+and+Bulgarian+sons+to+Roman+daughters%3B+in+uniting+one+with+the+other+&gs_l=serp.3...8254.12740.2.14346.40.14.0.0.0.9.653.3334.2-3j4j1j1.9.0...0.1...1c.1j2.9.psy-ab.6Y4JK3AghGU&pbx=1&bav=on.2,or.r_qf.&bvm=bv.45175338,d.ZWU&fp=61aef2427d4c9914&biw=1440&bih=675

      Θες να δεις τι γράφει και ο Σκυλίτσης μήπως; Για Βουλγάρους και Ρωμαίους μιλάει όλη την ώρα.

      Φέρεις ως ψευδώνυμο το όνομα του μεγαλύτερου Βυζαντινού λαογραφικού ήρωα του Διγενή Ακρίτα. Ως γνωστόν πήρε το όνομα Διγενής γιατί ήταν γιος Ρωμιάς/Χριστιανής γυναίκας και Μουσουλμάνου Άραβα άνδρα ή όπως λέει το Κυπριακό τραγούδι του 12ου αιώνα:

      «η μάνα τ΄ήταν χριστιανή και ο κύρης τ΄ήταν Έλλην». Γιατί ο Μουσουλμάνος Άραβας θεωρείται «Έλλην» Ακρίτα μου;

      Για τον ίδιο λόγο για τον οποίο οι Κινέζοι, οι Άραβες και οι Πέρσες θεωρούνταν «έθνη ελληνικά» από τους Βυζαντινούς και για τον ίδιο λόγο για τον οποίο ο Πατριάρχης Φώτιος περιγράφει τον εκχριστιανισμό των Βουλγάρων ως:

      Βάλε Αρβελέρ στο [10:50] εδώ και άκου:

      http://www.youtube.com/watch?v=wtnxov_SgKQ

      «το Βουλγαρικόν έθνος απεποιήθη την ελληνική του ειδωλολατρεία και έγινε χριστιανόν».

      Τί έλεγε ο Κοσμάς ο Αιτωλός τον 18ο αιώνα Ακρίτα μου;

      «Δεν είστε Έλληνες,αλλά χριστιανοί.Δεν είστε ασεβείς,αιρετικοί,άθεοι ...»

      Διαγραφή
    5. Να καθόμαστε τώρα να λέμε παραμύθια ότι τάχα οι απλοί Ρωμιοί (και ακόμα χειρότερα οι αλλόγλωσσοι) είχαν ελληνική συνείδηση;

      Ο Κακριδής ΄συγκέντρωσε πληροφορίες από όλη την Ελλάδα (Κρήτη και άλλα νησιά, Πελοπόννησο, Στερεά, Ήπειρο, Μακεδονία ... φτάνει μέχρι Φιλιππούπολη). Όλοι λένε το ίδιο πράγμα: Οι έλληνες ΗΤΑΝ κάτι «γίγαντες» ΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΙΑ ΕΔΩ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΚΑΙΡΟ που ζούσαν πριν από το Χριστό και την Παναγία και όταν ανφέρεται το ζήτημα των απογόνων των Ελλήνων ... τέτοιοι βγαίνουν οι Φράγκοι.

      Να βαπτίσουμε με το ζόρι «΄Ελληνα» το Ρωμιό που θεωρούσε ως απογόνους των Ελλήνων τους Φράγκους;Τότε σε τί διαφέρουμε από τους Σκοπιανούς που βαφτίζουν με το ζόρι ως «Μακεδόνες» Βουλγαρικά ιστορικά πρόσωπα;

      Ή να βαπτίζουμε τον Νικηφόρο Φώκα «Έλληνα Αυτοκράτορα» επειδή έτσι γουστάρουμε, όταν ξέρουμε ότι τα πήρε στο κρανίο όταν ο Λιουτπράνδος τον αποκάλεσε «αυτοκράτορα των Γραικών» απαντώντας του: «τράβα πες στο χαζο-Πάπα ότι όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος μετέφερε την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την Ρώμη στην Κων/πολη, μαζί με το σκήπτρο της εξουσίας πήρε και τη σύγκλητο και τους αριστοκράτες και όλα όσα άξιζαν, αφήνοντας πίσω στη Ρώμη, πόρνες, νόθους γιους και κυνηγούς πουλιών» !!!

