Η ελληνική κυβέρνηση διέθετε αόριστες πληροφορίες για το μέγεθος και τη σύνθεση του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης. οΙ πληροφορίες αυτές βασίζονταν σε μια στατιστική που είχε καταρτίσει στα τέλη του 1911 και στις αρχές του 1912 το ελληνικό προξενείο της πόλης και η οποία ανέβαζε τον πληθυσμό της σε 205.000. Δεν γνωρίζουμε τη μέθοδο αυτής της στατιστικής και συνεπώς δεν μπορούμε να κρίνουμε την αξιοπιστία της.
Η τελευταία επίσημη οθωμανική απογραφή του πληθυσμού πραγματοποιήθηκε το 1902. Κατέγραψε 80.299 άρρενες κατοίκους στην πόλη της Θεσσαλονίκης και 125.000 για ολόκληρο τον ομώνυμο καζά. Αν ο αριθμός αυτός διπλασιαστεί για να συμπεριλάβει τις γυναίκες και αυξηθεί κατά τι για τους γέροντες και τα νήπια, οδηγούμαστε ως τάξη μεγέθους κοντά στην εκτίμηση που θα διαμορφώσει μερικά χρόνια αργότερα το ελληνικό προξενείο. Λαμβάνουμε υπ' όψιν ότι η μέθοδος διενέργειας της απογραφής ήταν ατελής (οι απογραφείς δεν επισκέπτονταν τις κατοικίες σε μια συγκεκριμένη μέρα, αλλά εγκαθίσταντο για μήνες ολόκληρους σε σταθερά σημεία, από τα οποία οι κάτοικοι έπρεπε να περάσουν για να απογραφούν).
Η πρώτη ελληνική διοίκηση αναζήτησε περισσότερα στοιχεία για το μέγεθος του πληθυσμού. Ο Δήμος Θεσσαλονίκης δεν διέθετε κανένα σχετικό έγγραφο. Υπάλληλοι του θυμούνταν αόριστα τα δεδομένα της απογραφής του 1902, τα ακριβή στοιχεία της οποίας παραχώρησε το προξενείο της Αυστροουγγαρίας. Η Μητρόπολη Θεσσαλονίκης είχε καταχωρισμένα μόνον τα «στέφανα», δηλαδη τις άδειες γάμων, συμφωνά με τις οποίες οι έγγαμοι χριστιανοί της πόλης ανέρχονταν σε 19.121. Η Αρχιραβινία διέθετε καταλόγους των αρρένων Ισραηλιτών, που έφταναν τους 26.542. Η Μουφτεία δεν είχε κανένα στοιχείο. Ετσι, οι ελληνικές αρχές βρίσκο νταν στο σκοτάδι ως προς τον πραγματικό πληθυσμό της πόλης. Ακόμη και αν η στατιστική του ελληνικού προξενείου και η παλαιότερη οθωμανική καταγραφή ήταν ακριβείς, πράγμα εξαιρετικά αμφίβολο, ο Α' Βαλκανικός Πόλεμος είχε προκαλέσει μετακινήσεις πληθυσμού, κυρίως μουσουλμανικού, και επομένως είχε αλλοιώσει τη δημογραφική σύνθεση.
Στις αρχές Απριλίου του 1913 το υπουργείο Στρατιωτικών μέσω του υπουργείου Εσωτερικών ζήτησε από τη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας να καταρτίσει «απλούς πρόχειρους απογραφικούς πίνακες» των αρρένων κατοίκων της Μακεδονίας, «παντός θρησκεύματος και εθνικότητος», που είχαν γεννηθεί από το 1862 ώς το 1894, ήταν δηλαδή από 19 ώς 51 ετών. Κατά πάσα πιθανότητα, ο σκοπός του αιτήματος ήταν στρατολογικός. Πάντως, ο αντιπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης στη Θεσσαλονίκη, ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Ρακτιβάν, θεώρησε ότι θα έπρεπε αντί του καταρτισμού «απλών» απογραφικών πινάκων να πραγματοποιηθεί πλήρης πληθυσμική απογραφή. Η απόφαση του Ρακτιβάν προκάλεσε ανησυχίες στις μη χριστιανικές κοινότητες και ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος συνέστησε την αναβολή της απογραφής (ενώταυτόχρονα είχε δρομολογηθεί η επιστροφή του Ρακτιβάν στην Αθήνα και η αντικατάσταση του από τον Στέφανο Δραγούμη με το αξίωμα του γενικού δι-οικητή Μακεδονίας). Ο Ρακτιβάν όμως επέμενε και ο Βενιζέλος υποχώρησε, αφήνοντας το πράγμα «εις την κρίσιν» του υπουργού του.
Παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες, η απογραφή πραγματοποιήθηκε με τάξη στις 28 Απριλίου 1913 (παλαιό ημερολόγιο). Επιτεύχθηκε χάρη στη συνεργασία της ισραηλιτικής και της μουσουλμανικής κοινότητας, οι οποίες πλαισίωσαν με μορφωμένα στελέχη τους τις απογραφικές επιτροπές, καθώς και των τραπεζών και των κυριότερων σωματείων της πόλης («Ηρακλής», «Νέα Λέσχη»). Το ήμισυ των μελών των απογραφικών επιτροπών αποτελούνταν από Εβραίους και μουσουλμάνους. Το έτερον ήμισυ από χριστιανούς κατοίκους της Θεσσαλονίκης, κυρίως εμπόρους, υπαλλήλους εμπορικών επιχειρήσεων και τραπεζών.
Καταμετρήθηκαν συνολικώς 157.889 άτομα, από τα οποία 52% αρσενικού φύλου και 48% θηλυκού. Μεγάλη υπεροχή αρρένων καταγράφτηκε μεταξύ των Ελλήνων, ενώ στις άλλες κοινότητες πλεόναζαν οι γυναίκες.
Σε ό,τι αφορά την κατανομή μεταξύ των θρησκευτικών κοινοτήτων, 39% ήταν εβραίοι, 29% μουσουλμάνοι, 25% Ελληνες χριστιανοί ορθόδοξοι, 4% Βούλγαροι ορθόδοξοι και 3% ξένοι και λοιποί. Ειδικώς στους άρρενες, οι εβραίοι ήταν 36,2%, οι Ελληνες ορθόδοξοι 28,7% και οι μουσουλμάνοι 27,8%.
Σε σύγκριση με τη στατιστική που είχε διενεργήσει το ελληνικό προξενείο ενάμιση χρόνο πριν, η διαφορά εντοπίζεται στα εξής σημεία: οι εβραίοι κάτοικοι είχαν υπολογιστεί σε 45% (έναντι 39% της απογραφής), οι μουσουλμάνοι σε 27% (έναντι 29% της απογραφής), οι ελληνορθόδοξοι σε 14% (έναντι 25% της απογραφής), οι εξαρχικοί σε 4% (όσο και στην απογραφή) και οι ξένοι υπήκοοι και λοιποί (κυρίως Αθίγγανοι) σε 10% (έναντι 3% της απογραφής).
Ενδιαφέρουσα είναι η χωροταξική εικόνα της Θεσσαλονίκης. Ποσοστό 25% του πληθυσμού κατοικούσε εκτός των τειχών, στις νέες συνοικίες που είχαν αναπτυχθεί στα ανατολικά και στα δυτικά της παλαιάς πόλης (15% και 10% αντιστοίχως). Στο νότιο τμήμα της παλαιάς πόλης (νοτίως της Εγνατίας) κατοικούσε το ήμισυ του συνολικού πληθυσμού, ενώ το υπόλοιπο 25% βορείως της οδού Αγίου Δημητρίου.Οι θρησκευτικές ομάδες ήταν κατανεμημένες σε ολόκληρη την πόλη, όχι όμως ισομερώς. Το χριστιανικό στοιχείο πλειοψηφούσε στην περιοχή ανάμεσα στη σημερινή Σχολή Τυφλών και τον αλευρόμυλο Αλλατίνη, που ήταν τότε το νοτιοανατολικό όριο της πόλης. Πλειοψηφούσε επίσης στην περιοχή από το Παπάφειο Ορφανοτροφείο μέχρι τη λεωφόρο Εθνικής Αμύνης, καθώς και από τον Βαρδάρη μέχρι το Μπεστσινάρ. Οι χριστιανοί κατοικούσαν, δηλαδή, κυρίως έξω από την παλαιά πόλη. Εντός των τειχών πλειοψηφούσαν στην περιοχή της αγοράς (ενορία Αγίου Μηνά), καθώς και στην περιοχή που περικλείεται από τις οδούς Αγίας Σοφίας, Αγίου Δημητρίου, Εθνικής Αμύνης και Μητροπόλεως, δηλαδή στις ενορίες Αγίου Αθανασίου, Παναγούδας, Παναγίας Δεξιάς, Υπαπαντής, Αγίου Κωνσταντίνου και Μητρόπολης. Στις λοιπές συνοικίες η χριστιανική παρουσία ήταν υποτονική ή μηδαμινή.