      Μπορούμε να τον βαπτίσουμε «Έλληνα» ή «Γραικό» αυτόν τον άνθρωπο;

      Διαγραφή
    6. Ναι το ξέρω το βιβλίο και θεωρώ ότι έχει λάθη.
      Π.χ. στην σελίδα 105-106, γράφει για yunan και greek. Ενώ στο πρώτο μιλάει σε παρένθεση ότι το yunan είναι το "ancient Greek", λίγο πιο κάτω βάζει σκέτο το Greek.
      Και η απορία μου είναι η εξής: τι αναφέρει το αρχικό κέιμενο;
      Διαφωνείς; Δεν μπορεί να λέει...Greek το αρχικό κείμενο. Κάτι άλλο λέει.

      Γενικώς είναι ένα πόνημα που περισσότερο μπερδεύει παρά αναλύει.

      Διαγραφή
    7. Ένα άλλο χαρακτηριστικό, είναι ότι στην σελίδα 7 ενώ αναφέρει ως εθνότητα(όπως θέλεις πέστο), τους Greeks, πιο κάτω τα λέει μπερδεμένα, την μια τους προσδιορίζει ως αρχαίους έλληνες,την άλλη τους al-rum ως αρχαίους έλληνες.
      Στην σελίδα 107, πάλι μιλάει για nations, όπου αναφέρει και τους..Greeks.

      Διαγραφή
  16. Περι «Στίγματος»#1:

    Ακρίτα σου παραθέτω μερικές γραμμές από το κεφάλαιο του Harald Eidheim "When Ethnic Identity is a Social Stigma" σελίδες 39-57 από το "Ethnic Groups and Boundaries" με επιμελητή και συν-συγγραφέα τον Fredrik Barth.

    Σε αυτό το κεφάλαιο ο Eidheim περιγράφει μια ομάδα ανθρώπων στο εθνο-γλωσσολογικό Νορβηγο-Λαπωνικό σύνορο στην δυτική Finnmark της Νορβηγίας.

    Στις σελίδες 40 και 41 μας παραθέτει κάποια δεδομένα. Στην ενδοχώρα της περιοχής το 80-90% του πληθυσμού είναι Λάπωνες, οι οποίοι είναι κυρίως νομαδικοί ταρανδο-ποιμένες. Το χειμώνα μένουν στις μόνιμες κατοικίες τους, ενώ το καλοκαίρι μετακινούν τους ταράνδους τους σε άλλα μέρη. Στα παράλια της περιοχής, οι Λάπωνες είναι πάνω κάτω 20-25%, ενώ η πλειοοψηφία είναι Νορβηγοί και η κύρια δραστηριότητα είναι η αλιεία.

    Οι παράκτιοι αυτοί Λάπωνες με τον καιρό έχουν υιοθετήσει Νορβηγικά έθιμα οι περισσότεροι είναι δίγλωσσοι και θεωρούν τους εαυτούς τους μέλος του Νορβηγικού έθνους. Το πρόβλημα είναι ότι στην Νορβηγική κουλτούρα οι Λάπωνες θεωρούνται παραδοσιακά μια «κατώτερη ομάδα βρομερών ταρανδοποι-τσμπάνων που μιλάνε μια κατώτερη γλώσσα» και αυτό έχει δημιουργήσει το «στίγμα» σε αυτούς τους «δίγλωσσους» Νορβηγούς.

    Λέει ο συγγραφέας ότι όταν συναναστρέφονται με τους Λάπωνες της ενδοχώρας, οι παράκτιοι δίγλωσσοι προβάλλουν ένα «Νορβηγικό προσωπείο», ενώ οι «ντόπιοι» Νορβηγοί με τους οποίους συζούν οι δίγλωσσοι αν και γενικώς έχουν αποδεκτεί τους δίγλωσσους σαν «ομοεθνείς» τους, αραά και που πετάνε κάνα ελαφρό σκωπτικό σχόλιο τύπου «έκανες Λαπωνική δουλειά» όταν η δουλειά δεν έγινε καλά κλπ.

    Στη σελίδα 42, λέει ότι όταν πρωτοπήγε ο κόσμος θεώρησε πρέπον να επιδείξει την «Νορβηγικότητά» του: Μιλούσαν Νορβηγικά (αν και ο συγγραφέας τα ονομάζει "broken Norwegian" ~ σπαστά Νορβηγικά που πολλές φορές έδειχναν επίδραση Λαπωνικής γραμματικής), οι οι άνδρες καυχιόταν για τις αλιευτικές τους ικανότητες (η Νορβηγική δραστηριότητα έναντι της ταρανδοποιμενικής λαπωνικής), ενώ οι γυναίκες υπερτόνιζαν την καθαριότητά τους (εδώ ο συγγραφέας γράφει σε υποσημείωση ότι παραδιοσιακά οι Νορβηγοί θεωρούν τους Λάπωνες «βρομιάριδες»). Με λίγα λόγια ο πληθυσμός αποφάσισε να τονίσει εκείνα τα στοιχεία που έκρινε ότι θα αποδείκνυαν την «Νορβηγικότητά» του.

    [συνεχίζεται]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  17. [συνέχεια #2]

    Αφού έμεινε μερικές εβδομάδες όμως εκεί ο συγγραφέας τα πράγματα άρχιζαν να αλλάζουν. Λέει στη σελίδα 43: "Regarding me little by little as an acceptable stranger [...] people became more relaxed in their relations with me. They became more careless with the 'secret' that they habitually used Lappish in their daily life ..." Δλδ όταν σιγά σιγά τον δέχτηκαν στην κοινότητα, σταμάτησαν να κρατάνε ως μυστικό ότι μιλούσαν Λαπωνικά σε καθημερινή βάση.

    Στην σελίδα 44 μας πληροφορεί ότι με τον καιρό αυτοί με τους οποίους είχε δεθεί περισσότερο άρχισαν να τον πληροφορούν για τα «διλήμματα ταυτότητας» που είχαν. Γράφει:

    This would often take the form of confessions: THEY WERE AFTER ALL A KIND OF LAPP. Their parents and grandparents lived in turf huts, some of them as late as the 1930s (o συγγραφέας γράφει το 1969). some people even wore Lappish costumes at that time, and Lappish foot-wear was in common use until WWII. THEY WERE BOTHERED BY NOT BEING FULLY PROFICIENT IN NORWEGIAN AND BY THE SPITE AND RIDICULE TO WHICH THEY WERE OFTEN EXPOSED FOR THIS AND OTHER REASONS IN INTERACTIONS WITH SELF-CONFIDENT AND ARROGANT NORWEGIANS. They even had the suspecion that their low standard of living and the lack of industrial enterprises in the fjord might derive from their being of an inferior race. "THE LAPPS MUST BE STUPID" THEY SAID. CERTAINLY THEY BELIEVED THE AVERAGE NORWEGIAN TO BE OF THAT OPINION.IN All DETAILS THEIR MISERABLE SELF-IMAGE WAS A REFLECTION OF THE LAPPISH STIGMA AS NORWEGIANS DEFINE IT.

    Δλδ με τον καιρό παραδέχτηκαν ότι ήταν «ένα είδος Λαπώνων». Τους προβλημάτιζε το ότι δεν μιλούσαν καλά Νορβηγικά και ότι κάποιοι Νορβηγοί τους κορόιδευαν. Είχαν φτάσει στο σημείο να πιστεύουν ότι η έλλειψη προόδου στα μέρη τους ήταν θέμα της «Λαπωνικής τους καταγωγής». «Οι Λάπωνες πρέπει να είναι χαζοί» έλεγαν και πίστευαν ότι ο μέσος Νορβηγός ήταν αυτής της απόψεως.

    Και η τελευταία φράση που έγραψα στα αγγλικά είναι πολύ σημαντική με τη συζήτησή μας: Λέει ο συγγραφέας ότι είχαν χαμηλή αυτοεκτίμησή επειδή με τον εκνορβηγισμό τους ενστερνίστηκαν το «Λαπωνικό Στίγμα» όπως το έβλεπαν παραδοσιακά οι Νορβηγοί.