Το μουσουλμανικό στοιχείο κυριαρχούσε απολύτως (σε ποσοστό 85%) στις συνοικίες βορείως της οδού Αγίου Δημητρίου. Αντίστοιχα, το εβραϊκό στοιχείο υπερτερούσε συντριπτικά από το Λευκό Πύργο μέχρι τη Μητρόπολη και στο χώρο μεταξύ Εγνατίας, Βενιζέλου, Αγίας Σοφίας και παραλίας. Το ίδιο και στο τμήμα της πόλης ανάμεσα στον Βαρδάρη, την Εγνατία, τη Βενιζέλου και την Αγίου Δημητρίου. Μεγάλη εβραϊκή συνοικία υπήρχε στη δυτική πλευρά της οδού Λαγκαδά, εκτός των τειχών.
Αυτά είναι τα μοναδικά στοιχεία που διασώζονται από την απογραφή της 28ης Απριλίου 1913. Είναι βέβαιο, αν κρίνουμε από τα έντυπα που διασώθηκαν στο Αρχείο της Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας, ότι οι απογραφείς έθεταν και άλλα ερωτήματα, εκτός του θρησκεύματος, του φύλου και του τόπου κατοικίας. Οι απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα, όπως η γλώσσα και το επάγγελμα, θα μας ήταν χρησιμότατες. Δυστυχώς, το σχετικό υλικό δεν έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα.
ΠΗΓΕΣ:
Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας, Αρχείο Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας, φάκελος 45.
Δημητριάδης Β., «Ο πληθυσμός της Θεσσαλονίκης και η ελληνική κοινότητα της κατά το 1913», Μακεδόνικα 23 (1983).
Ρακτιβάν Κ., Εγγραφα και σημειώσεις εκ της πρώτης ελληνικής διοικήσεως Μακεδονίας, Αθήναι 1951.
Χεκίμογλου Ε., Θεσσαλονίκη: Τουρκοκρατία και Μεσοπόλεμος. Κείμενα για την ιστορία και την τοπογραφία της πόλης, Θεσσαλονίκη (University Studio Press) 1996.
Χεκίμογλου Ε., Τράπεζες και Θεσσαλονίκη, 1900-1936: Οψεις λειτουργίας και το πρόβλημα της χωροθέτησης, Θεσσαλονίκη 1987.
του Ευάγγελου Χεμίκογλου , δρος οικονομολόγου
E-Ίστορικά, Μακεδονικό-Βαλκανικοί, 1904-1913
======================================================
σχετικά νήματα:
Εθνολογική κατάσταση πληθυσμού Μακεδονίας προ Βαλκανικών πολέμων
Εθνολογική κατάσταση πληθυσμού Μακεδονίας το 1925
Το blog, για τους λόγους που βιώνουμε προσωπικά, οικογενειακά και κοινωνικά, αλλάζει την κύρια κατεύθυνσή του και επικεντρώνεται πλέον στην Κρίση.
Βασική του αρχή θα είναι η καταπολέμηση του υφεσιακού Μνημονίου και όποιων το στηρίζουν.
Τα σχόλια του Κρούγκμαν είναι χαρακτηριστικά:
...Άρα βασιζόμαστε τώρα σε ένα σενάριο σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα είναι αναγκασμένη να «πεθάνει στη λιτότητα» προκειμένου να πληρώσει τους ξένους πιστωτές της, χωρίς πραγματικό φως στο τούνελ.Και αυτό απλώς δεν πρόκειται να λειτουργήσει....[-/-]....οι πολιτικές λιτότητας οδηγούν την οικονομία σε τόσο μεγάλη ύφεση που εξανεμίζονται τα όποια δημοσιονομικά οφέλη, υποχωρούν τα έσοδα και το ΑΕΠ και ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ γίνεται χειρότερος.
Βασική του αρχή θα είναι η καταπολέμηση του υφεσιακού Μνημονίου και όποιων το στηρίζουν.
Τα σχόλια του Κρούγκμαν είναι χαρακτηριστικά:
...Άρα βασιζόμαστε τώρα σε ένα σενάριο σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα είναι αναγκασμένη να «πεθάνει στη λιτότητα» προκειμένου να πληρώσει τους ξένους πιστωτές της, χωρίς πραγματικό φως στο τούνελ.Και αυτό απλώς δεν πρόκειται να λειτουργήσει....[-/-]....οι πολιτικές λιτότητας οδηγούν την οικονομία σε τόσο μεγάλη ύφεση που εξανεμίζονται τα όποια δημοσιονομικά οφέλη, υποχωρούν τα έσοδα και το ΑΕΠ και ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ γίνεται χειρότερος.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια τα οποία θα περιέχουν Greekenglish, ύβρεις, μειωτικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς δεν θα αναρτώνται.