    Στη σελίδα 49 μας λεέι ότι οι Νορβηγοί σε αυτή την περιοχή είναι πάντοτε μονόγλωσσοι στην Νορβηγική και θεωρούν την Λαπωνική σαν κατώτερη γλώσσα και δεν το θεωρούν πρέπον όταν βλέπουν τους δίγλωσσους να μιλάνε Λαπωνικά μπροστά τους. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι δίγλωσσοι μιλάνε Λαπωνικά «σε κλειστό περιβάλλον» και παραθέτει μερικά παραδείγματα που παρατήρησε ο συγγραφέας: Στο ατμόπλοιο που σε φέρνει στο φιόρδ: όταν δύο δίγλωσσοι συναντιούνται και υπάρχουν Νορβηγοί γύρω απομακρύνονται και μιλάνε Λαπωνικά και μόλις βλέπουν ότι πλησιάζει Νορβηγός αμέσως αλλάζουν γλώσσα, ενώ στις ψαραποθήκες παρατήρησε ένα ζευγάρι εργατών οι οποίοι κουβαλούσαν ψάρια από το καΐκι στην αποθήκη. Έξω από την αποθήκη μιλούσαν Νορβηγικά και μόλις έμπαιναν στην αποθήκη όπου ήταν πλέον μόνοι τους ξαφνικά άλλαζαν γλώσσα και μιλούσαν Λαπωνικά. Όταν ξαναέβγαιναν έξω από την αποθήκη και πλησίαζαν προς το καΐκι άλλαζαν «αυτόματα» τη γλώσσα τους σε Νορβηγικά.

    Στη σελίδα 46 περιγράφει μια μάνα να λέει «μαθαίνουμε στα παιδιά από μικρά να μιλάνε σωστά Νορβηγικά για να μην έχουν το ίδιο handicap (κοινωνική «αναπηρία») που είχαμε εμείς» και πιο κάτω αναφέρεται στον ντόπιο μπακάλη ο οποίος αν και Λαπωνικής καταγωγής και δίγλωσσος, όταν κάποιος συγχωριανός του μιλάει Λαπωνικά στο μαγαζί του του «κόβει την φόρα» απαντώντας ξερά στα Νορβηγικά ακόμα και όταν Νορβηγοί δεν είναι παρόντες και τον αναγκάζει να συνεχίσει τη κουβέντα στα Νορβηγικά.

    Στη σελίδα 52 αναφέρει έναν δίγλωσσο ο οποίος επέστρεψε στο χωριό μετά από 2-3 μήνες εργασίας σε άλλα μέρη της Νορβηγίας. Λέει ο συγγραφέας ότι μόλις κάθησε στην καρέκλα της κουζίνας είπε στα Λαπωνικά με ανακούφιση «τί ωραία να μιλάς Λαπωνικά χωρίς να έχεις συνέχεια κατά νου το πως πρέπει να εκφράζεσαι στα Νορβηγικά !!!».

    [συνεχίζεται]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  18. [συνέχεια #3]

    Στη ίδια σελίδα, ο Eidheim περιγράφει ένα ενδιαφέρον συμβάν. Έκαναν σώγαμπρο έναν Νορβηγό από άλλα μέρη της Νορβηγίας τον οποίο οι οικογένεια άργησε να δεκτεί ως δικό τους. Σε μια φάση πήγε ο σώγαμπρος με κάτι συγγενείς να χτίσουν μια γέφυρα σε ένα ρυάκι και ξέσπασε καβγάς σχετικά με το πως θα τη χτίσουν. Λέει ο Eidheim, ενώ συνήθως οι δίγλωσσοι ποτέ δεν μιλάνε Λαπωνικά όταν υπάρχει Νορβηγός τριγύρω, εκεί τα πνεύματα είχαν οξυνθεί τόσο, που οι δίγλωσσοι άρχισαν αν μιλάνε Λαπωνικά και συνέχισαν να χτίζουν τη γέφυρα όπως αυτοί ήθελαν. «Αποβάλλοντας» με αυτόν τον τρόπο το σώγαμπρο από την ομάδα. Ανύμπορος να τους κατανοήσει, ο σόγαμπρος έφυγε βρίζοντας και μάλιστα χρησιμοποίησε μια Νορβηγική παροιμία που είναι προσβλητική για τους Λάπωνες: "Det er forskjell pa folk og finn" («Όντως υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε ανθρώπους και Λάπωνες»).

    Τέτοιοι καβγάδες είναι πάρα πολύ σπάνιοι λέει ο συγγραφέας διότι οι δίγλωσσοι έχουν αναπτύξει μια συμπεριφορά τύπου «προνοείν» και είναι υπερβολικά καλοπροαίρετοι και εξυπηρετικοί προς τους Νορβηγούς ώστε να αποφύγουν οποιονδήποτε καβγά, αλλά και γιατί οι ντόπιοι Νορβηγοί είναι λιγότερο αρνητικά προδιατεθιμένοι προς τους Λάπωνες εν σχέσει με τους άλλους Νορβηγούς εν γένει.

    Αυτή η ιστορία δείχνει τι θα πει «στιγματισμένη γλωσσική κοινότητα» και επειδή έχει πάρα πολλά κοινά με την περίπτωση των σλαβόφωνων περιοχών της Μακεδονίας, την παρέθεσα μόνο και μόνο για να τονίσω ότι η αλλογλωσσία αυτή καθαυτή δεν είναι ούτε πρόβλημα ούτε στίγμα. Όποιος νιώθει Έλληνας είναι Έλληνας ό,τι γλώσσα και να μιλάει ό,τι χορό και να χορεύει. Αυτό πρέπει να τονιστεί και να υπογραμμιστεί. Αν πρέπει να κυνηγηθεί κάτι δεν είναι η γλώσσα αλλά οι συνθήκες που δημιουργούν αισθήματα κατωτερότητας στους ομιλητές της οι οποίοι ενστερνίζονται τη λανθασμένη εξωτερική εικόνα «στίγματος» για την ίδια τους την γλώσσα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  19. Απαντήσεις
    1. Αυτός που πετάει τις παραπομπές από google books και τα τσιτάτα και γράφει με συνέχειες είναι ο Dr.Evil από το forum του AMAC...

      Διαγραφή
    2. Εσύ τώρα είσαι ο συνέχεια του '' Περι «Στίγματος»#1'';

      Διαγραφή
    3. Όχι εγώ δεν έχω σχολιάσει...Αυτός με το ''στίγμα'' είναι πάλι ο Dr.Evil..Εγώ απλά ρουφιανέυω...:).Ακρίτα είσαι στο forum του AMAC, αν διαβάσεις λίγο τις δημοσιεύσεις(τις τελευταίες ειδικότερα) θα καταλάβεις ότι είναι ο Dr.Evil που αναμασά τα ίδια και τα ίδια......Στον ελληνικό ιστό κυκλοφορεί επίσης και ένας ''Κ.Π.'' ή ''Κυριάκος Παπαδόπουλος'' που αναμασά και αυτός κάτι παράμοια, αλλά δεν είναι ο Dr.Evil...

      Διαγραφή
    4. Αυτός ο ΚΠ κυκλοφορεί στο αντίβαρο;

      Διαγραφή
  20. Ακρίτα, οι άραβες αυτολεξί τους Γραικούς, τους έλεγαν «Ιγχριτσί». Οχι μονο τον λαό αλλά και τον αυτοκρατορα ή γενικά το βυζάντιο. Συμφωνώ με αυτό που ειπες ότι το βιβλιο της κυρίας είναι μπερδεμενο. Ο ανωνυμος πήρε αυτα που ηθελε και τα παρουσιαζει όπως του αρέσει.
    Κλεινω με το ότι οι αραβες γενικα διέκριναν τους Ρουμ ως αυτούς που ηταν οι χριστιανοί πολιτες του βυζαντιου, οι οποιοι μπορεί να ηταν έλληνες ή ρωμαίοι. Οι ελληνες ήταν αυτοι που ακολουθουσαν την ελληνικη φιλοσοφια και λογικη. Το αναφερει και η πηγη του ανώνυμου, αλλα το ξέχασε να το σχολιασει.


    Καλο ΣΚ
    Αντιαποδομητής

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σχόλια τα οποία θα περιέχουν Greekenglish, ύβρεις, μειωτικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς δεν θα αναρτώνται.